Χωρίς συμφωνία για τους στόχους μείωσης των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το 2040 ολοκληρώθηκε την Πέμπτη η συζήτηση για τον Κλιματικό Νόμο στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα ευρωπαϊκά κράτη δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν επί της πρότασης μείωσης των εκπομπών κατά 90% έως το 2040 με αποτέλεσμα όχι μόνο να εκτροχιαστεί και η συμφωνία για τον ενδιάμεσο στόχο του 2035 αλλά και να κινδυνεύει να χαθεί η προθεσμία των Ηνωμένων Εθνών στις 30 Σεπτεμβρίου για την υποβολή ενός σαφούς στόχου μείωσης των εκπομπών για το 2035 στο πλαίσιο της επικαιροποιημένης Εθνικά Καθορισμένης Συνεισφοράς (NDC). Η αδυναμία λήψης απόφασης για το 2040 μπλόκαρε και τους στόχους για το 2035.
Όπως είχε αναφέρει το insider.gr σε σχετικό ρεπορτάζ, για το 2035, το Συμβούλιο τελικά ενέκρινε μια δήλωση προθέσεων για το NDC με εκτιμώμενη μείωση εκπομπών κατά 66,25%-72,5% σε σχέση με το 1990.
Υποστηρικτές των πιο φιλόδοξων στόχων και περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως η WWF θεωρούν ότι η καθυστέρηση της ΕΕ στον καθορισμό νέων φιλοδοξιών για το κλίμα ενέχει τον κίνδυνο να υπονομεύσει την αξιοπιστία της στην παγκόσμια σκηνή και να αποδυναμώσει τη φιλοδοξία άλλων χωρών ενόψει της COP30.
Οι υποστηρικτές, οι αντίθετες φωνές και τα επόμενα βήματα
Η Φιλανδία, η Δανία, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Σλοβενία και η Ισπανία υποστηρίζουν το στόχο για το 2040. Από την άλλη, χώρες όπως η Τσεχία, η Ιταλία, η Πολωνία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ελλάδα έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις στη βιομηχανία, την ανταγωνιστικότητα και τις επιπτώσεις στους ευάλωτους πολίτες και ζητούν ευελιξία.
Στο πλαίσιο αυτό, το ζήτημα μεταφέρεται στη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στα τέλη Οκτωβρίου με πολλούς «αστερίσκους» όπως είναι η συμμετοχή διεθνών πιστώσεων (αντισταθμίσεων) , η ανάγκη για λεπτομερή εκτίμηση των επιπτώσεων του στόχου (οικονομικών, ενεργειακών, κοινωνικών) ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν δημιουργούνται υπερβολικά βάρη σε ορισμένες χώρες και η αξιολόγηση της εφαρμογής του στόχου με βάση τις ιδιαιτερότητες της κάθε χώρας.
Ο κλιματικός στόχος για το 2040 και η θέση της Ελλάδας
Η Ελλάδα στηρίζει κατ’ αρχήν τον στόχο μείωσης των εκπομπών κατά 90% έως το 2040 αλλά υπό προϋποθέσεις. Η ελληνική πλευρά, όπως και άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχουν θέσει θέμα ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας ενώ προβάλλουν και τις κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις της ενσωμάτωσης ενός τόσο φιλόδοξου στόχου. Αυτή τη θέση υποστήριξε και κατά την άφιξή του την Πέμπτη στο Συμβούλιο ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου, ο οποίος δήλωσε ότι:
«Η κλιματική κρίση είναι εδώ, τη βιώνουμε στην πατρίδα μας χρόνια τώρα με έντονο τρόπο, έχουμε θρηνήσει ανθρώπινες ζωές και υποστεί μεγάλες καταστροφές. Κατά συνέπεια, η πατρίδα μας στηρίζει την κατεύθυνση που συζητάμε σήμερα στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ανάγκη να πιάσουμε φιλόδοξους στόχους για την προστασία του περιβάλλοντος. Πέρα από φιλόδοξοι, οι στόχοι πρέπει να είναι και ρεαλιστικοί, να λαμβάνουν υπόψη τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες κάθε χώρας, την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και κυρίως, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο πολίτης καθημερινά. Και γι’ αυτό υποστηρίζουμε τη ρήτρα επανεξέτασης και σημαντικές ευελιξίες, ώστε να χτίσουμε ένα βιώσιμο και καλύτερο αύριο, κρατώντας ασφαλές το σήμερα για όλους. Σας ευχαριστώ πολύ, να είστε καλά».
Τι είναι η ρήτρα αναθεώρησης
Η ρήτρα αναθεώρησης στον Ευρωπαϊκό Κλιματικό Νόμο είναι ένας μηχανισμός που υποχρεώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επανεξετάζει περιοδικά την πορεία της ΕΕ προς τους κλιματικούς στόχους και, εφόσον χρειάζεται, να προτείνει αλλαγές ή νέες πολιτικές. Στόχος είναι να διασφαλίσει ότι ο κλιματικός νόμος παραμένει δυναμικός και προσαρμόζεται στις τρέχουσες εξελίξεις, τα επιστημονικά, κοινωνικά, οικονομικά και γεωπολιτικά δεδομένα. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος θέτει δεσμευτικό στόχο για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και ενδιάμεσο στόχο μείωσης εκπομπών κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 σε σχέση με το 1990. Η ρήτρα αναθεώρησης προβλέπει ότι η Επιτροπή αξιολογεί ανά τακτά διαστήματα αν οι πολιτικές της ΕΕ και των κρατών-μελών είναι επαρκείς για να επιτευχθούν οι στόχοι. Αν διαπιστωθεί υστέρηση, τότε η Επιτροπή μπορεί να προτείνει νέα ή πιο αυστηρά μέτρα και όρια. Η πρώτη μεγάλη επανεξέταση αφορά στο στόχο για το 2040 και στην πρόταση για μείωση 90% των εκπομπών, η οποία συζητήθηκε στο σημερινό Συμβούλιο και έχει διχάσει τα κράτη-μέλη.