Από τη μία οι δασμοί των ΗΠΑ και το ισχυρό ευρώ. Από την άλλη, το γερμανικό δημοσιονομικό πακέτο και οι μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Δυνάμεις που επηρεάζουν αντίρροπα τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και δημιουργούν εύλογα το ερώτημα για το ποιες θα είναι οι τελικά οι επιπτώσεις τους.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Dr. Jörg Krämer, σε ανάλυσή του εμφανίζεται καθησυχαστικός, αν και δεν κρύβει τον προβληματισμό του για το τι θα συμβεί στην υπόλοιπη Ευρωζώνη.
Επιβράδυνση εξαγωγών
Όπως εξηγεί, μετά τη συμφωνία ΕΕ–ΗΠΑ, οι αμερικανικοί δασμοί στις εισαγωγές από την ΕΕ θα επιβραδύνουν τις γερμανικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Η Commerzbank υπολογίζει ότι η μέση δασμολογική επιβάρυνση στις εισαγωγές των ΗΠΑ από τη Γερμανία θα διαμορφωθεί στο 12,8%, ένα ποσοστό σημαντικά υψηλότερο απ’ ό,τι όταν ανέλαβε ο Ντόναλντ Τραμπ καθήκοντα φέτος τον Ιανουάριο.
«Αυτός ο σημαντικά υψηλότερος δασμός καθιστά σαφώς δυσκολότερη την πρόσβαση των γερμανικών επιχειρήσεων στη σημαντικότερη αγορά για τις εξαγωγές τους» ενώ σε δύο χρόνια από σήμερα ο όγκος των γερμανικών στις ΗΠΑ αναμένεται να έχει υποχωρήσει κατά 20%-25%.
- Διαβάστε επίσης: Γερμανία: Οιωνούς κυβερνητικής κρίσης διακρίνει το Spiegel
Δημοσιονομική ώθηση
Ωστόσο, η σταδιακή ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας δύσκολα θα ανακοπεί, εκτιμά ο Krämer. Κι αυτό, διότι το βάρος των υψηλότερων δασμών αντισταθμίζεται από τη ριζική στροφή στη γερμανική δημοσιονομική πολιτική. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, ο νέος δανεισμός αναμένεται να αυξηθεί κατά σχεδόν 124 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2024, ποσό που αντιστοιχεί σε σχεδόν 3% του ΑΕΠ.
Η έκταση της επίδρασης αυτής της πολιτικής εξαρτάται από πολλούς αβέβαιους παράγοντες, εξηγεί ο ίδιος. Η πραγματική ώθηση στην οικονομία πιθανότατα θα είναι σημαντικά μικρότερη από την ονομαστική αύξηση των δαπανών, κυρίως λόγω του πληθωριστικού αποτελέσματος των υψηλότερων κρατικών δαπανών, ωστόσο το καθαρό αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι σαφώς θετικό και θα ενισχύσει την ανάπτυξη κατά τουλάχιστον μισή ποσοστιαία μονάδα τον επόμενο χρόνο.
Μειώσεις επιτοκίων
Στο μεταξύ, όπως σχολιάζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, οι μειώσεις επιτοκίων που έχει εφαρμόσει η ΕΚΤ από το καλοκαίρι του 2024 θα αρχίσουν να ασκούν ολοένα και μεγαλύτερη επίδραση. Και εδώ, όμως, το μέγεθος και ο χρόνος εμφάνισης αυτής της αναμενόμενης ώθησης είναι αβέβαια. «Διάφορες μελέτες έχουν καταλήξει σε πολύ διαφορετικά συμπεράσματα. Ωστόσο, γενικά θεωρείται ότι χρειάζεται κάποιος χρόνος για να περάσει πλήρως στην πραγματική οικονομία η επίδραση μιας μείωσης επιτοκίων. Ως εκ τούτου, η θετική επίδραση της νομισματικής πολιτικής αναμένεται να ενισχυθεί τους επόμενους μήνες» δίνοντας ώθηση στη γερμανική οικονομία.
Ισχυρό ευρώ
Αναλύοντας τις επιπτώσεις της ενίσχυσης του ευρωπαϊκού νομίσματος, ο Krämer επισημαίνει ότι, αν και το ευρώ έχει ανατιμηθεί κατά περίπου 10% από την αρχή του έτους έναντι του δολαρίου, δεν έχει ανατιμηθεί εξίσου έναντι άλλων νομισμάτων. Γι’ αυτό, η συνολική ανταγωνιστικότητα των γερμανικών προϊόντων έχει υποχωρήσει μεν, αλλά όχι δραματικά, με τη διαφορά να είναι μικρή και χωρίς ιδιαίτερη επίδραση στην οικονομία.
Ο Krämer καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ώθηση λόγω νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής θα υπεραντισταθμίσει τις αρνητικές επιπτώσεις των υψηλότερων δασμών στη γερμανική οικονομία, η οποία σύμφωνα με την Commerzbank αναμένεται «να παρουσιάσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη το επόμενο έτος, στο 1,4%, για πρώτη φορά εδώ και καιρό».
Ευρωζώνη
Με βάση τα παραπάνω, η γερμανική οικονομία δεν θα βρίσκεται πλέον στο τέλος της κατάταξης της ευρωζώνης σε ρυθμούς ανάπτυξης το επόμενο έτος, αλλά περίπου στο μέσο, σημειώνει ο Krämer. Κι αυτό διότι το καθαρό αποτέλεσμα των παραπάνω παραγόντων «είναι σαφώς λιγότερο ευνοϊκό στις περισσότερες άλλες χώρες της ευρωζώνης».
«Είναι αλήθεια ότι για πολλές οικονομίες οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ είναι λιγότερο σημαντικές από ό,τι για τη Γερμανία, οπότε οι υψηλότεροι δασμοί των ΗΠΑ θα έχουν μικρότερη επίδραση στις οικονομίες τους» αναφέρει χαρακτηριστικά. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει «καμία άλλη χώρα της ευρωζώνης δεν θα εφαρμόσει τόσο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική όσο η Γερμανία το επόμενο έτος. Αντιθέτως, κάποιες χώρες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, θα πρέπει να μειώσουν τα ελλείμματά τους, κάτι που θα δυσκολέψει λόγω των αυξανόμενων επιτοκίων».
Συνολικά για την Ευρωζώνη, η Commerzbank προβλέπει ανάπτυξη με ρυθμό 1,2% το επόμενο έτος, έναντι 1,0% φέτος, αν όμως εξαιρεθεί η Γερμανία τότε ο ρυθμός ανάπτυξης πιθανότατα θα είναι, τελικά, ελαφρώς χαμηλότερος σε σχέση με το 2025.