Οι λόγοι πίσω από τη στασιμότητα της Moody's για την Ελλάδα

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Οι λόγοι πίσω από τη στασιμότητα της Moody's για την Ελλάδα
Σε μια πλήρη και αναλυτική τεκμηρίωση της θέσης τους σχετικά με τη μη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας την περασμένη Παρασκευή, προχώρησαν οι αναλυτές της Moody's, έχοντας έχει χυθεί ήδη αρκετό μελάνι - λαμβάνοντας και πολιτικές προεκτάσεις - γύρω από τις προοπτικές της οικονομίας.

Σε μια πλήρη και αναλυτική τεκμηρίωση της θέσης τους, σχετικά με τη μη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας την περασμένη Παρασκευή, προχώρησαν οι αναλυτές της Moody's, καθώς έχει χυθεί ήδη αρκετό μελάνι - λαμβάνοντας και πολιτικές προεκτάσεις - γύρω από τις προοπτικές της οικονομίας.

Ο οίκος παραθέτει σημαντικά στοιχεία και δομικά ζητήματα της οικονομίας που χρήζουν βελτίωσης, ώστε η Ελλάδα να καταφέρει να αναρριχηθεί περαιτέρω στον «τοίχο» των αξιολογήσεων, κρατώντας αποστάσεις από τις διάφορες πολιτικές σκοπιμότητες.

Η Moody's αξιολογεί τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας με «baa1», κάτι που εξισορροπεί τα υψηλά επίπεδα πλούτου και την ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική της με το μέτριο μέγεθος της οικονομίας. Η αξιολόγηση «baa1» είναι μία βαθμίδα χαμηλότερα από το «a3», η οποία αντικατοπτρίζει τη σχετικά χαμηλότερη οικονομική διαφοροποίηση και πολυπλοκότητα σε σύγκριση με αντίστοιχες, σε αξιολόγηση, οικονομίες, και έναν ακόμη χαμηλό - αν και αυξανόμενο - δείκτη επενδύσεων. Επιπλέον, αντικατοπτρίζει τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις για τη δυνητική ανάπτυξη εξαιτίας διάφορων δυσμενών δημογραφικών στοιχείων.

Όπως αναφέρει o Steffen Dyck, Senior Vice President της Moody's και υπεύθυνος για την Ελλάδα, «η τωρινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις διαρθρωτικές προκλήσεις, ιδίως εκείνες που σχετίζονται με το χαμηλό επίπεδο επενδύσεων, προχωρώντας σε μείωση των αυξημένων φορολογικών συντελεστών, σε χαλάρωση του κανονιστικού και ρυθμιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις, σε βελτίωση του πλαισίου αδειοδότησης επενδύσεων και προωθώντας τις ιδιωτικοποιήσεις. Η αποτελεσματική απορρόφηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) θα είναι επίσης κρίσιμης σημασίας για την ενίσχυση των επενδύσεων και της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής».

Η ομάδα της Moody's εκτιμά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να λάβει μια ώθηση στο δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της, της τάξεως των 0,4 ποσοστιαίων μονάδων ετησίως έως το 2030, στη βάση των εισροών και της σωστής αξιοποίησης των πόρων του RRF. Το ποσοστό ανεργίας έχει επίσης βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια - στο 10,4% τον Ιανουάριο του 2024, από το υψηλό του 28% κατά το 2013, αλλά εξακολουθεί να είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ μετά την Ισπανία. Ειδικότερα, η υψηλή ανεργία παραμένει ένα ζήτημα για τους νέους και τις γυναίκες, ενώ η εισοδηματική ανισότητα είναι υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το ποσοστό των ατόμων που κινδυνεύουν ή βρίσκονται κοντά στο όριο της φτώχειας είναι συγκριτικά υψηλό.

Παράλληλα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, που επιδεινώθηκε από τη μετανάστευση ενός υψηλού ποσοστού νέων και καλά μορφωμένων πολιτών (brain drain) κατά τα χρόνια της κρίσης. Το ποσοστό του πληθυσμού σε εργάσιμη ηλικία που απασχολείται θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurostat. Αυτός είναι και η βασική αιτία πίσω από το συγκριτικά πιο αδύναμο μακροπρόθεσμό δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης, τον οποίο η Κομισιόν προβλέπει στο 1,1% για την περίοδο 2022 έως 2070 στην έκθεση για τη γήρανση του πληθυσμού το 2024.

Η Moody's αξιολογεί το πλαίσιο των θεσμών και το προφίλ διακυβέρνησης της Ελλάδας με «baa2», δηλαδή δύο βαθμίδες χαμηλότερα από το «a3», κάτι που αντικατοπτρίζει το ιστορικό χρεοκοπίας της χώρας. Η αξιολόγηση του «a» για την ποιότητα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας αντανακλά την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει μια απτή πρόοδο σε τομείς, όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση. «Η Ελλάδα είναι επίσης μεταξύ των πρωτοπόρων στην υλοποίηση ορόσημων και στόχων μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ενώ θα χρειαστούν ισχυρές δεσμεύσεις ώστε να αποτυπωθούν πλήρως τα οφέλη των θεσμικών αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη για τη δημιουργία μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης, αυτές οι βελτιώσεις αρχίζουν να αντικατοπτρίζονται στους δείκτες διακυβέρνησης», επισημαίνει ο Dyck.

Παράλληλα, ο οίκος αξιολογεί τη δυναμική της κοινωνίας των πολιτών και του δικαστικού σώματος με «baa», κάτι που αντικατοπτρίζει την πρόοδο στον εκσυγχρονισμό του δικαστικού συστήματος και τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που πέρασαν τον Νοέμβριο του 2021, σχετικά με τη δωροδοκία δημοσίων λειτουργών. Ο έλεγχος της διαφθοράς και η βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος θα παραμείνουν δύο τομείς υψηλών προκλήσεων, με δυνητικά αρνητικές επιπτώσεις στο επιχειρηματικό και επενδυτικό σύστημα, σε περίπτωση επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής δυναμικής ή ανατροπής των αποφάσεων.

Επιπλέον, η Moody's αξιολογεί τη δημοσιονομική δυναμικής της Ελλάδας με «ba2». Ο δείκτης δημόσιου χρέους εκτιμάται στο 161% στα τέλη του 2023, με τη χώρα να έχει έναν από τους υψηλότερους όγκους δημόσιου χρέους μεταξύ των κρατών που αξιολογεί ο οίκος. «Ο δείκτης δημόσιου χρέους έχει μειωθεί από το υψηλό του 207% το 2020 και αναμένουμε, πως από το 2022 έως 2024, η Ελλάδα θα καταγράψει μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις χρέους μεταξύ όλων των κρατών που αξιολογούμε, η οποία αντανακλάται μέσω μιας θετικής προσαρμογής της τάσης του χρέους. Ευρύτερα, ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα χαμηλότερα του 150% του ΑΕΠ έως το 2025. Ωστόσο, η Ελλάδα θα εξακολουθεί να διαθέτει ένα από τα υψηλότερα μεγέθη παγκοσμίως για τα επόμενα τρία έως πέντε χρόνια. «Εφαρμόζουμε μια θετική προσαρμογή για τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της Ελλάδας που ξεπερνούν τα 30 δισ. ευρώ (περίπου 14% του ΑΕΠ)», αναφέρει ο Dyck.

Η σημαντική και συνεχής ελάφρυνση του χρέους αντικατοπτρίζεται στις μετρήσεις προσιτότητας (πληρωμές τόκων σε σχέση με το ΑΕΠ και τα κρατικά έσοδα) που είναι σημαντικά ισχυρότερες από ό,τι υποδηλώνουν οι μετρήσεις του χρέους, διογκώνοντας την αρχική αξιολόγηση της δημοσιονομικής δυναμικής. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει πολύ υψηλές πιθανές υποχρεώσεις, κυρίως από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τη δημοσιονομική δυναμική εάν αποκρυσταλλωθούν στον προϋπολογισμό.

Οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό κατά τα τελευταία χρόνια περιορίζουν τις δημοσιονομικές επιπτώσεις του δυσμενούς δημογραφικού προφίλ. Το δημόσιο κόστος που σχετίζεται με τη γήρανση του πληθυσμού (δηλαδή, οι δημόσιες δαπάνες για συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη και μακροχρόνια περίθαλψη) θα αυξηθούν σε απόλυτους αριθμούς, αλλά θα μειωθούν ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 17% του ΑΕΠ έως το 2060, περίπου έξι ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με το 2020, αναφέρει η Moody's.

Από την άλλη, οι αναλυτές αξιολογούν την ευαισθησία της Ελλάδας στον κίνδυνο ενός γεγονότος με «ba». Η αξιολόγηση αυτή παραμένει συνδεδεμένη με κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό κλάδο και πιο συγκεκριμένα από τον συνδυασμό μιας σχετικά μεγάλου μεγέθους και, παρά τις σημαντικές βελτιώσεις, σχετικά ασθενούς μέσης σταθμισμένης βασικής πιστωτικής αξιολόγησης. Δεδομένων των αξιοσημείωτων βελτιώσεων και της προσδοκίας μας για περαιτέρω ενίσχυση της δυναμικής του κλάδου, ο κίνδυνος μιας νέας τραπεζικής κρίσης, που θα μπορούσε να απαιτήσει ένα νέο πακέτο στήριξης, έχει υποχωρήσει», αναφέρουν οι αναλυτές.

H αξιολόγηση κινδύνου πολιτικών γεγονότων στο «baa» αντανακλά κυρίως την έκθεση σε γεωπολιτικούς κινδύνους. Οι εθνικές εκλογές του 2023 κατέληξαν σε μια ηχηρή επικράτηση της Νέας Δημοκρατίας και η δεύτερη θητεία του Κυριάκου Μητσοτάκη, υποστηρίζει τη συνέχεια στις δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές, που αποτελεί «credit positive» για την Ελλάδα.

Ωστόσο, η Moody's αναφέρεται και στη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας - Ουκρανίας και στις διάφορες αναφορές περί πιθανής εμπλοκής και τρίτων. Όπως αναφέρει ο οίκος, ως μέλος του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα είναι εκτεθειμένη σε μια αλλαγή της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη, υπό το πρίσμα της πολεμικής σύρραξης στην Ουκρανία. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ αποτελεί μια εγγύηση εθνικής ασφάλειας, αλλά η χώρα αντιμετωπίζει επίσης κινδύνους μετάδοσης μιας κρίσης, καθώς δεσμεύεται από τη ρήτρα συλλογικής άμυνας του άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, η οποία θα αντιμετωπίσει μια επίθεση σε οποιοδήποτε μέλος του ΝΑΤΟ, ως επίθεση σε όλα τα υπογράφοντα μέρη. Η ρήτρα αμοιβαίας άμυνας της ΕΕ (άρθρο 42.7 της Συνθήκης της Λισαβόνας) θα ισχύει επίσης εάν η σύγκρουση αφορούσε χώρα της ΕΕ. «Αν και δεν αποτελεί τη η βασική μας υπόθεση λόγω του αποτρεπτικού αποτελέσματος αυτών των ρητρών, η πιθανότητα τέτοιων κινδύνων έχει αυξηθεί υπό το φως της συνεχιζόμενης στρατιωτικής σύγκρουσης», αναφέρει η Moody's.

Επιπλέον, η Moody's αξιολογεί τον κίνδυνο ρευστότητας με «a». Αυτό αντανακλά την ευνοϊκή δομή του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από μεγάλη μέση ωρίμανση που φτάνει περίπου τα είκοσι έτη, και τα πολύ υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της κυβέρνησης, το οποία θα ήταν αρκετά για να καλύψουν περισσότερα από δύο χρόνια χρηματοδοτικών αναγκών. Ο αντίκτυπος στο κόστος χρηματοδότησης από την αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής είναι μειωμένος, δεδομένης της αντιστάθμισης του επιτοκιακού κινδύνου. Οι ανάγκες αναχρηματοδότησης είναι χαμηλές για τα επόμενα χρόνια, ως αποτέλεσμα της δέσμευσης των πιστωτών της Ευρωζώνης να εξασφαλίσουν διαχειρίσιμες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, ενώ η Moody's αναμένει επίσης τη συνέχιση της στήριξης από την ΕΚΤ, όπως απαιτείται.

Τέλος με «a» αξιολογούν οι αναλυτές τον κίνδυνο εξωτερικής ευπάθειας. Πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει ουσιαστικά το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, από περίπου 15% του ΑΕΠ που αποτελούσε το υψηλό κατά το 2008, σε μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. Ωστόσο, η πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορονοϊού οδήγησε σε απότομη διεύρυνση του ελλείμματος κοντά στο 7% του ΑΕΠ το 2020 και το 2021. Οι υψηλές τιμές ενέργειας, σε συνδυασμό με την ισχυρή κατανάλωση και τις επενδύσεις οδήγησαν σε περαιτέρω διεύρυνση, στο 10,3% το 2022, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει βελτιωθεί σημαντικά σε έλλειμμα 6,4% του ΑΕΠ το 2023, λόγω των χαμηλότερων εισαγωγών ενέργειας και των ισχυρών τουριστικών εσόδων.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider