Την αποστολή της μητρικής της να «είναι η καλύτερη εταιρεία αθλητικών ειδών στον κόσμο», συμμερίζεται και η Adidas Hellas, χαράσσοντας με σύνεση την αναπτυξιακή στρατηγική του αύριο.
Για τους επόμενους δε μήνες, η ελληνική θυγατρική του γερμανικού κολοσσού αθλητικών ειδών ποντάρει σε αύξηση του κύκλου εργασιών εντός της ελληνικής επικράτειας, λόγω της δυναμικής που παρουσιάζουν τα προϊόντα της αλλά και του πελατολογίου χονδρικής.
Αύξηση τζίρου στα 179,55 εκατ. ευρώ το 2024
Όπως αναφέρεται στις οικονομικές καταστάσεις της Adidas Hellas που καταχωρήθηκαν στο ΓΕΜΗ πριν από μερικές ώρες, στη χρήση 2024 «η αγορά αθλητικών ειδών στην Ελλάδα επηρεάστηκε από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις μακροοικονομικές προκλήσεις. Παρά τις προκλήσεις που προήλθαν από τις αυξήσεις τιμών, η εταιρεία παρέμεινε σε τροχιά ανάπτυξης η οποία προέρχεται κυρίως από την αυξανόμενη ζήτηση για τα εμπορεύματά της».
Ειδικότερα, το 2024 ο κύκλος εργασιών της Adidas Hellas ανήλθε στα 179,55 εκατ. ευρώ από 177,58 εκατ. ευρώ στην αμέσως προηγούμενη χρήση, σημειώνοντας αύξηση 1,1%. Από το σύνολο των 179,55 εκατ. ευρώ, τα 119,89 εκατ. ευρώ προήλθαν από τη χονδρική και τα 59,66 εκατ. ευρώ από τη λιανική.
Ανοδικά κινήθηκε και η κερδοφορία. Το μικτό κέρδος ανήλθε σε 40,71 εκατ. ευρώ, έναντι 34,6 εκατ. ευρώ στη χρήση 2023, τα προ φόρων κέρδη σε 3,54 εκατ. ευρώ, από 2,32 εκατ. ευρώ, ενώ τα καθαρά μετά από φόρους κέρδη διαμορφώθηκαν στα 2,02 εκατ. ευρώ, από 1,4 εκατ. ευρώ στην αμέσως προηγούμενη χρήση.
Στο τέλος του 2024 η εταιρεία διέθετε 12 καταστήματα λιανικής σε όλη την Ελλάδα.
Στην αγορά αθλητικών ειδών από το 1995
Η adidas Hellas A.E. ιδρύθηκε το 1995 με αντικείμενο την εισαγωγή και εμπορία αθλητικών ειδών, ενώ η έδρα της είναι στην Αθήνα. Δραστηριοποιείται επιχειρηματικά κυρίως στη χονδρική και τη λιανική πώληση επώνυμων αθλητικών ειδών, ενώ τα τελευταία χρόνια διαθέτει και ηλεκτρονικό κατάστημα για τη διάθεση των προϊόντων της.
Η εταιρεία αποτελεί θυγατρική 100% της adidas AG με έδρα τη Γερμανία, ενώ αναπτύσσει και εξαγωγική δραστηριότητα σε Αλβανία, Κόσοβο, Βόρεια Μακεδονία και Κύπρο. Από το 2025, δε, θα έχει εξαγωγές και στη Σερβία.