Οι περικοπές της χρηματοδότησης των προγραμμάτων πρόληψης που επέβαλε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας αλλάζουν τα δεδομένα στην παγκόσμια υγειονομική σκακιέρα και δημιουργούν κλυδωνισμούς οι οποίοι επηρεάζουν κάθε γωνιά του παγκοσμιοποιημένου οικοσυστήματος Υγείας.
Σε αυτό το νέο σκηνικό που διαμορφώνεται, λοιμώδη νοσήματα που θα έπρεπε να βρίσκονται υπό στενή επιτήρηση και πλήρη έλεγχο εξακολουθούν να δίνουν αναζωπυρώσεις με ανησυχητικές εξάρσεις και κρυφές μεταδόσεις από μη διαγνωσμένα περιστατικά, που λόγω του καλοκαιριού και της αυξημένης κινητικότητας εκατομμυρίων ταξιδιωτών στο βόρειο ημισφαίριο μπορούν να μεταφερθούν ανά πάσα στιγμή σε οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), η νόσος mpox (πρώην ευλογιά των πιθήκων) εξακολουθεί να αποτελεί μια συνεχιζόμενη απειλή για τη Δημόσια Υγεία. Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Dr. Tedros Adhanom Ghebreyesus προειδοποιεί ότι οι εξάρσεις της νόσου mpox συνεχίζονται, με την ασθένεια να εξακολουθεί να πληροί τα κριτήρια του Διεθνούς Κανονισμού Υγείας (IHR), βάσει των οποίων παραμένει υγειονομικός κίνδυνος υπό επιτήρηση.
Η εκτίμηση του ΠΟΥ στηρίχθηκε στην συνεχιζόμενη αύξηση των κρουσμάτων mpox στην Δυτική Αφρική καθώς και στο γεγονός πως εξακολουθεί να διαπιστώνεται μη ιχνηλατημένη μετάδοση της ασθένειας και σε άλλες χώρες εκτός της Αφρικανικής ηπείρου, από κρούσματα που δεν έχουν ταυτοποιηθεί ούτε ιχνηλατηθεί. Για τους πληθυσμούς αυξημένου κινδύνου, δηλαδή τους άνδρες που έχουν σεξουαλικούς συντρόφους άνδρες, τα πολύ σεξουαλικά δραστήρια άτομα και τους επαγγελματίες υγείας που έρχονται σε επαφή με κρούσματα και χειρίζονται εργαστηριακά δείγματα, συστήνεται ο προληπτικός εμβολιασμός με τα διαθέσιμα εμβόλια και το συχνό testing ως μέτρα πρόληψης της νόσησης και της μετάδοσης της λοίμωξης.
Θυμίζουμε στο σημείο αυτό πως το περασμένο καλοκαίρι η νόσος mpox-συγκεκριμένα στις αρχές του περασμένου Αυγούστου-κατέγραψε ανησυχητική έξαρση στο Κονγκό και ακολούθησε η εξάπλωση κρουσμάτων σε γειτονικές χώρες, ενώ λίγες ημέρες αργότερα καταγράφηκαν τα πρώτα κρούσματα στην Ευρώπη, ξεκινώντας από τις Σκανδιναβικές χ ρες. Ο Γενικός διευθυντής του ΠΟΥ κήρυξε τότε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις 14 Αυγούστου 2024 για τη νόσο mpox και τα μέτρα επιφυλακής του Οργανισμού δεν έχουν έκτοτε χαλαρώσει.
Τι γίνεται με τον κίτρινο πυρετό
Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού σε πρώτο πλάνο έρχονται όπως είναι αναμενόμενο τα λοιμώδη νοσήματα που μεταδίδονται μέσω «διαβιβαστών», δηλαδή εντόμων σαν τα κουνούπια και τις σκνίπες που μολύνουν το άτομο με το τσίμπημά τους. Οι πληθυσμοί των κουνουπιών αυξάνονται πολύ αυτή την εποχή, ενώ η κλιματική αλλαγή ωθεί τα έντομα να μεταναστεύσουν, με συνέπεια να καταγράφονται κρούσματα ιογενών λοιμώξεων σε χώρες που τα νοσήματα αυτά δεν είναι ενδημικά. Μεταξύ αυτών είναι και ο κίτρινος πυρετός. Πρόκειται για μια ιογενή λοίμωξη που προκαλείται από τον ιό του κίτρινου πυρετού, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας Flaviviridae.
Ο κίτρινος πυρετός προκαλεί σοβαρή νόσο που μεταδίδεται από κουνούπια και μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση διαφόρων συμπτωμάτων, από ήπια γριπώδη συμπτώματα έως ακόμη και τον θάνατο. Παρότι μπορεί να προληφθεί με εμβόλιο, ο κίτρινος πυρετός εξακολουθεί να προκαλεί σοβαρές εξάρσεις, γεγονός που καταδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για αυστηρή επιδημιολογική επιτήρηση και λήψη μέτρων ελέγχου και περιορισμού των νέων λοιμώξεων.
Στη δεδομένη συγκυρία τα επιδημιολογικά στοιχεία από αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής φανερώνουν ότι έχουν καταγραφεί περισσότερα από 189 επιβεβαιωμένα κρούσματα στην Βραζιλία, την Κολομβία, το Περού, και την Βολιβία από τον Ιανουάριο του 2025. Αυτό που εντείνει την ανησυχία είναι πως καταγράφονται κρούσματα και σε περιοχές για τις οποίες δεν υπήρχαν τέτοιες επιδημιολογικές καταγραφές.
Το πρόβλημα πλέον εστιάζεται στις αστικές περιοχές και αναδύεται ένα νέο πρόβλημα υγείας, ο αστικός κίτρινος πυρετός, μετά τον κίτρινο πυρετό των αγροτικών περιοχών. Παρότι οι εξάρσεις σε χώρες που η νόσος είναι ενδημική δεν τρομάζουν και είναι αναμενόμενες, ο καλύτερος έλεγχος της νόσου και της διασποράς των κρουσμάτων αποτελούν επιβεβλημένα μέτρα, ώστε το συγκεκριμένο πρόβλημα υγείας να μην εξελιχθεί σε υγειονομικό συναγερμό στο αστικό περιβάλλον.