Κάθε χρόνο, δεκαετίες τώρα, όσοι δραστηριοποιούνται στον κλάδο -και όχι μόνο- παρακολουθούν με αγωνία το ίδιο… έργο: το κρίσιμο αυγουστιάτικο στοίχημα του τουρισμού. Περιμένουν την κορύφωση της σεζόν σε μία τουριστική αγορά που δεν έμαθε από τα παθήματα της πανδημίας και δεν έχει προετοιμαστεί, τουλάχιστον όχι ικανοποιητικά, για τις αλλαγές που έχουν φέρει οι κλιματικές συνθήκες, η κρίση τιμών και στέγης και η παγκόσμια αναταραχή.
Η τουριστική βιομηχανία της Ελλάδας δεν έχει επενδύσει επαρκώς ούτε από πλευράς κράτους, ούτε από πλευράς ιδιωτικών κεφαλαίων. Και τούτο παρά τις σχετικές δράσεις στο ΕΣΠΑ, στο Ταμείο Ανάκαμψης, ακόμη και στα αγροτικά κονδύλια (πχ leader) που έρχονται επί σειρά ετών. Η διεύρυνση της σεζόν, η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, η διασφάλιση προσβασιμότητας και υποδομών, η εποπτεία της αγοράς, η αναβάθμιση του προϊόντος είναι ακόμη στον δρόμο.
Η συζήτηση αυτή γίνεται πιο επιτακτική τώρα που οι τιμές αυξάνονται μαζί με τη... θερμοκρασία η οποία αλλάζει τις προτιμήσεις και δημιουργεί νέες ανάγκες διεθνώς. Αλλά και όταν πια, μετά από πολλά χρόνια ανόδου του τουριστικού τζίρου (γιατί έγινε και η επιστροφή από την πανδημία), η νέα άνοδος είναι αντικειμενικά πολύ δύσκολη όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου. Υπάρχουν και άλλα μέτωπα: η στροφή των τουριστών σε Airbnb και σε αγορές τροφίμων από τα σούπερ μάρκετ για να μειώσουν το κόστος.
Φέτος, οι ενδείξεις είναι μεικτές. Το δείχνουν τα τελευταία επίσημα στοιχεία Μαΐου περί αυξημένου μεν τζίρου (κατά 17,7%) αλλά με χαμηλότερη ταξιδιωτική κίνηση (κατά 2,7), αλλά το περιγράφουν και τα στελέχη της αγοράς. Έτσι, το στοίχημα του Αυγούστου είναι κρίσιμο και ο «πήχης» για πολλούς είναι να πιαστεί ο στόχος του 2024.
Τι θα κρίνει η πορεία της φετινής τουριστικής σεζόν; Προφανώς θα κρίνει το κατά πόσο θα γεμίσουν οι τσέπες όλων όσων δραστηριοποιούνται στη βαριά βιομηχανία της χώρας. Θα κρίνει και το κατά πόσο θα στηριχθεί και φέτος το ΑΕΠ, αλλά και το κατά πόσο θα γεμίσουν τα κρατικά ταμεία με επιπλέον έσοδα για τον «κουμπαρά» της ΔΕΘ ή για όποια άλλη χρήση.
Το πρόβλημα είναι πλέον δομικό. Μετά από τις συνεχείς ανόδους των προηγούμενων ετών ενδεχομένως έχουμε φτάσει στο όριο των δυνατοτήτων πολλών περιοχών. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να σχεδιασθεί και να γίνει το άλμα. Αλλά και να αναλογισθούμε πως η ανάπτυξή μας θα είναι λιγότερο «υδροκέφαλη» στο μέλλον και λιγότερο μονοθεματική, επενδύοντας σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας στους οποίους στρέφεται και η Ευρώπη. Για να διασφαλίσουμε υγιώς και υψηλά εισοδήματα, αλλά και επαρκείς απολαβές.