Οι τιμές των εμπορευμάτων και οι δασμοί αναμένεται να είναι οι βασικοί καταλύτες στα αποτελέσματα που ανακοινώνουν την τρέχουσα εβδομάδα οι αμερικανικές εισηγμένες.
Όπως αναφέρει σε ανάλυσή της η Julis Baer, οι μέσες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για αύξηση της κερδοφορίας των εισηγμένων του S&P 500 κατά 5,9%, από περίπου 10% πριν από τρεις μήνες. Στο μεταξύ, οι εκτιμήσεις για τις εταιρείες του Stoxx 600 έχουν επίσης αναθεωρηθεί καθοδικά, από περίπου 8% σε μόλις 1,2%.
Οι βασικοί λόγοι για αυτές τις καθοδικές αναθεωρήσεις είναι οι κλάδοι που σχετίζονται με τα εμπορεύματα, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, καθώς και τις πρώτες ύλες. Αλλά και οι κυκλικοί τομείς, όπως τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά και η βιομηχανία, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι στους δασμούς.
- Διαβάστε επίσης: Τα 3+1 «μέτωπα» για τις αγορές αυτή την εβδομάδα
Ωστόσο, όπως σχολιάζει η ελβετική τράπεζα, παρά το υποτονικό αυτό φόντο, η συνολική εικόνα μοιάζει πιο ευνοϊκή από πλευράς κερδοφορίας, στον βαθμό που οι μειωμένες προσδοκίες χαμηλώνουν τον πήχη για θετικές εκπλήξεις, ειδικά σε τομείς με ανθεκτικότερη τιμολογιακή ισχύ ή καλύτερο έλεγχο του κόστους.
Για ακόμη μία φορά, το μεγαλύτερο μέρος της εκτιμώμενης αύξησης των κερδών αφορά τον τεχνολογικό κλάδο, κυρίως τις λεγόμενες «Big Tech». Η Julius Baer σημειώνει επίσης ότι οι μέσες εκτιμήσεις συνεχίζουν να προβλέπουν μείωση της απόκλισης μεταξύ του κλάδου της τεχνολογίας και της ευρύτερης αγοράς έως το β’ τρίμηνο του 2026.
Κοιτώντας μπροστά, το ενδιαφέρον των επενδυτών θα στραφεί στις προβλέψεις των επιχειρήσεων και στο κατά πόσον μπορούν να διαχειριστούν τις πιέσεις στα κόστη που σχετίζονται με τους δασμούς. Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της Julis Baer, πρόσφατη έρευνα της Fed έδειξε ότι οι επιχειρήσεις αναμένεται να απορροφήσουν περίπου το ήμισυ του κόστους των δασμών, ενώ η Goldman Sachs εκτιμά ότι μόνο το 30% θα απορροφηθεί, με το υπόλοιπο να μετακυλίεται στους καταναλωτές.
Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι πολλές εταιρείες φαίνεται να έχουν «χτίσει» αποθέματα πριν από την εφαρμογή των δασμών, κάτι που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «μαξιλάρι» για τα περιθώρια κέρδους βραχυπρόθεσμα.