Σε ένα νέο παιχνίδι «γάτας – ποντικιού» εισέρχεται η Ρωσία με τη Δύση, καθώς θα αναζητήσει νέους τρόπους παράκαμψης των νέων αμερικανικών κυρώσεων στους δύο κολοσσούς πετρελαίου της Rosneft και Lukoil. Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών κατηγόρησε την Ρωσία για «έλλειψη σοβαρής δέσμευσης στη διαδικασία ειρήνευσης για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία».
Πρόκειται για τις πρώτες σημαντικές κυρώσεις κατά της Μόσχας από τότε που ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, σηματοδοτώντας στροφή στην αμερικανική πολιτική μετά την απογοήτευση για την άρνηση του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν να αποδεχθεί εκεχειρία. Οι κυρώσεις στοχεύουν να περιορίσουν τη δυνατότητα της Ρωσίας να χρηματοδοτεί τον πόλεμο, ο οποίος διανύει ήδη το τέταρτο έτος του, εν μέσω επιδείνωσης της οικονομίας και αυξανόμενου δημοσιονομικού ελλείμματος.
Ήδη πριν από τα νέα μέτρα, η ρωσική κυβέρνηση προέβλεπε ότι τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο – που αντιστοιχούν σχεδόν στο ένα τέταρτο του προϋπολογισμού – θα υποχωρήσουν το 2025 σε χαμηλό τετραετίας, λόγω πτώσης των τιμών του αργού και ισχυρότερου ρουβλίου. «Οι κυρώσεις σίγουρα θα έχουν αντίκτυπο», δήλωσε στο Bloomberg ο Κονσταντίν Σίμονοφ, επικεφαλής του Εθνικού Ταμείου Ενεργειακής Ασφάλειας της Μόσχας.
«Δεν πρόκειται να πούμε ότι είναι απλώς "τσιμπήματα κουνουπιών", αλλά δεν θα μειώσουν δραστικά τους όγκους. Υπάρχουν τρόποι να παρακαμφθούν τέτοια μέτρα και είναι σχεδόν αδύνατο να τα αντιμετωπίσει κανείς πλήρως», πρόσθεσε. Η τελική επίδραση των κυρώσεων θα εξαρτηθεί, εν μέρει, από το κατά πόσο οι ΗΠΑ επιδιώκουν πραγματικά να πλήξουν την παγκόσμια προσφορά ρωσικού πετρελαίου - στόχο που στο παρελθόν είχαν αποφύγει, φοβούμενες άνοδο των διεθνών τιμών ενέργειας.
Γιατί τώρα;
Κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2024, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποσχεθεί ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο στην Ουκρανία «μέσα σε 24 ώρες» εφόσον εκλεγόταν. Ωστόσο, από τη στιγμή που επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, διαπίστωσε ότι η υπόθεση αποδεικνύεται πολύ πιο περίπλοκη απ’ όσο είχε φανταστεί. Η στάση του απέναντι στη σύγκρουση έχει μεταβληθεί επανειλημμένα - από τη δήλωση του περασμένου μήνα ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να ανακτήσει όλα τα εδάφη που έχασε μετά την εισβολή του 2022, έως τη φετινή εβδομάδα, όταν πρότεινε τη διαίρεση της περιοχής του Ντονμπάς κατά τρόπο που θα άφηνε το μεγαλύτερο μέρος της υπό ρωσικό έλεγχο.
Αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ ακύρωσε αιφνιδιαστικά μια προγραμματισμένη δεύτερη σύνοδο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, εν μέσω πληροφοριών ότι ο Λευκός Οίκος δυσανασχετούσε με τους όρους που έθεσε η ρωσική πλευρά. Μέχρι την Τετάρτη, η ενόχλησή του ήταν εμφανής· «Κάθε φορά που μιλώ με τον Βλαντίμιρ, οι συζητήσεις είναι καλές, αλλά δεν οδηγούν πουθενά», είπε στους δημοσιογράφους.
Παρότι ο Τραμπ αντιστεκόταν στις πιέσεις συμμάχων του στο Κογκρέσο να επιβάλει νέες κυρώσεις, η αδιαλλαξία της Ρωσίας, σε συνδυασμό με τη συνεχή πίεση από τους Ευρωπαίους, φαίνεται πως τον οδήγησαν να αναθεωρήσει.
Το πλήγμα για την Ρωσία
Η Ρωσία αναμένει πλήγμα στα δημόσια έσοδα λόγω των νέων αμερικανικών κυρώσεων, όμως Ρώσοι αξιωματούχοι δηλώνουν βέβαιοι ότι θα βρουν τρόπους να μετριάσουν τις επιπτώσεις των μέτρων.
Οι απώλειες θεωρούνται αναπόφευκτες, αν και προς το παρόν δύσκολο να υπολογιστούν, μετά την απόφαση της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να εντάξει τις δύο εταιρείες στη μαύρη λίστα, σύμφωνα με το Bloomberg, επικαλούμενο αξιωματούχο προσκείμενο στο Κρεμλίνο. Η Μόσχα σκοπεύει να αξιοποιήσει το δίκτυο εμπόρων πετρελαίου και τον λεγόμενο «σκιώδη» στόλο των δεξαμενόπλοιων για να περιορίσει τον οικονομικό αντίκτυπο.
Την Πέμπτη, ινδικές εταιρείες διύλισης πετρελαίου άφησαν να εννοηθεί ότι θα σταματήσουν σχεδόν ολοκληρωτικά τις αγορές ρωσικού αργού. Αν αυτό επιβεβαιωθεί, η Ρωσία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια σοβαρή πρόκληση στην αναζήτηση νέων αγοραστών, δίνοντας ενδεχομένως στην Κίνα ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στις τιμές.
Ένας ακόμη Ρώσος αξιωματούχος δήλωσε ότι η Μόσχα έχει περίπου έναν μήνα για να προετοιμαστεί πριν τεθούν πλήρως σε ισχύ οι περιορισμοί, διάστημα το οποίο θα αξιοποιηθεί για προσαρμογή στη νέα κατάσταση. Δεν απέκλεισε, ωστόσο, το ενδεχόμενο ο πρόεδρος Τραμπ να αναθεωρήσει τη στάση του, ανάλογα με την πορεία των διαπραγματεύσεων με το Κρεμλίνο.
Το αποτύπωμα στο ρωσικό πετρέλαιο
Το πιθανότερο είναι οι κυρώσεις να οδηγήσουν σε περίοδο μεγάλων εκπτώσεων στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου στις διεθνείς αγορές, με πιθανή μείωση της προσφοράς. Ήδη, το ρωσικό αργό διαπραγματεύεται με σημαντικές εκπτώσεις έναντι του Βrent περίπου 12 με 13 δολάρια ανά βαρέλι χαμηλότερα αυτόν τον μήνα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Argus. Οι εκπτώσεις αυτές μειώνονται αισθητά όταν το φορτίο φτάνει στον τελικό προορισμό, υποδεικνύοντας ότι ενδιάμεσοι έμποροι αποκομίζουν τα μεγαλύτερα κέρδη.
Η Ρωσία έχει καταφέρει να ξεπεράσει πολλαπλές απειλές για τις εξαγωγές πετρελαίου της από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Όταν οι ευρωπαϊκές αγορές απέσυραν τη ζήτηση, στράφηκε ταχύτατα στην Ινδία και την Κίνα, που πλέον απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού αργού. Oι Rosneft και Lukoil θα επιχειρούν να πωλήσουν πετρέλαιο μέσω ενδιάμεσων εμπόρων που θα το μεταπωλούν σε αγοραστές της Ασίας.
Αν η Ινδία συμμορφωθεί πλήρως με τις αμερικανικές κυρώσεις, η Ρωσία θα χάσει αγορές για περίπου 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως - σχεδόν το 1/4 των θαλάσσιων εξαγωγών της. Ωστόσο, το Νέο Δελχί έχει δείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να τηρεί τυπικά τις δυτικές κυρώσεις, συνεχίζοντας παράλληλα τις συναλλαγές με τη Μόσχα όταν το διεθνές ενδιαφέρον υποχωρεί.
Μια πτώση 5% έως 10% στις εξαγωγές των Lukoil και Rosneft, σε συνδυασμό με ευρύτερες εκπτώσεις, θα μπορούσε να κοστίσει έως και 120 δισ. ρούβλια (περίπου 1,5 δισ. δολάρια) το μήνα, σύμφωνα με τον αναλυτή Βλαντίμιρ Τσερνόφ της Freedom Finance Global. «Οι όγκοι εξαγωγών ενδέχεται να μειωθούν προσωρινά καθώς αναδιαρθρώνεται η εφοδιαστική αλυσίδα, ενώ οι εκπτώσεις πιθανόν να διευρυνθούν ξανά», δήλωσε στο Bloomberg ο Ντμίτρι Πολεβόι, επενδυτικός διευθυντής της Astra Asset Management στη Μόσχα.
«Η επίδραση αυτή μπορεί να αντισταθμιστεί εν μέρει αν αυξηθούν οι διεθνείς τιμές πετρελαίου ή αποδυναμωθεί το ρούβλι» επεσήμανε, ενώ πρόσθεσε πως: «Προς το παρόν, η κατάσταση δεν φαίνεται ανησυχητική για τον προϋπολογισμό. Αυτό που προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία είναι η πιθανή μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη πτώση των τιμών του πετρελαίου» κατέληξε.
H στάση του Πεκίνου
Σε μια τέτοια περίπτωση, η στάση του Πεκίνου θα είναι καθοριστική. Η Κίνα ήδη προμηθεύεται ποσότητες ρωσικού πετρελαίου αντίστοιχες με της Ινδίας και πιθανότατα θα αυξήσει τις εισαγωγές της, χρησιμοποιώντας σε μεγαλύτερο βαθμό τον «σκιώδη» στόλο δεξαμενόπλοιων.
Ωστόσο, οι κινεζικές κρατικές πετρελαϊκές εταιρείες ανέστειλαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται διά θαλάσσης, μετά την απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλουν, σύμφωνα με το Reuters, επικαλούμενο πηγές. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι κινεζικές κρατικές εταιρείες PetroChina, Sinopec, CNOOC και Zhenhua Oil αποφάσισαν να απέχουν τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα από συναλλαγές με ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται διά θαλάσσης, λόγω ανησυχιών σχετικά με τις αμερικανικές κυρώσεις.
Η Κίνα εισάγει περίπου 1,4 εκατ. βαρέλια ρωσικού πετρελαίου ημερησίως μέσω θαλάσσης, ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος αυτών των ποσοτήτων αγοράζεται από ανεξάρτητα διυλιστήρια, ενώ οι εκτιμήσεις για τις αγορές των κρατικών εταιρειών διαφέρουν σημαντικά. Η εταιρεία ανάλυσης Vortexa Analytics υπολόγισε ότι οι αγορές ρωσικού πετρελαίου από κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις δεν ξεπέρασαν τα 250.000 βαρέλια ημερησίως κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2025, ενώ η συμβουλευτική Energy Aspects τοποθέτησε το αντίστοιχο νούμερο στα 500.000 βαρέλια ημερησίως.
Η Unipec, το εμπορικό σκέλος της Sinopec, σταμάτησε τις αγορές ρωσικού πετρελαίου την περασμένη εβδομάδα, αφότου το Ηνωμένο Βασίλειο επέβαλε κυρώσεις στις Rosneft και Lukoil, καθώς και σε πλοία του «σκιώδους» στόλου και σε κινεζικές οντότητες, μεταξύ αυτών και μία μεγάλη κινεζική εταιρεία διύλισης, ανέφεραν δύο εμπορικές πηγές στο Reuters.
Ο αντίκτυπος στις διεθνείς τιμές πετρελαίου
Η ανακοίνωση των κυρώσεων του προέδρου Τραμπ έχει ήδη προκαλέσει άνοδο στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου, με το brent να καταγράφει ράλι 5%. Συγκριτικά, μετά την ανακοίνωση του Ηνωμένου Βασιλείου για κυρώσεις εις βάρος των Rosneft και Lukoil την περασμένη εβδομάδα, το Βrent είχε σημειώσει άνοδο μόλις 1,6%.
Η ανακοίνωση εκείνη είχε οδηγήσει τη ρωσική πρεσβεία στο Λονδίνο να προειδοποιήσει ότι η στοχοποίηση μεγάλων ρωσικών ενεργειακών εταιρειών θα διατάρασσε την παγκόσμια προσφορά καυσίμων και θα προκαλούσε αυξήσεις τιμών διεθνώς – συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο, οι δυσοίωνες αυτές προβλέψεις δεν φαίνεται να έχουν επαληθευθεί σε σημαντικό βαθμό και ωχριούν μπροστά στην αύξηση που καταγράφηκε το τελευταίο 24ωρο, καθώς η ανακοίνωση Τραμπ εντείνει την αβεβαιότητα στις αγορές.
Παρά ταύτα, ο Δρ Στιούαρτ Ρόλο, συνεργάστης στο Κέντρο Σπουδιών Διεθνούς Ασφάλειας του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ, εκτιμά ότι η πρόσφατη αυτή άνοδος είναι απίθανο να συνεχιστεί. «Σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δεν αναμένω ουσιαστική επίδραση στις παγκόσμιες τιμές του πετρελαίου – εκτός αν επιβληθούν και εφαρμοστούν αυστηρά δευτερογενείς κυρώσεις που θα αφορούν τη ναυτιλία και τη χρηματοδότηση των εταιρειών αυτών», δήλωσε στο BBC.
Τι άλλο θα μπορούσαν να κάνουν οι ΗΠΑ;
Οι σύμμαχοι της Ουκρανίας συνεχίζουν να πιέζουν τον Τραμπ να αναζητήσει και άλλες μορφές στήριξης, ανάμεσά τους ένα σχέδιο που προβλέπει τη χρήση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν παγώσει από την αρχή του πολέμου, για τη χρηματοδότηση της ουκρανικής άμυνας. Αυτή την εβδομάδα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται να εγκρίνουν δάνειο ύψους 140 δισ. ευρώ προς την Ουκρανία, χωρίς τόκο, με εγγύηση ρωσικών κεφαλαίων δεσμευμένων σε ευρωπαϊκές τράπεζες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ΗΠΑ έχουν αποστασιοποιηθεί από το συγκεκριμένο σχέδιο. Ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι εξακολουθεί επίσης να πιέζει την Ουάσινγκτον για την παροχή όπλων μεγάλου βεληνεκούς, ικανών να πλήξουν στόχους βαθιά μέσα στο ρωσικό έδαφος. Οι προσπάθειές του να εξασφαλίσει πυραύλους Τόμαχοκ σε πρόσφατη συνάντηση στον Λευκό Οίκο ναυάγησαν, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία του Τραμπ με τον Πούτιν.
Την Τετάρτη, η Wall Street Journal μετέδωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα επιτρέψει στην Ουκρανία να χρησιμοποιεί πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς που της έχουν προμηθεύσει σύμμαχες χώρες, όπως οι βρετανικοί Storm Shadow που χρησιμοποιήθηκαν πρόσφατα σε επίθεση σε χημικό εργοστάσιο στο Μπριάνσκ, παρά τις ανησυχίες στην Ουάσινγκτον για πιθανή κλιμάκωση της έντασης με το Κρεμλίνο. Ωστόσο, ο Τραμπ διέψευσε μέσω κοινωνικών δικτύων ότι έχει αρθεί οποιοσδήποτε περιορισμός, γράφοντας πως οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς τους πυραύλους, απ’ όπου κι αν προέρχονται ή ό,τι κι αν κάνει η Ουκρανία με αυτούς.