Στον εγκλωβισμό της Ε.Ε. σε υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου, έναντι των ανταγωνιστών της, εκτιμούν στελέχη του εγχώριου κλάδου ότι θα οδηγήσει η κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών μέχρι το 2027, αν τελικά πάρει το «πράσινο φως» η σχετική νομοθετική πρόταση που ανακοίνωσε χθες η Κομισιόν.
Μιλώντας στο Insider.gr, τα ίδια στελέχη τονίζουν πως σε αυτό το ενδεχόμενο η κύρια πηγή τροφοδοσίας της Ευρώπης με αέριο θα γίνει το LNG, με εξίσου αρνητική επίπτωση το γεγονός ότι οι αγορές υγροποιημένου αερίου είναι εξαιρετικά ευμετάβλητες. Επομένως, το κόστος νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι ευάλωτο σε σκαμπανεβάσματα, σε κάθε λογής μικρή ή μεγάλη διεθνή κρίση.
Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά, ένα από τα μεγάλα ατού της Ρωσίας είναι ότι οι εξαγωγές πραγματοποιούνται κατά κύριο λόγο μέσω αγωγών και από υποδομές οι οποίες έχουν αποσβεστεί προ πολλού. Επομένως, έχει εγγενώς τις προϋποθέσεις για μικρότερες τιμές από το LNG, το κόστος του οποίου επιβαρύνεται από το κόστος υγροποίησης και μεταφοράς. Κάτι που σημαίνει ότι, τουλάχιστον ως προς το ενεργειακό κόστος, η Ευρώπη θα υστερεί σε ανταγωνιστικότητα έναντι των άλλων οικονομιών με φθηνό καύσιμο.
Νομικά ευάλωτες οι εταιρείες με ρήτρες
Η νομοθετική πρόταση βασίζεται στον Οδικό Χάρτη για την πλήρη απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο, που παρουσιάστηκε τον Μάιο, προβλέποντας σταδιακό «στοπ» στις ρωσικές εισαγωγές, με πλήρη κλείσιμο της στρόφιγγας την 1η Ιανουαρίου 2028. Μία αλλαγή, η οποία έχει γίνει στην πρόταση, είναι πως για τα βραχυπρόθεσμα συμβόλαια που έχουν ήδη συναφθεί, η απαγόρευση εφαρμόζεται από σε ένα έτος (στις 17 Ιουνίου 2026) και όχι από το τέλος του 2025.
Όσον αφορά τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια, όπως και στο roadmap, προβλέπεται απαγόρευση των εισαγωγών από την 1η Ιανουαρίου 2028 – ακόμη και αν οι συμβάσεις έχουν μεγαλύτερη διάρκεια. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν άνθρωποι με μεγάλη εμπειρία στις διεθνείς ενεργειακές αγορές, αν και υποτίθεται ότι από τα αποκαλυπτήρια του roadmap η Κομισιόν θα επεξεργαζόταν μία νομική λύση, ώστε να «θωρακιστούν» οι εταιρείες με συμβάσεις που λήγουν μετά το τέλος του 2027, η νομοθετική πρόταση των Βρυξελλών κάθε άλλο παρά «πείθει» πως οι εταιρείες δεν θα χρειαστεί να καταβάλουν ρήτρες «take or pay».
Ο λόγος αφορά τη φόρμουλα που επέλεξε η Κομισιόν για την κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών – και η οποία είναι η νομική απαγόρευση, έναντι της επιβολής κυρώσεων όπως έκανε έως σήμερα στα μέτρα που έχει λάβει έναντι της Ρωσίας. Ωστόσο, η επίκληση της νομικής απαγόρευσης από τις εταιρείες ως λόγο ανωτέρας βίας για τη μη τήρηση εφεξής των συμβολαίων τους με την Gazprom, είναι σαφώς πιο ευάλωτη στις διεκδικήσεις που είναι βέβαιο ότι θα εγείρει η κρατική ρωσική εταιρεία.
Μάλιστα, όπως συμπληρώνουν, μεγάλοι εισαγωγείς ρωσικού αερίου στην Ευρώπη διαμήνυαν όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα στην Κομισιόν ότι μόνο η φόρμουλα των κυρώσεων θα μπορούσε να διασφαλίσει πως δεν θα εμπλακούν σε νομικές (και οικονομικές) περιπέτειες.
Απόπειρα παράκαμψης του βέτο
Σύμφωνα με άλλους αναλυτές, η επιλογή της νομικής απαγόρευσης (αντί των κυρώσεων) κρύβει ακόμη ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις, καθώς δημιουργεί αρνητικό προηγούμενο στον τρόπο διακυβέρνησης της Ε.Ε. Κι αυτό γιατί η αλλαγή πλεύσης από την Κομισιόν κατ΄ αρχάς παραβιάζει τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία προβλέπει ότι είναι στη δικαιοδοσία κάθε κράτους-μέλους να επιλέξει το μίγμα και την προέλευση των φυσικών πόρων που καταναλώνει.
Επίσης, οι κυρώσεις χρειάζεται να ανανεώνονται σε τακτική βάση, ενώ η νομική απαγόρευση θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι να κινηθούν οι διαδικασίες για ακύρωση του σχετικού Κανονισμού. Ακόμη χειρότερα, με αυτό τον τρόπο οι Βρυξέλλες επιχειρούν να παρακάμψουν τη δυνατότητα για βέτο, καθώς η επιβολή κυρώσεων απαιτεί ομοφωνία. Επομένως, παραβιάζεται ένα από τα θεμελιώδη ευρωπαϊκά κεκτημένα.
Αντίθετα, για να «ενεργοποιηθεί» η νομοθετική πρόταση της Ε.Ε. θα χρειαστεί η έγκριση από το Ευρωκοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με το πρώτο να ξεκινούν άμεσα οι γύροι διαπραγματεύσεων επί των προβλέψεών της. Το «πράσινο φως» στο Συμβούλιο θα πρέπει να δοθεί με ειδική πλειοψηφία, δηλαδή να υπερψηφιστεί από 15 από τα 27 κράτη-μέλη, με τις χώρες που θα συναινέσουν να αντιπροσωπεύουν παράλληλα τουλάχιστον το 65% του συνολικού πληθυσμού της ΕΕ.
«Μάχη» στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
Γνώστες των ευρωπαϊκών συσχετισμών εκτιμούν στο Insider.gr ότι ειδικά για το Συμβούλιο, η έγκριση κάθε άλλο παρά δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται, καθώς θεωρείται δεδομένο πως η νομοθετική πρόταση θα συναντήσει σθεναρές αντιδράσεις από τα κράτη-μέλη τα οποία προμηθεύονται αέριο μέσω του TurkStream. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ενδεικτική η εκ των προτέρων απόρριψη του σχεδίου της Κομισιόν από την Ουγγαρία και την Σλοβακία.
Όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, οι αντιδράσεις δεν θα πρέπει να αναχθούν μόνο στη στάση που έχουν οι αντίστοιχες κυβερνήσεις έναντι της Μόσχας. Κι αυτό γιατί η αντικατάσταση του ρωσικού αερίου αγωγού με LNG θα σημαίνει απότομη και αλματώδη αύξηση του ενεργειακού τους κόστους, το οποίο θα προκαλέσει άμεσες και αλυσιδωτές πληθωριστικές πιέσεις στις οικονομίες τους. Αντίθετα, εκτιμάται πως θα είναι πιο εύκολο να διαμορφωθεί ευρεία συναίνεση εντός Ε.Ε. σε φραγμό στις εισαγωγές ρωσικού LNG.
Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι ειδικοί με τους οποίους συνομίλησε το Insider.gr επισήμαναν πως αποτελεί αρνητική εικόνα για την Κομισιόν το γεγονός ότι δεν ανέβαλε για πιο εύθετο χρόνο τις ανακοινώσεις, με δεδομένο πως εδώ και λίγα 24ωρα βρίσκεται σε εξέλιξη μία νέα σοβαρή κρίση στη Μέση Ανατολή, που κλιμακώνεται από μέρα σε μέρα, με κίνδυνο να εκτροχιαστεί. Όλοι οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να συνυπολογίσουν στις αποφάσεις τους τα νέα δεδομένα που δημιουργεί κάθε φορά η συγκυρία, προσαρμόζοντας ανάλογα πότε θα θέσουν σε εφαρμογή τη στρατηγική τους.
Μάλιστα, λαμβάνοντας υπόψη ότι «στο κάδρο» της σύρραξης Ισραήλ – Ιράν βρίσκεται μία πιθανή διακοπή της ναυσιπλοΐας από τα στενά του Ορμούζ (τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διακίνηση του 20% της παγκόσμιας παραγωγής LNG), φαίνεται πως η Κομισιόν δεν αντιλαμβάνεται ότι οι εξελίξεις θα μπορούσαν κάλλιστα να τινάξουν στον αέρα την υπόθεση εργασίας πίσω από τη νομοθετική της πρόταση.
Όπως επίσης ότι δεν αντιλαμβάνεται πως η σύρραξη γίνεται στη γειτονιά της. «Λες και ο πόλεμος διεξάγεται στη Λατινική Αμερική και όχι στη Μέση Ανατολή», σημειώνει χαρακτηριστικά υψηλόβαθμο στέλεχος του ΥΠΕΝ.