Την αρχική αισιοδοξία για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ και την άρση μιας σημαντικής αβεβαιότητας που εκκρεμούσε εδώ και μήνες, διαδέχθηκε ο προβληματισμός για τους επιμέρους όρους όσων συμφώνησαν οι δύο πλευρές.
Στην πλειονότητά τους, επενδυτικοί οίκοι του εξωτερικού κάνουν λόγο για ένα πλαίσιο που φέρνει μεγαλύτερη σαφήνεια και διευκολύνει στο εξής τον προγραμματισμό των επιχειρήσεων. Ωστόσο η συμφωνία αυτή, τουλάχιστον στο στάδιο στο οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή, έρχεται παράλληλα να «σφραγίσει» ένα εντελώς νέο τοπίο σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ.
Το ακόμα πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι, μέσα από αυτή την επίπονη διαδικασία, η Ευρώπη δείχνει να βγαίνει πολιτικά κατακερματισμένη, αποτυγχάνοντας να αντιπαρατάξει ένα αρραγές μέτωπο απέναντι στις… ορέξεις του Αμερικανού Προέδρου.
Ενδεικτικό πάντως του κλίματος ανασφάλειας που επικρατεί, είναι ότι τόσο η UBS όσο και η ING περιμένουν να δουν... τις υπογραφές, προκειμένου να αξιολογήσουν αναλυτικά το νέο πλαίσιο. H UBS ωστόσο επισημαίνει ότι, παρά την ανακούφιση για την επίτευξη συμφωνίας, η επιβάρυνση των ευρωπαϊκών εξαγωγών είναι μεγαλύτερη των εκτιμήσεων της αγοράς, προειδοποιεί μάλιστα για υποβαθμίσεις των εκτιμήσεων κερδοφορίας των ευρωπαϊκών εισηγμένων.
Από την πλευρά της η ING σχολιάζει ότι «ο δασμός του 15% είναι χαμηλότερος από τον δασμό 20% που είχε επιβάλει -και αργότερα «παγώσει»- ο Τραμπ την «Ημέρα Απελευθέρωσης», καθώς και από τον δασμό 30% που περιλάμβανε η επιστολή του Τραμπ προς την φον ντερ Λάιεν. Η μεγάλη επιφύλαξη ως προς τη σημερινή συμφωνία είναι ότι δεν υπάρχει ακόμη τίποτα εγγράφως. Ευελπιστούμε ότι οι επόμενες ώρες και ημέρες θα φέρουν μεγαλύτερη σαφήνεια».
Σε παρόμοιο τόνο και η Unicredit, σχολίαζε ότι «καθώς πολλές λεπτομέρειες δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί και δεδομένης της απρόβλεπτης στάσης του Τραμπ, η εμπορική αβεβαιότητα δύσκολα θα εξαλειφθεί πλήρως».
Οι εξελίξεις στο πεδίο των δασμών είναι ένας από τους λόγους που η UBS δεν αποκλείει αυξημένη μεταβλητότητα στις αγορές τις επόμενες εβδομάδες, επισημαίνοντας ωστόσο ότι αυτή θα αποδειχθεί μάλλον βραχύβια.
Πέρα από το «μέτωπο» των δασμών, το Χρηματιστήριο της Αθήνας μπαίνει από σήμερα σε περίοδο ανακοίνωσης αποτελεσμάτων, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον τραπεζικό κλάδο. Υπό προϋποθέσεις, τα εγχώρια εταιρικά νέα θα μπορούσαν να δώσουν στην αγορά αφορμές διαφοροποίησης, καθώς και το «σήμα» για την πολυαναμενόμενη ανοδική διάσπαση των 2.000 μονάδων.
Στο ταμπλό της Δευτέρα, αν και ο Γενικός Δείκτης ξεκίνησε ανοδικά έως τις 1.988 μονάδες, πολύ γρήγορα άρχισε να περιορίζει τα κέρδη του, διολίσθησε σταδιακά σε αρνητικό έδαφος και έκλεισε τελικά στο χαμηλό ημέρας των 1.950 μονάδων με απώλειες 0,94%.
Παρόμοια εικόνα και για τον δείκτη των τραπεζών, που από το +1,26% βρέθηκε λίγο μετά τις 12:00 σε αρνητικό έδαφος, διεύρυνε σταδιακά τις απώλειες και έκλεισε τελικά με πτώση 1,71% στις 2.102,28 μονάδες, πολύ κοντά στο χαμηλό ημέρας.
Συνολικά 45 μετοχές έκλεισαν σε θετικό έδαφος, έναντι 72 σε αρνητικό και 35 αμετάβλητων, με την αναλογία ανοδικών/καθοδικών τίτλων στο 1:1,6 και με τον συνολικό τζίρο στα 156,3 εκατ. ευρώ – εκ των οποίων 13,19 εκατ. ευρώ σε προσυμφωνημένες συναλλαγές.
Στη σύνθεση του FTSE Large Cap, στην κορυφή των κερδών βρέθηκε εκ νέου η… συνήθης ύποπτη των τελευταίων ημερών ΕΥΔΑΠ, με κέρδη 3,58% στα 7,53 ευρώ. Ακολούθησαν ενισχυμένες κάτω του 0,5% οι μετοχές των Jumbo (30,00 ευρώ), ΟΤΕ (15,39 ευρώ), Aktor (6,12 ευρώ), Metlen (45,90 ευρώ), Σαράντης (13,30 ευρώ) και ΔΑΑ (10,01 ευρώ).
Στον αντίποδα βρέθηκαν οι ElvalHalcor και Viohalco με απώλειες 5,30% και 4,09% αντίστοιχα, η ΕΤΕ ακολούθησε με απώλειες 3,23% στα 11,82 ευρώ, ενώ στο -2,30% έκλεισε η Τιτάν στα 36,10 ευρώ.
Περί του 1,5% οι απώλειες για Eurobank και Τρ. Πειραιώς στα 3,15 και 6,63 ευρώ αντίστοιχα, ενώ πτωτικά ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, οι ΔΕΗ (-1,13%) Coca-cola HBC (-0,96%), Optima (-0,84%), Aegean(-0,63%), ΟΠΑΠ (-0,32%), Alpha Bank (-0,31%) και ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ (-0,19%).