Η ΕΚΤ αναγνωρίζει λάθη και «προβλέπει» συνέχιση της έκτακτης δημοσιονομικής στήριξης και το 2022

Γιάννης Αγγέλης
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Η ΕΚΤ αναγνωρίζει λάθη και «προβλέπει» συνέχιση της έκτακτης δημοσιονομικής στήριξης και το 2022
Με δημόσιες δηλώσεις της το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, προδικάζει παράταση δημοσιονομικής στήριξης και το 2022 και αναγνωρίζει ότι και η ΕΚΤ μπορεί να πέσει έξω στον πληθωρισμό... 

Η δημοσιονομική στήριξη από πλευράς κυβερνήσεων στις οικονομίες λόγω της πανδημίας θα συνεχιστεί και το 2022 και μάλιστα με ένα ποσό που σχεδόν ξεπερνά τον όγκο του ΕΣΠΑ 2021 – 2027. Αυτό προκύπτει από τη προχθεσινή τοποθέτηση του μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, Ιζαμπέλ Σνάμπελ, σε διαδικτυακό συνέδριο που διοργάνωσε η Goldman Sachs.

Παρ' ότι το κέντρο της τοποθέτησής της ήταν να αποδείξει ότι δεν υφίσταται κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού στην Ευρωζώνη, έμμεσα παραδέχθηκε ότι το θέμα είναι ο πληθωρισμός. Όπως συγκεκριμένα ανέφερε, «ο πληθωρισμός και όχι ο στασιμοπληθωρισμός παραμένει το καθοριστικό θέμα της εποχής μας...».

Επιμένοντας στην ανάλυση της κατάστασης και τις προοπτικές για το 2022 η κα Σνάμπελ είπε ότι «σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, η δημοσιονομική πολιτική (σ.σ. στην Ευρωζώνη) θα συνεχίσει να υποστηρίζει την ανάπτυξη καθώς ωριμάζει η ανάκαμψη....». Και έγινε πολύ συγκεκριμένη αναφέροντας ότι «στη ζώνη του ευρώ, η ευρύτερη διακριτική δημοσιονομική τόνωση αναμένεται να ανέλθει σε περισσότερο από 1,5% του ΑΕΠ το 2022 και περίπου 1,25% το 2023...», διατηρώντας στην ουσία το κατ' εξαίρεση καθεστώς των κρατικών παρεμβάσεων της διετίας 2020 – 2021. Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε θα «τρέξει» και το ταμείο ανάκαμψης προκειμένου να ενισχύσει τις δημόσιες επενδύσεις τα επόμενα χρόνια.

Οι αγορές αμφισβητούν

Παραδέχθηκε όμως ότι οι αγορές αμφισβητούν τις εκτιμήσεις της Κεντρικής Τράπεζας όσον αφορά στον πληθωρισμό και κάπου εκεί δέχθηκε ότι «ο αυξημένος πληθωρισμός αναμένεται τώρα να διαρκέσει περισσότερο από όσο πιστεύαμε προηγουμένως».

Η αμφισβήτηση από την πλευρά των αγορών σύμφωνα με την ίδια αποτυπώνεται «στα αυξανόμενα ασφάλιστρα κινδύνου που μάλλον υποδηλώνουν ότι αντιμετωπίζουμε έναν εξαιρετικό βαθμό αβεβαιότητας σχετικά με τις προοπτικές για τον πληθωρισμό... Από την αρχή του έτους, εμείς έχουμε επανειλημμένα υποτιμήσει τον πληθωρισμό στο κεντρικό μας σενάριο...», είπε.

Παράλληλα όμως θέλησε να δικαιολογήσει τις εκτιμήσεις αυτές με μία μάλλον παράδοξη για κεντρικό τραπεζίτη παραδοχή.

«Τα σφάλματα πρόβλεψης» υποστήριξε, «δεν είναι τίποτα ασυνήθιστο. Ούτε οι κεντρικές τράπεζες, ούτε οι χρηματοπιστωτικές αγορές ήταν ιδιαίτερα καλές στην πρόβλεψη του πληθωρισμού την τελευταία δεκαετία...». Και απέναντι σ' αυτή την τοποθέτηση εισήγαγε σαν απάντηση της ΕΚΤ τη δήλωση ότι «όταν η αβεβαιότητα είναι ιδιαίτερα μεγάλη, όπως είναι σήμερα, υπάρχουν οφέλη από την εφαρμογή αυτού που ο Άλαν Γκρίνσπαν κάποτε αποκαλούσε "προσέγγιση διαχείρισης κινδύνου" στη νομισματική πολιτική».

Με άλλα λόγια, αντί της λογικής των βασικών σεναρίων πολιτικής, η ΕΚΤ θα στραφεί στην τακτική των «προσεγγίσεων» ανάλογα με την κατάσταση που είχε διατυπώσει παλιότερα ο Άλαν Γκρίνσπαν, ιδιαίτερα τη δύσκολη εποχή της δεκαετίας του '80 με τη μεγάλη συναλλαγματική αβεβαιότητα...

Η δεκαετία του '70 και το σήμερα

Αξιοσημείωτη πάντως στη διάρκεια της παρέμβασής της ήταν και η εξήγηση των διαφορών της τρέχουσας κατάστασης με εκείνη της δεκαετίας του 70'. Όπως υποστήριξε τότε (τη δεκαετία που ακολούθησε την κατάρρευση της συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς), «το πρώτο σοκ στην τιμή του πετρελαίου έπληξε την οικονομία της ζώνης του ευρώ σε ένα ισχυρό πληθωριστικό περιβάλλον. Το 1972, πριν από το σοκ, ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ ήταν ήδη στο 6,3%. Το 1974 ανήλθε στο 13,2%. Η αύξηση των μισθών ήταν 12% το 1972 και αυξήθηκε σε περίπου 18% το 1974. Η απάντηση της νομισματικής πολιτικής (σ.σ. τότε) σε αυτή τη σπείρα ανόδου των τιμών και των μισθών ήταν ανεπαρκής για να εξασφαλίσει την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων. Το πραγματικό βραχυπρόθεσμο επιτόκιο έπεσε σε βαθύ αρνητικό έδαφος το 1974 και παρέμεινε αρνητικό για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός κυμαινόταν σε διψήφιους ρυθμούς. Ως αποτέλεσμα, οι προσδοκίες για υψηλό πληθωρισμό ενσωματώθηκαν στο μυαλό των εργοδοτών και των εργαζομένων, καθιστώντας τον σημαντικά πιο δαπανηρό όσον αφορά τη χαμένη παραγωγή και την υψηλότερη ανεργία, όταν οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν τελικά να καταπολεμούν τον πληθωρισμό στις αρχές της δεκαετίας του 1980....».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider