Συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία του τουρισμού το 2025 εκφράζουν οι φορείς του κλάδου κάνοντας λόγο για θετικές ενδείξεις αλλά και για διεθνείς προκλήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο μάλιστα επισημαίνουν ότι οι θεαματικές επιδόσεις των τελευταίων χρόνων, που προέκυψαν από τον καλό συντονισμό δημόσιου κι ιδιωτικού τομέα κατά την περίοδο της πανδημίας, δεν είναι δεδομένες. Ειδικά αν ο εφησυχασμός που υπάρχει σήμερα καταλήξει σε μηδενικές παρεμβάσεις και σε απουσία στρατηγικού σχεδιασμού.
Οι επιδόσεις του 2024
Τις θεαματικές επιδόσεις του κλάδου, επισφράγισαν τόσο τα επικαιροποιημένα στοιχεία της ΤτΕ που δημοσιεύτηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, όσο και η έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ για την Συμβολή του Τουρισμού στην Ελληνική Οικονομία το 2024, η οποία παρουσιάστηκε χθες στους δημοσιογράφους.
Βάσει αυτής οι τουρίστες που υποδέχτηκε η χώρα το 2024 έφτασαν τα 40,7 εκατ. ενώ οι εισπράξεις ανήλθαν σε 21,6 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της κρουαζιέρας, παρουσιάζοντας άνοδο της τάξης του 12,8% και 4,8% έναντι του 2023.
Η επίδοση ήταν καλύτερη και σε σχέση με την προπανδημική χρονιά του 2019 με τον κλάδο να επιτυγχάνει να διπλασίασει τις εισπράξεις του και να υπερδιπλασίασει τις αφίξεις του τα τελευταία χρόνια.
Η πορεία δε, ήταν ανοδική σε όλες τις επιμέρους τουριστικές δραστηριότητες. Η δαπάνη των εισερχόμενων τουριστών, για παράδειγμα, παρουσίασε άνοδο της τάξης του 4,3% φτάνοντας τα 20,5 δισ. ευρώ το 2024 έναντι 19,7 δισ. ευρώ του 2023. Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η αύξηση στον εισερχόμενο τουρισμό από την κρουαζιέρα ο οποίος εισέφερε περί το 1 δισ. ευρώ από τα 847 εκατ. του 2023, μια αύξηση της τάξης του 18,1%. Το ίδιο ακριβώς ποσοστό αυξήθηκε και η δαπάνη των εταιρειών κρουαζιέρας, η οποία χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των πελατών τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ έφτασε τα 779 εκατ. ευρώ απο 676 εκατ. ευρώ το 2023.
Όσο για τις αερομεταφορές κινήθηκαν θεαματικά με τα έσοδά από την συγκεκριμένη δραστηριότητα να φτάνουν τα 2,97 δισ. ευρώ έναντι 2,67 δισ. ευρώ του 2023, δεδομένο που μεταφράζεται σε αύξηση της τάξης του 11,1%. Μικρότερη μεν – της τάξης του 2,7%- αλλά αύξηση, καταγράφηκε και στις θαλάσσιες μεταφορές οι οποίες εισέφεραν 147 εκατ. ευρώ έναντι 143 εκατ. ευρώ.
Τέλος αυξημένες κατά 1,4% ήταν και οι σχετικές με τον κλάδο επενδύσεις, οι οποίες έφτασαν τα 2,46 δισ. ευρώ έναντι 2,43 δισ. ευρώ του 2023.
Άνω του 30% του ΑΕΠ η άμεση και έμμεση συνεισφορά του κλάδου
Χάρη στις προαναφερθείσες επιδόσεις, η άμεση επίπτωση του τουρισμού (περιλαμβανομένου του εισερχόμενου τουρισμού, της κρουαζιέρας, των εσόδων των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών εταιρειών, του εγχώριου τουρισμού και των επενδύσεων στον τουρισμό) στην ελληνική οικονομία το 2024 -σε τρέχουσες τιμές- ήταν € 30,2 δισ., ποσό που αντιστοιχεί στο 12,7% του ΑΕΠ της χώρας.
Αν βέβαια συνυπολογιστούν και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη του κλάδου, η συνολική συνεισφορά του στην οικονομία της χώρας το 2024 εκτιμάται μεταξύ € 66,5 και € 80,1 δισ., μεγέθη που αντιστοιχούν μεταξύ 28% έως 33,7% του ΑΕΠ. Για μια τάξη μεγέθους να αναφέρουμε ότι το 2023 τα αντίστοιχα μεγέθη ήταν μεταξύ € 63,3 δισ. και € 76,2 δισ. ευρώ.
Να υπενθυμίσουμε επίσης ότι το ΑΕΠ την περίοδο 2023-2024 παρουσίασε αύξηση κατά +5,5% ή κατά € +12.377 εκατ., ενώ η δραστηριότητα του τουρισμού αυξήθηκε κατά +5,0% ή κατά € +1.450 εκατ. άμεσα ή € +3.189/+3.842 εκατ. έμμεσα και άμεσα.
Ο κλάδος μάλιστα παρέμεινε κατά κύριο λόγο εξαγωγική δραστηριότητα καθώς το ποσοστό του εισοδήματος της τουριστικής δραστηριότητας που προήλθε από το εξωτερικό ανήλθε σε 84,4% έναντι 83,7% το 2023. Παράλληλα ήταν από τους λίγους, αν όχι ο μοναδικός κλάδος, που πριμοδότησε την περιφερειακή ανάπτυξη, κι ας κατευθύνθηκε το μεγαλύτερο όφελος σε πέντε μόνο περιφέρειες της χώρας. Για την ακρίβεια το 77% της τουριστικής δραστηριότητας του 2024 κατευθύνθηκε εκτός περιφέρειας Αττικής.
Αυξημένες κατά 5% οι προκρατήσεις για την εφετινή σεζόν
Με την προαναφερθείσα ορμή τα δείγματα γραφής για το τρέχον έτος είναι αισιόδοξα, χωρίς να λείπουν βέβαια οι προβληματισμοί που συνδέονται τόσο με την παγκόσμια οικονομία όσο και με την εγχώρια στρατηγική ανάπτυξης του κλάδου.
«Η θετική πορεία του τουρισμού το 2024 επιβεβαιώνει τη διαρκή συμβολή του στην οικονομία, σε μια εποχή όπου τίποτα δεν είναι δεδομένο. Μετά την πανδημία του κορονοϊού ο ελληνικός τουρισμός έδειξε την δυναμική του κι αποτέλεσε το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, καθώς κατάφερε να αναάμψει ταχύτητα από την πτώση. Οι προκλήσεις όμως είναι υπαρκτές τόσο στο μακροπεριβάλλον - όπως η κλιματική αλλαγή, οι οικονομικοί μετασχηματισμοί, η γεωπολιτική αστάθεια- όσο και στην καθημερινότητα των επιχειρήσεων» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γιώργος Βερνίκος, Γενικός Γραμματέας του ΣΕΤΕ και Πρόεδρος του ΙΝΣΕΤΕ, στο πλαίσιο της παρουσίασης της μελέτης. Ο ίδιος επεσήμανε ότι ήδη «πολλές επιχειρήσεις, σε ώριμους και μη προορισμούς, αντιμετωπίζουν οριακές συνθήκες, λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης, αυξημένων λειτουργικών βαρών και ρυθμιστικής αβεβαιότητας». Τόνισε δε ότι ο κλάδος, παρότι αισθάνεται ότι συνεισφέρει πολύ σημαντικά, δεν έχει την αντίστοιχη βοήθεια και υπογράμμισε ότι ως διαχρονικός πυλώνας ανάπτυξης της χώρας, ο τουρισμός χρειάζεται ένα συνεπές και υποστηρικτικό πλαίσιο για να συνεχίσει να αποδίδει. «Η συμβολή του είναι ουσιαστική, αλλά όχι αυτονόητη» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Την ανάγκη μιας νέας στρατηγικής προσέγγισης, με διαρκή συνεργασία μεταξύ κυβέρνησης, τοπικής αυτοδιοίκησης και ιδιωτικού τομέα τόνισε και ο Γιάννης Παράσχης, Πρόεδρος του ΣΕΤΕ και Διευθύνων Σύμβλουλος του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ). Σύμφωνα με τον ίδιο, τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους, όμως τα πράγματα στον διεθνή χάρτη αλλάζουν και οι προκλήσεις είναι διαφορετικές από αυτές που αντιμετώπισαν με επιτυχία κυβέρνηση κι ιδιωτικός τομέας τα προηγούμενα χρόνια.
Όσο για τις εκτιμήσεις για την τρέχουσα χρονιά ο κ. Βερνίκος δήλωσε συγκρατημένα αισιόδοξος επισημαίνοντας ότι οι φορείς του κλάδου μπορούν να διαχειριστούν το ρίσκο όχι όμως και τις αβεβαιότητες.
Σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή του ΙΝΣΕΤΕ κ. Ηλία Κικίλια οι προκρατήσεις για την φετινή σεζόν εμφανίζονται ενισχυμένες κατά 5% ενώ οι αφίξεις το πρώτο τρίμηνο σημείωσαν άνοδο της τάξης του 9%. «Τα δείγματα δεν εμφανίζουν κάτι ανησυχητικό. Ωστόσο η διεθνή συγκυρία με την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, επιβεβαιώνει ότι βρισκόμαστε σε εποχή μεγάλης αβεβαιότητας.
Όσο για το αν θα επηρεαστεί η αμερικανική αγορά, η οποία τροφοδοτεί τη χώρα με συνεχώς αυξανόμενο, αριθμό τουριστών και μάλιστα υψηλής μέσης δαπάνης, ο κ. Βερνίκος επεσήμανε ότι κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων.
Αυτή την στιγμή, η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ έχει διάφορες προεκτάσεις. Από τη μια παρατηρούμε τους δείκτες καταναλωτικής εμπιστοσύνης να επιδεινώνονται, γεγονός που θα μπορούσε να σημάνει μια περικοπή δαπανών στη συνέχεια. Την ίδια στιγμή παρακολουθούμε μια σχετική υποτίμηση του δολαρίου, η οποία σε συνδυασμό με τη μείωση της τιμής του πετρελαίου θα μπορούσε να λειτουργήσει ευεργετικά για την αύξηση των αεροπορικών ταξιδιών καθώς θα έριχνε τις τιμές, εξήγησε τονίζοντας ότι το τι ακριβώς θα συμβεί θα το δείξει η πορεία.
Εξίσου αμφίσημη, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι και η τάση μείωσης των ταξιδιών των Ευρωπαϊων προς τις ΗΠΑ, η οποία είναι εμφανής σήμερα. «Αυτοί οι τουρίστες κάπου θα πάνε. Μπορεί να πάνε στην Ελλάδα μπορεί και όχι».