Στο πατρικό τους συνεχίζουν να μένουν οι Έλληνες έως την ηλικία των 30 ετών (τουλάχιστον), γεγονός που εξηγεί γιατί είναι τόσο μικρό το ποσοστό εκείνων που γίνονται γονείς πριν τα 30. Από τις φορολογικές δηλώσεις που υποβλήθηκαν πέρυσι στη χώρα μας, οι 846.475 αντιστοιχούν σε νέους ηλικίας έως 30 ετών. Από αυτούς οι 817.000 δεν έχουν παιδιά (ποσοστό 97,5%), οι 21.529 έχουν αποκτήσει ένα παιδί, οι 6.010 έχουν από δύο παιδιά και μόλις 1.361 είναι τρίτεκνοι.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως οι εκπρόσωποι της Gen Z είναι αφοσιωμένοι στην καριέρα τους ή στην προσωπική τους ευχαρίστηση (π.χ. ταξίδια, αγορές ΙΧ ή ακινήτων κλπ) και διστάζουν να γίνουν γονείς, φοβούμενοι ίσως μήπως χάσουν τις επαγγελματικές ευκαιρίες που τους ανοίγονται ή το lifestyle τους.
- Διαβάστε επίσης: Μόλις το 2,5% των 30άρηδων είναι γονείς - Με εισοδήματα έως 10.000 ευρώ η πλειοψηφία τους
Τα υψηλά ενοίκια, οι χαμηλοί μισθοί και η αργοπορημένη ένταξη στην αγορά εργασίας αποτρέπουν τους σημερινούς 30ρηδες από το να γίνουν γονείς και τους «εγκλωβίζουν» να μένουν στην οικογενειακή εστία για πολλά χρόνια μετά την ενηλικίωση.
Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2024 η μέση ηλικία που οι Έλληνες έφυγαν από το πατρικό τους ήταν τα 30,7 έτη. Η επίδοση αυτή συνιστά την 3η υψηλότερη επίδοση στην Ε.Ε. μετά την Κροατία (31,3 έτη) και τη Σλοβακία (30,9 έτη). Μάλιστα στους άνδρες η μέση ηλικία αποχώρησης φτάνει στα 32,5 έτη (από 32,3 έτη το προηγούμενο έτος), ενώ στις γυναίκες ήταν χαμηλότερη στα 28,9 έτη (από 28,8 έτη το 2023).
Πάνω από τα 30 έτη ήταν η μέση ηλικία αποχώρησης από το πατρικό σπίτι και στην Ιταλία (30,1 έτη) και στην Ισπανία (30 έτη). Αντίθετα στην Ε.Ε. η μέση ηλικία είναι τα 26,2 έτη.

«Φωτιά» το κόστος της στέγασης
Το υψηλό κόστος στέγασης μπορεί να ταλανίζει ολόκληρη την Ευρώπη, όμως η χώρα μας κατέχει την πρωτιά σε ό,τι αφορά το ποσοστό του πληθυσμού που διαθέτει σχεδόν το μισό του εισοδήματός του για να νοικιάζει σπίτι. Έτσι, εάν τα παλαιότερα χρόνια ήταν οι οικογενειακοί δεσμοί αυτοί που κράταγαν τους νέους στο ίδιο σπίτι με τους γονείς τους, τα τελευταία χρόνια η βασική αιτία είναι η ραγδαία αύξηση των ενοικίων, που υπερβαίνει σημαντικά την μέση αύξηση των μισθών.
Στην Ελλάδα καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό εκείνων που διαθέτουν για τη στέγαση πάνω από το 40% του εισοδήματος τους. Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται ενοίκια, αλλά και τα λεγόμενα πάγια (κόστος ηλεκτρικού ρεύματος, θέρμανσης, ύδρευσης - αποχέτευσης), οι δόσεις δανείων (σε περίπτωση ανακαίνισης ή επισκευών).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 28,9% του γενικού πληθυσμού στην Ελλάδα επιβαρύνεται με δαπάνες για τη στέγαση που ξεπερνούν το 40% του εισοδήματός του, ενώ ειδικά στην ηλικιακή ομάδα 15-29 ετών το ποσοστό είναι 30,3%.
Μάλιστα στη χώρα μας καταγράφηκε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά νοικοκυριών με υπερπληθυσμό, λόγω του γεγονότος ότι τα παιδιά μένουν με τους γονείς τους και μετά τα 30 έτη. Το 45,5% των νέων έως 30 ετών (27% για τον γενικό πληθυσμό) ζει σε υπερπληθές νοικοκυριό, όταν στην Ε.Ε. το αντίστοιχο ποσοστό είναι 26,5% (και 16,9% στο γενικό πληθυσμό).