Την ισχυρή ανάκαμψη του τομέα των Κατασκευών στην Ελλάδα και τις θετικές προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, αλλά με σημαντικές αβεβαιότητες, αποτυπώνει μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με τίτλο «Τάσεις, προκλήσεις και προοπτικές ανάπτυξης των Κατασκευών στην Ελλάδα – 2025», η οποία παρουσιάστηκε χτες σε ειδική εκδήλωση που διοργάνωσαν το Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων – ΤΜΕΔΕ, το Ινστιτούτο ΤΕΕΤΜΕΔΕ και το ΙΟΒΕ.
Ωστόσο, βάσει όσων παρουσιάστηκαν ή αναφέρθηκαν στο πλαίσιο της εκδήλωσης, υπάρχουν και κάποιες σημαντικές αβεβαιότητες, προκλήσεις ή «αγκάθια», με κορυφαίο θέμα ίσως την αναστάτωση στην αγορά κατοικίας λόγω ΝΟΚ, αλλά και την εκτιμώμενη μείωσης του ρυθμού προώθηση και παραγωγής έργων προσεχώς, σε σχέση με την τρέχουσα περίοδο του Ταμείου Ανάκαμψης.
Όπως εκτιμά το ΙΟΒΕ, τα έργα στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και οι πόροι του ΕΣΠΑ 2021–2027 σε συνδυασμό με τις ιδιωτικές επενδύσεις (περιλαμβάνοντας τις επενδύσεις σε κατοικίες) θα κινητοποιήσουν κατά την περίοδο 2025–2026 συνολικά πόρους άνω των 31 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανόμενης και της τραπεζικής χρηματοδότησης. Έτσι οι επενδύσεις σε Κατασκευές, κυρίως στις υποδομές, εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν περαιτέρω το μερίδιό τους στο ΑΕΠ την περίοδο 2025-2026. Με βάση την ανάλυση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΕΣΑΑ) εκτιμάται ότι τη διετία 2025-2026, επιχορηγήσεις και δάνεια ύψους 6,3 δισ. ευρώ θα κατευθυνθούν σε έργα που έχουν άμεση σχέση με τις Κατασκευές, κινητοποιώντας συνολικούς πόρους ύψους 8,7 δισ. ευρώ, οι οποίοι θα συμπληρώσουν άλλες επενδύσεις σε κατασκευές με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ και άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους.
Η συνολική αξία των ενεργών συμβάσεων των δημόσιων έργων (ανεξαρτήτως προϋπολογισμού) αυξήθηκε από 2,3 δισ. ευρώ το 2018 σε 5,3 δισ. ευρώ το 2024
Το αποτύπωμα και οι θέσεις εργασίας
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η αξία παραγωγής του κλάδου των Κατασκευών εκτιμάται ότι έφτασε το 2024 τα 15,7 δισ. ευρώ, έχοντας υπερδιπλασιαστεί από το 2020, όταν είχε διαμορφωθεί σε 7,2 δισ. ευρώ.
Σε σύγκριση με το επίπεδο απασχόλησης το 2024, οι ανάγκες σε πρόσθετες θέσεις εργασίας στις Κατασκευές για τα επόμενα έτη εκτιμώνται σε περίπου 25 χιλιάδες. Η απασχόληση πέρυσι αυξήθηκε, στις 210 χιλ. θέσεις από 182-193 χιλ. την αμέσως προηγούμενη 3ετία. Το μερίδιο της απασχόλησης στις Κατασκευές επί της συνολικής απασχόλησης ενισχύθηκε σε 4,1% το 2023, σε απόσταση από τον μέσο όρο της ΕΕ (6,7%). Σύμφωνα με την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού (ΕΕΔ) της ΕΛΣΤΑΤ, μεταξύ των ετών 2021 και 2024 η απασχόληση στις Κατασκευές αυξήθηκε κατά 44 χιλ. άτομα (+31%). Η ΕΕΔ της ΕΛΣΤΑΤ εκτιμά ότι το 1ο τρίμηνο του 2025, η απασχόληση στις Κατασκευές ανήλθε σε 195,4 χιλ. άτομα, μέγεθος που αντιπροσωπεύει μια αύξηση κατά 5,2% έναντι του μέσου όρου απασχόλησης το 2024.
Οι δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές και κτιριακά έργα που έχουν ολοκληρωθεί ανήλθαν το 2023 σε 4,14 δισ. ευρώ. Από το 2019 το μέγεθος των εν λόγω δημόσιων επενδύσεων έχει διπλασιαστεί, ενώ εκτιμάται ότι μέχρι το 2026 θα αυξηθεί περαιτέρω λόγω της υλοποίησης των προγραμματισμένων έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Η συνολική αξία των υπογεγραμμένων συμβάσεων έργων του δημοσίου (ανεξαρτήτως προϋπολογισμού –περιλαμβάνονται και μη τεχνικά έργα) αυξήθηκε από 2,3 δισ. ευρώ το 2018 σε 5,3 δισ. ευρώ το 2024. Η υψηλότερη συνολική αξία συμβάσεων έργων σημειώθηκε το 2023 (6,2 δισ. ευρώ), υποχωρώντας στη συνέχεια κατά 14% το 2024. Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου (με υπογεγραμμένες συμβάσεις) ανήλθε το 2024 σε 13,07 δισ. ευρώ, σημαντικά αυξημένο κατά 6,6% έναντι του προηγούμενου έτους και περίπου διπλάσιο συγκριτικά με τον μέσο όρο της περιόδου 2018-2022. Μαζί με τις προς υπογραφή συμβάσεις, το ανεκτέλεστο υπόλοιπο των εν λόγω κατασκευαστικών ομίλων ανέρχεται σε 17,36 δισ. ευρώ.
Η κερδοφορία στις Κατασκευές έχει βελτιωθεί, ενισχύοντας και το επίπεδο των επενδύσεων του κλάδου σε πάγιο κεφάλαιο, ωστόσο, η παραγωγικότητα εργασίας στις Κατασκευές στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερη έναντι της ΕΕ-27 (10% έναντι 22%).
Οι δημόσιες επενδύσεις σε λοιπές κατασκευές ενισχύθηκαν μετά το 2019 και αποτελούν περισσότερο από το ήμισυ των συνολικών επενδύσεων σε Κατασκευές πλην κατοικιών.
Η Ελλάδα καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων σε Κατασκευές ως ποσοστό του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών της ΕΕ (6% έναντι 10,9%).
Το 2024 οι άδειες για νέες οικοδομές και προσθήκες έφτασαν τις 30,7 χιλ., με συνολική επιφάνεια 7,1 εκατ. τετραγωνικά μέτρα. Από το 2018 μέχρι το 2024 εκδόθηκαν οικοδομικές άδειες που συνολικά αντιπροσώπευαν 191 χιλ. κατοικίες. Το 2024 ο αριθμός των νέων κατοικιών ανήλθε σε 46,9 χιλ. σημειώνοντας αύξηση κατά 32% έναντι του προηγούμενου έτους. Το 2025 είναι πιθανή η ενίσχυση της οικοδομικής δραστηριότητας, το μέγεθος της οποίας θα εξαρτηθεί από το πλήθος των αδειών που επηρεάζονται από τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις
Το «αγκάθι» του ΝΟΚ στην κατοικία
Για παράδειγμα, και σε σχέση με την κατοικία, επισημαίνονται οι δυσμενείς επιπτώσεις στις επενδύσεις, κυρίως σε κατοικίες, εν αναμονή των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων και της ολοκλήρωσης του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού της χώρας, λόγω της αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την αντισυνταγματικότητα των ευνοϊκών ρυθμίσεων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (Ν.Ο.Κ.) που κρίθηκαν από το ΣτΕ, καθώς και τους πολεοδομικούς περιορισμούς στην εκτός σχεδίου δόμηση. Υπάρχει, όπως προκύπτει, αβεβαιότητα για το πότε και πώς θα ισορροπήσει η εγχώρια αγορά real estate λόγω των παρενεργειών του ΝΟΚ και της εκτός σχεδίου δόμησης.
Από το 2018 μέχρι το 2024 εκδόθηκαν οικοδομικές άδειες που συνολικά αντιπροσώπευαν 191 χιλ. κατοικίες, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της προσφοράς νέων κατοικιών. Το 2024 ο αριθμός των νέων κατοικιών σύμφωνα με τις εκδοθείσες οικοδομικές άδειες ανήλθε σε 46,9 χιλ. σημειώνοντας αύξηση κατά 32% έναντι του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, η ανοδική τάση στην έκδοση οικοδομικών αδειών αντιστράφηκε τους πρώτους μήνες του 2025 (μείωση κατά 51% στο πλήθος και κατά 49% στην επιφάνεια των νέων κατοικιών έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του προηγούμενου έτους) εξαιτίας της αβεβαιότητας που προκλήθηκε από τις ρυθμίσεις του Ν.Ο.Κ. που ακυρώθηκαν από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) και της αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών που έκαναν χρήση των κινήτρων αυτών. Οι αποφάσεις του ΣτΕ και οι ρυθμίσεις που προσαρμόζουν την εθνική νομοθεσία θα έχουν επιπτώσεις στην οικοδομική δραστηριότητα (π.χ. κόστος αλλαγής οικονομικών όρων συμβάσεων και πιθανές ζημίες των αντισυμβαλλόμενων, πιθανή αναβολή κατασκευής οικοδομών, ανάληψη κόστους αναθεώρησης μελετών, κόστος περιβαλλοντικού ισοδύναμου).
Αναφορικά με την εξέλιξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας, στη μελέτη εξετάστηκαν δύο σενάρια με διαφοροποίηση ως προς τις επιπτώσεις στις επενδύσεις σε κατοικίες εξαιτίας της ακύρωσης των κινήτρων του Ν.Ο.Κ. και των πολεοδομικών αλλαγών που αφορούν την εκτός σχεδίου δόμηση. Στο βασικό (απαισιόδοξο) σενάριο, οι συνολικές επενδύσεις σε Κατασκευές εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν το μερίδιό τους στο ΑΕΠ, σε 7,2% του ΑΕΠ το 2026 από 6,0% το 2024, ενώ η αξία παραγωγής των κατασκευαστικών έργων υποδομών και κατοικιών θα πλησιάσει τα 18 δισ. ευρώ. Στο σενάριο αυτό, οι επενδύσεις σε κατοικίες υποχωρούν το 2026 σε 2,4% του ΑΕΠ (από 2,8% στο αισιόδοξο σενάριο), ενώ η αξία παραγωγής θα είναι χαμηλότερη συγκριτικά με το 2024, υποχωρώντας στα 6 δισ. ευρώ (από 6,9 δισ. ευρώ στο αισιόδοξο σενάριο).
Το Α’ δίμηνο του 2025 οι οικοδομικές άδειες για νέες κατοικίες μειώθηκαν κατά -51% στο πλήθος και κατά -49% στην επιφάνεια, ενώ υπάρχει αβεβαιότητα για το 2026 και μετέπειτα.
Το «gap» στις Κατασκευές
Κατ’ αρχάς, όσον αφορά στις κατασκευές, οι επενδύσεις αντιπροσώπευαν το 6,0% του ΑΕΠ το 2024, έναντι 14,7% το 2007 και 4,0% το 2020, ενώ η απόκλιση για το 2024 σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27 ήταν 4,9 ποσοστιαίες μονάδες. Με τη διαφορά να παραμένει μεγάλη και να είναι άγνωστό αν, πώς και πότε μπορεί να καλυφθεί.
Η δε ολοκλήρωση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το 2026 ενδέχεται να δημιουργήσει ένα «κενό» στην εγχώρια κατασκευαστική δραστηριότητα. Υπάρχει ωστόσο ένα απόθεμα έργων υποδομών ύψους περίπου 10 δισ. ευρώ στους τομείς των οδικών (4,7 δις, το 47%), σιδηροδρομικών (1,25 δις, 12%), ενεργειακών (3,3 δις, 33%) και τηλεπικοινωνιακών δικτύων (743 εκατ., το 7%), καθώς και άλλα έργα με τη μέθοδο ΣΔΙΤ, τα οποία θα ολοκληρωθούν μετά το 2026 (περίοδος 2027-2030) συγκρατώντας τη σχετική κατασκευαστική δραστηριότητα. Τα έργα αυτά θα πρέπει να συμπληρωθούν από πλήθος άλλων δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Σύμφωνα με σχετικό διάγραμμα, για την περίοδο 2027-2030 σχεδιάζονται ή έχουν ήδη σχεδιαστεί και ξεκινήσει έργα συνολικού προϋπολογισμού άνω των 10 δισ. ευρώ, ποσό που αν π.χ. επιμεριστεί σε βάθος 4ετίας, σημαίνει περί τα 2,5 δις ευρώ ανά έτος, ποσό σημαντικό χαμηλότερο από τα τωρινά δεδομένα.
Οπως αναφέρθηκε, βέβαια, η άνοδος του κλάδου δεν οφείλεται μόνο στο Ταμείο Ανάκαμψης, άρα δεν μπορούμε να πούμε ότι μετά το 2026, όταν και με τα τωρινά δεδομένα θα λήξει το RRF, Θα επιστρέψει ο κλάδος στο 2022. «Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι σίγουρα θα υπάρξει ένα κενό από το κομμάτι του ΤΑ που πηγαίνει στις κατασκευές. Ποια θα είναι η εξέλιξη θα εξαρτηθεί από τη ροή των έργων τα επόμενα χρόνια από άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα», σημειώθηκε.
Υπάρχει ένα απόθεμα έργων που θα στηρίξουν αυτή τη δραστηριότητα αλλά θα πρέπει να συμπληρωθεί από επενδύσεις και ιδιωτικές, αλλά και από το γενικότερο κλίμα στην ελληνική οικονομία.
Οι προκλήσεις
Σύμφωνα με την έρευνα, οι σημαντικές ελλείψεις εργατικού δυναμικού και οι δυσκολίες χρηματοδότησης είχαν επίπτωση στην κατασκευαστική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, το σύνολο των εργαζόμενων στις Κατασκευές θα μπορούσε να αυξηθεί την περίοδο 2025-2026 σε περίπου 236 χιλ. εργαζόμενους, επίπεδο που είναι κατά 26 χιλ. εργαζόμενους υψηλότερο σε σύγκριση με το σύνολο της απασχόλησης στις Κατασκευές το 2024 (210 χιλ. εργαζόμενοι).
Σημαντική ώθηση στην κατασκευαστική δραστηριότητα που σχετίζεται με τα κτίρια μετά το 2026 θα μπορούσαν να δώσουν και οι ανακαινίσεις και ενεργειακές αναβαθμίσεις λόγω της ευρωπαϊκής και εθνικής πολιτικής για την πράσινη μετάβαση.
Στη μελέτη του ΙΟΒΕ επισημαίνεται επίσης η ανάγκη συστηματικής λειτουργίας του μηχανισμού καθορισμού των συντελεστών αναθεώρησης των τιμών που θα καλύπτει όλο το φάσμα των επιμέρους στοιχείων κόστους, ώστε να περιορίζεται η αβεβαιότητα για τους συμμετέχοντες σε διαγωνισμούς δημοσίων έργων και τα σχετικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν στη διάρκεια υλοποίησης των έργων, αλλά και να διαμορφώνονται προϋπολογισμοί έργων που θα στηρίζονται στις συνθήκες κόστους στην αγορά, ενσωματώνοντας και τον κλιματικό κίνδυνο στις προδιαγραφές των έργων. Σε αυτό θα συμβάλλει η ανάπτυξη, λειτουργία και διαχείριση του Ενιαίου Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών και του Ηλεκτρονικού Συστήματος Προσδιορισμού Κόστους Συντελεστών Παραγωγής Τεχνικών Έργων.
Η ένταξη νέων τεχνολογιών και ψηφιακών εφαρμογών, όπως το BIM αποτελούν μείζονα πρόκληση για την ανθεκτικότητα και την ανταγωνιστικότητα του τομέα, συνυπολογίζοντας και τις αλλαγές που φέρνει η εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης. Η κλιματική αλλαγή επίσης, έχει επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στις Κατασκευές και στις Επενδύσεις.