Η 30ή Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP30) άνοιξε επίσημα τις εργασίες της στην πόλη Μπελέμ της Βραζιλίας, στην καρδιά του Αμαζονίου, σηματοδοτώντας μια δεκαετία από τη Συμφωνία του Παρισιού.
Οι ηγέτες του πλανήτη, οι διεθνείς οργανισμοί και οι περιβαλλοντικοί φορείς συγκεντρώνονται σε μια Σύνοδο που θεωρείται καθοριστική για τη μελλοντική πορεία του πλανήτη απέναντι στην κλιματική κρίση, καθώς οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται και ο στόχος του +1,5°C καταρρέει.
- Σε τεντωμένο σκοινί η Παγκόσμια Συμφωνία για τα Πλαστικά – Σε επανάληψη το «έργο» της COP29
- COP29: Στο «και πέντε» οι προσπάθειες για συμφωνία – Πληγή η χρηματοδότηση των φτωχότερων κρατών
Στο επίσημο άνοιγμα της Συνόδου παρουσιάστηκε η φιλόδοξη πρωτοβουλία “Baku to Belém Roadmap”, που στοχεύει στη δέσμευση 1,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2035 για τη χρηματοδότηση δράσεων προσαρμογής και μείωσης εκπομπών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Παρά τον ενθουσιασμό, το κλίμα ήταν φορτισμένο με αβεβαιότητα, καθώς πέντε κρίσιμα ζητήματα της ατζέντας παρέμειναν ανοιχτά. Οι διαπραγματεύσεις γύρω από τον τρόπο εφαρμογής του μηχανισμού χρηματοδότησης, τη «δίκαιη μετάβαση» και την προστασία των τροπικών δασών αναμένονται δύσκολες και καθοριστικές για την επιτυχία (ή αποτυχία) της διάσκεψης.
Κατά την εναρκτήρια ομιλία του, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, χαρακτήρισε την αποτυχία να διατηρηθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη κάτω από τους 1,5 βαθμούς Κελσίου «ηθική αποτυχία και θανατηφόρο αμέλεια». Την ίδια στιγμή, η Βραζιλία παρουσίασε την πρωτοβουλία Tropical Forest Forever Facility, ένα φιλόδοξο σχέδιο επενδύσεων ύψους 125 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τη διατήρηση των τροπικών δασών, προσπαθώντας να συνδυάσει την πολιτική ηγεσία με την οικολογική ευθύνη, καθώς η ίδια φιλοξενεί την εκδήλωση στην καρδιά της Αμαζονίας.
Παραμένουν οι αποκλίσεις στις συζητήσεις για το Κλίμα
Δέκα χρόνια μετά τη Συμφωνία του Παρισιού, η Βραζιλία επιχειρεί να παίξει ρόλο «γεφυροποιού» ανάμεσα στις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, προωθώντας τη λογική της «δίκαιης μετάβασης» και της χρηματοδότησης χωρών που πλήττονται περισσότερο από την κλιματική κρίση. Όμως οι αποκλίσεις παραμένουν έντονες. Πολλές χώρες του Παγκόσμιου Νότου καταγγέλλουν ότι οι υποσχέσεις των ανεπτυγμένων οικονομιών για τη μεταφορά τεχνολογίας και χρηματοδότησης έχουν παραμείνει στα χαρτιά.
Οι πρώτες συζητήσεις στη Μπελέμ αποκάλυψαν βαθιές ανισότητες στην εκπροσώπηση και συμμετοχή. Οι ιθαγενείς κοινότητες του Αμαζονίου, αλλά και κοινωνικά κινήματα από την Αφρική και την Ασία, ζήτησαν να ακουστούν «οι φωνές εκείνων που ζουν στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης». Παράλληλα, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών επεσήμαναν τις δυσκολίες πρόσβασης στη σύνοδο λόγω του υπερβολικού κόστους διαμονής στην πόλη Μπελέμ, γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητα συμμετοχής μικρών και φτωχών κρατών.
Μια ακόμη σκιά πάνω από τις εργασίες της COP30 αποτελεί η έλλειψη υψηλού επιπέδου εκπροσώπησης των Ηνωμένων Πολιτειών, του κράτους που μέχρι πρόσφατα ήταν κορυφαίος ρυπαντής αλλά και σημαντικός παίκτης στη διεθνή κλιματική διαπραγμάτευση. Στο ίδιο πλαίσιο, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Συνόδου, André Corrêa do Lago, οι πλούσιες χώρες «έχουν χάσει τον ενθουσιασμό» για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, ενώ η Κίνα επιταχύνει την παραγωγή και διάδοση τεχνολογιών καθαρής ενέργειας. Η δήλωσή του έρχεται ενώ οι αντιπρόσωποι από 194 χώρες συναντώνται για να εξετάσουν σχέδια που — υπό τις υφιστάμενες δεσμεύσεις — οδηγούν τον πλανήτη σε ανησυχητικά επίπεδα θέρμανσης, περίπου 2,5 °C αντί του στόχου της Συμφωνίας του Παρισιού.
Η Βραζιλία, ως προεδρεύουσα χώρα, κάλεσε τα κράτη να παραδώσουν πιο φιλόδοξα αναθεωρημένα Εθνικά Σχέδια για το Κλίμα (NDCs) επισημαίνοντας ότι η COP30 πρέπει να λειτουργήσει ως «σημείο επανεκκίνησης» της παγκόσμιας προσπάθειας για την κλιματική ουδετερότητα. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορούνται ότι καθυστερούν να παρουσιάσουν επικαιροποιημένα σχέδια, εντείνοντας το χάσμα μεταξύ δεσμεύσεων και πράξεων.
Πέρα από τη χρηματοδότηση, οι συζητήσεις επικεντρώνονται στην ανάγκη ενίσχυσης των αγορών άνθρακα, στην υιοθέτηση βιώσιμων βιοκαυσίμων και στη δημιουργία μηχανισμών αξιολόγησης προόδου (global stocktake) με διαφάνεια και αξιοπιστία. Ο επικεφαλής της International Renewable Energy Agency (IRENA), Φραντσέσκο Λα Καμέρα, δήλωσε ότι τα «πράσινα καύσιμα» και η τεχνολογία υδρογόνου θα βρεθούν στο επίκεντρο της ατζέντας της COP30, προβλέποντας τετραπλασιασμό της παραγωγής βιώσιμων βιοκαυσίμων μέχρι το 2035.
Παρά τις προσδοκίες, η πρώτη ημέρα της Συνόδου δεν απέφυγε τα σύννεφα αβεβαιότητας. Η καθυστέρηση οριστικοποίησης της ατζέντας και η δυσκολία εξεύρεσης κοινής γλώσσας σε θέματα όπως η χρηματοδότηση και η δίκαιη μετάβαση αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο δύσκολων διαπραγματεύσεων. Η COP30 αποτελεί ένα τεστ αξιοπιστίας για το διεθνές σύστημα. Η επιτυχία της θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τις νέες εξαγγελίες, αλλά από τη βούληση να μετατραπούν σε συγκεκριμένα μέτρα. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γκουτέρες, «δεν πρόκειται πια για στόχους στα χαρτιά, αλλά για το ποιοι θα επιβιώσουν στον πλανήτη που αλλάζει».