Η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη στη φορολόγηση των τυχερών παιγνίων, με τις κοινωνικές της απώλειες είναι ακόμη πιο βαριές. Με συντελεστή που φτάνει το 55% επί του GGR (ακαθάριστα έσοδα παιγνίων), η χώρα εφαρμόζει το αυστηρότερο φορολογικό πλαίσιο για παρόχους, με αποτέλεσμα ένα εκρηκτικό μείγμα οικονομικής πίεσης, παραοικονομίας και αυξανόμενου κοινωνικού κόστους.
Αυτή είναι η βασική διαπίστωση της Ενδιάμεσης Έκθεσης Κοινωνικού Αντίκτυπου Τυχερών Παιχνιδιών που παρουσίασε πρόσφατα το ΕΚΚΕ (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών), σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Καινοτομίας και Κοινωνικής Ευθύνης της ΕΕΕΠ (Ελληνική Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων). Η έκθεση έρχεται σε μια περίοδο όπου η συζήτηση για τη ρύθμιση της αγοράς τυχερών παιχνιδιών έχει αναζωπυρωθεί, με το οικονομικό αποτύπωμα να συγκρούεται ανοιχτά με την ανάγκη για προστασία των παικτών και της κοινωνίας.
Η υψηλή φορολόγηση δημιουργεί κίνητρα για παρανομία
Σύμφωνα με την έκθεση, η φορολόγηση στη χώρα μας είναι πολλαπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ο οποίος δεν υπερβαίνει το 22%. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς η επιβάρυνση των παρόχων – που σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σε συμπίεση προσφορών και απόσυρση επενδύσεων – αλλά η ενίσχυση του παράνομου στοιχηματισμού, ο οποίος προσφέρει αφορολόγητες αποδόσεις και απουσία κρατικής εποπτείας.
Η φορολογική στρέβλωση εκτρέφει ένα οικοσύστημα όπου ο παίκτης μετακινείται σταδιακά από την επίσημη αγορά σε κανάλια χωρίς διαφάνεια και έλεγχο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, «η σημερινή μορφή του κανονιστικού πλαισίου ενισχύει άθελά της την παραοικονομία, δημιουργώντας απώλεια εσόδων για το κράτος και αυξημένο κίνδυνο για τον πολίτη».
Η κοινωνική διάσταση του «αντίτιμου»
Πάνω από 70% των πολιτών δηλώνουν συμμετοχή σε τουλάχιστον ένα τυχερό παίγνιο το τελευταίο έτος, κυρίως σε αθλητικό στοίχημα, καζίνο και διαδικτυακά παιχνίδια. Η έρευνα του ΕΚΚΕ σε δείγμα 1.200 ατόμων (με πλήρη στρωματοποίηση φύλου και ηλικίας) καταγράφει ότι:
• 1 στους 3 παίκτες εμφανίζει άγχος, ενοχές ή καταθλιπτικά συμπτώματα μετά τη συμμετοχή.
• 38,8% βιώνουν κοινωνικό στιγματισμό.
• Ποσοστό άνω του 20% αποστασιοποιείται από τον κοινωνικό του περίγυρο, ενώ πολλοί αναφέρουν κρίσεις πανικού και αϋπνία.
Η οικονομική διάσταση είναι το ίδιο ανησυχητική. Η συμμετοχή σε τυχερά παίγνια έχει οδηγήσει σε υπερχρέωση (15–20%), εξάντληση αποταμιεύσεων (32%) και προσφυγή σε παράνομο δανεισμό (24%). Η απώλεια περιουσίας είναι για κάποιους πραγματικότητα: σχεδόν 1 στους 5 έχει προβεί σε εκποίηση περιουσιακών στοιχείων για να καλύψει απώλειες από το στοίχημα.
Επιπτώσεις στην εργασία, την εκπαίδευση και την υγεία
Η Έκθεση σημειώνει ότι η εξάρτηση από τυχερά παιχνίδια δεν πλήττει μόνο τον ψυχισμό και τα οικονομικά, αλλά διαβρώνει την καθημερινότητα:
• 22% δηλώνουν απουσίες από εργασία ή σπουδές λόγω του στοιχηματισμού.
• 18% αναφέρουν πτώση στην απόδοση ή στην παραγωγικότητά τους.
• Το 14% των νέων διακόπτει προσωρινά τις σπουδές του.
Σε επίπεδο υγείας, αναφέρεται αυξημένη χρήση ηρεμιστικών, ενώ οι παθολογικοί παίκτες παρουσιάζουν υψηλότερο ποσοστό καρδιοαγγειακών προβλημάτων και χρόνιο άγχος, με άνδρες ηλικίας 18–35 να αποτελούν την πλέον εκτεθειμένη ομάδα.
Η παρέμβαση της ΕΕΕΠ και τα επόμενα βήματα
Η ΕΕΕΠ έχει ήδη ενεργοποιηθεί προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της εποπτείας και ελέγχου, ενώ στηρίζει – μέσω της Διεύθυνσης Καινοτομίας και Κοινωνικής Ευθύνης – πρωτοβουλίες όπως η μελέτη του ΕΚΚΕ, προγράμματα πρόληψης, και η ενίσχυση εργαλείων αυτορρύθμισης.
Μεταξύ των προτάσεων της έκθεσης ξεχωρίζουν:
1. Αναμόρφωση του φορολογικού πλαισίου, με στόχο τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας και τον περιορισμό της παραοικονομίας.
2. Περιορισμός διαφήμισης, ειδικά σε ψηφιακά περιβάλλοντα και μέσα που απευθύνονται σε ανηλίκους.
3. Δημιουργία Παρατηρητηρίου για τα Τυχερά Παίγνια, με σκοπό την ποσοτικοποίηση και παρακολούθηση των κοινωνικών βλαβών.
4. Ανάπτυξη Δομής κατά του Παράνομου Στοιχηματισμού, με τη συνεργασία των αθλητικών αρχών και των διωκτικών μηχανισμών.
5. Ενίσχυση της προστασίας προσωπικών δεδομένων, μέσω αυστηρότερων πρωτοκόλλων και ελέγχων.
Η έκθεση του ΕΚΚΕ κρούει τον κώδωνα: η υπερβολική φορολογία στα τυχερά παίγνια μπορεί να πλήξει τελικά τόσο την αγορά όσο και την κοινωνία. Η Πολιτεία οφείλει να επαναξιολογήσει τη στρατηγική της όχι με βάση το άθροισμα των φορολογικών εσόδων, αλλά με βάση το κοινωνικό ισοζύγιο.