Η κήρυξη του «κόκκινου» συναγερμού στην Αττική για τη λειψυδρία εξακολουθεί να εξετάζεται και σύμφωνα με πληροφορίες, μέχρι νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης δεν είχε ληφθεί κάποια οριστική απόφαση. Η συνεδρίαση του ΔΣ της ΡΑΑΕΥ ολοκληρώθηκε πριν από λίγη ώρα με θετική εισήγηση της Ανεξάρτητης Αρχής. Το θέμα της λειψυδρίας στην Αττική παρακολουθείται στενά καθώς τα αποθέματα έχουν μειωθεί σημαντικά. Αυτό σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαν να υπάρξουν νέες ανακοινώσεις και η Αττική να κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Η κλιμάκωση του υδατικού κινδύνου στην Αττική δεν είναι ούτε ξαφνική ούτε μεμονωμένη. Είναι η κορύφωση μιας αργής, αλλά σταθερής απορρύθμισης του υδρολογικού συστήματος της Ελλάδας, που για τουλάχιστον είκοσι χρόνια εμφανίζει τάσεις εξάντλησης. Τα αποθέματα φθίνουν, οι ταμιευτήρες δεν αναπληρώνονται με τον ρυθμό που απαιτείται και εκτός από την Αττική, άλλες περιοχές όπως είναι τα νησιά του Αιγαίου βρίσκονται σε μια οριακή μάχη με την ανομβρία, η οποία κορυφώνεται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Σήμερα, το βάρος αυτής της πραγματικότητας πέφτει στην Αττική, η οποία για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες πλησιάζει επίσημη κήρυξη έκτακτης ανάγκης λόγω λειψυδρίας.
Τα αποθέματα νερού της Αττικής σε οριακή πορεία: Τα σημερινά δεδομένα και η μεγάλη απόκλιση από τις καλές χρονιές
Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για τους ταμιευτήρες της Αττικής δείχνουν μια οριακή ισορροπία, με μικρές ημερήσιες αυξομειώσεις αλλά με μια συνολική εικόνα που απέχει δραματικά από τις καλές χρονιές του παρελθόντος. Στις 27 Νοεμβρίου 2025, τα απολήψιμα αποθέματα στους τέσσερις βασικούς ταμιευτήρες - Εύηνος, Μαραθώνας, Μόρνος και Υλίκη - ανήλθαν συνολικά σε 365.147.000 κυβικά μέτρα, ελαφρώς αυξημένα σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα, όταν το σύνολο είχε διαμορφωθεί στα 363.345.000 κυβικά μέτρα.
Η επιμέρους εικόνα αποτυπώνει μικρές διακυμάνσεις. Ο Εύηνος ανέβηκε από τα 33.009.000 στα 33.564.000 κυβικά μέτρα, ενώ ο Μαραθώνας κινήθηκε οριακά από τα 18.886.000 στα 18.903.000 κυβικά. Ο Μόρνος σημείωσε επίσης μια μικρή άνοδο, από τα 160.662.000 στα 162.188.000 κυβικά μέτρα, ενώ η Υλίκη εμφάνισε ελαφρά μείωση, από τα 150.788.000 στα 150.492.000 κυβικά.
Παρά την ημερήσια αυτή σταθεροποίηση, τα συνολικά αποθέματα παραμένουν πολύ χαμηλά σε σχέση με ιστορικές επιδόσεις. Στην αρχή του υδρολογικού έτους, την 1η Οκτωβρίου 2025, οι ταμιευτήρες διέθεταν 402.160.000 κυβικά μέτρα, περισσότερα από τα σημερινά, αλλά ήδη μειωμένα σε σύγκριση με τον μέσο όρο προηγούμενων ετών. Την αντίστοιχη ημέρα της περσινής χρονιάς, στις 27 Νοεμβρίου 2024, τα αποθέματα είχαν φτάσει τα 568.916.000 κυβικά, μια διαφορά σχεδόν 204 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων. Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η απόκλιση από το ιστορικό μέγιστο της περιόδου: στις 27 Νοεμβρίου 2019 τα αποθέματα είχαν εκτιναχθεί στο 1.157.696.000 κυβικά, δηλαδή πάνω από τριπλάσια των σημερινών.
Στο ιστορικό χαμηλό του 1993, την ίδια ημέρα τα αποθέματα είχαν βρεθεί στα 119.099.420 κυβικά μέτρα, τιμή που λειτουργεί σήμερα ως μια ανησυχητική υπενθύμιση της πίεσης που μπορεί να δεχθεί το σύστημα.
Σήμερα, η απόσταση από εκείνο το κατώτατο σημείο παραμένει σημαντική, όμως η τάση των τελευταίων μηνών, ο αργός ρυθμός εισροών και η ανομβρία διατηρούν τις αρχές σε αυξημένη επιφυλακή.
Την ίδια στιγμή, τα στοιχεία για την ημερήσια παραγωγή των διυλιστηρίων υποδηλώνουν μια σχετική σταθερότητα στη ζήτηση. Στις 26 Νοεμβρίου 2025, τα διυλιστήρια παρήγαγαν 1.008.783 κυβικά μέτρα νερού, ποσότητα ελαφρώς χαμηλότερη από την αντίστοιχη περσινή ημερομηνία, όταν η παραγωγή είχε φτάσει τα 1.047.768 κυβικά. Τα αντίστοιχα στοιχεία προηγούμενων ετών κυμαίνονται από τα 990.278 κυβικά το 2023 έως τα 964.454 κυβικά το 2021, δείχνοντας μια σταθερή ζήτηση γύρω από το ένα εκατομμύριο κυβικά τη μέρα, που αποτελεί τον βασικό άξονα κατανάλωσης στην Αττική.
Τα δεδομένα αυτά συνολικά συνθέτουν μια εικόνα που προβληματίζει. Οι ταμιευτήρες δείχνουν να ενισχύονται σε μικρές ημερήσιες δόσεις, όμως η συνολική διαφορά με τις προηγούμενες χρονιές είναι βαθιά και έχει ήδη κινητοποιήσει τις αρχές. Με την ανομβρία να επιμένει και τις εισροές να παραμένουν περιορισμένες, οι υποδομές της Αττικής λειτουργούν υπό πίεση, ενώ ο δείκτης ασφαλείας των αποθεμάτων μένει αισθητά κάτω από τα επίπεδα που θεωρούνται υγιή για αυτή την περίοδο του υδρολογικού έτους.
Οι ρίζες του προβλήματος της λειψυδρίας στην Ελλάδα
Το βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής υδρολογικής πραγματικότητας είναι η άνιση κατανομή των πόρων. Οι βροχοπτώσεις συγκεντρώνονται στη Δυτική Ελλάδα, όμως η ζήτηση βρίσκεται στο Αιγαίο, στην Πελοπόννησο και, κυρίως, στην Αττική. Η χώρα στηρίζεται σε ένα σύστημα ταμιευτήρων που εξαρτάται απόλυτα από τα χειμερινά υδρολογικά δεδομένα. Αν ο χειμώνας χάσει 15% - 25% της βροχής που χρειάζεται για να γεμίσουν οι ταμιευτήρες, τότε ολόκληρη η επόμενη χρονιά γίνεται υδρολογικά επισφαλής. Αυτό συνέβη επανειλημμένα την τελευταία δεκαετία, δημιουργώντας ένα συσσωρευμένο έλλειμμα που σήμερα εμφανίζεται στην πιο ορατή και επικίνδυνη μορφή του.
Ταυτόχρονα, η κλιματική αλλαγή στην Ανατολική Μεσόγειο οδηγεί σε λιγότερες και μικρότερης διάρκειας βροχές, οι οποίες δεν απορροφώνται από τα εδάφη και δεν ανατροφοδοτούν τους ταμιευτήρες. Το αποτέλεσμα είναι μια αργή αλλά σταθερή καθοδική πορεία στις στάθμες, που κάθε χρόνο ξεκινά από λίγο χαμηλότερο σημείο από το προηγούμενο.
Το τριπλό υδρολογικό σοκ: Υπεράντληση, απώλειες, κλιματική αλλαγή
Οι κρίσεις αυτές δεν είναι τυχαίες. Προκύπτουν από έναν συνδυασμό υδρολογικών παραγόντων που δρουν ταυτόχρονα. Πρώτον, η υπεράντληση έχει προκαλέσει καθίζηση υδροφόρων στρωμάτων, ιδιαίτερα στα νησιά, όπου η υφαλμύρινση έχει γίνει πολλές φορές μη αναστρέψιμη. Δεύτερον, οι διαρροές των δικτύων, ειδικά σε μικρούς δήμους, οδηγούν σε χιλιάδες κυβικά μέτρα χαμένου νερού καθημερινά. Τρίτον, η κλιματική αλλαγή μεταβάλλει μόνιμα το πρότυπο βροχοπτώσεων, καθιστώντας τους χειμερινούς μήνες λιγότερο αποτελεσματικούς για την αναπλήρωση αποθεμάτων. Αυτό το τριπλό σοκ δημιουργεί ένα νέο «καθεστώς», όπου οι ταμιευτήρες ξεκινούν κάθε χρόνο από χαμηλότερη βάση και δεν επανέρχονται ποτέ στο επίπεδο πλήρωσης που είχαν παλιότερα.
Τι σημαίνει για τους πολίτες ο «κόκκινος συναγερμός» για τη λειψυδρία
Ο «κόκκινος συναγερμός» αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο προειδοποίησης για τη λειψυδρία και ενεργοποιείται όταν τα υδρολογικά αποθέματα έχουν πέσει σε οριακά επίπεδα και οι επιστημονικές προβολές δείχνουν ότι η κατάσταση μπορεί να επιδεινωθεί. Για τους πολίτες δεν συνεπάγεται άμεσα περιορισμούς ή μέτρα υποχρεωτικής χρήσης, αλλά κυρίως σημαίνει ότι οι αρμόδιες αρχές αποκτούν τη δυνατότητα να τρέξουν με διαδικασίες fast track κρίσιμα έργα και παρεμβάσεις ύδρευσης, να επιταχύνουν μελέτες, να προχωρήσουν σε εναλλακτικές υδροδοτήσεις και να εφαρμόσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης αν χρειαστεί.
Στην Αττική η ενεργοποίηση του κόκκινου συναγερμού, εφόσον τελικά προκύψει, θα δείξει ότι τα αποθέματα των ταμιευτήρων έχουν πλησιάσει σε ιστορικά χαμηλά και ότι απαιτείται άμεση υλοποίηση έργων μεταφοράς νερού και ενίσχυσης του συστήματος. Σε νησιά όπως η Πάτμος και η Λέρος, όπου η εξάρτηση από μονάδες αφαλάτωσης και η εποχική πίεση είναι μεγαλύτερες, ο κόκκινος συναγερμός σημαίνει εντατικοποίηση των ελέγχων στις καταναλώσεις, διασφάλιση παραγωγικής ικανότητας των μονάδων και ετοιμότητα για ενισχυμένες μεταφορές νερού με υδροφόρες, εφόσον χρειαστεί.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια προειδοποίηση που στοχεύει στην αποτροπή πιο αυστηρών μέτρων, με τους πολίτες να καλούνται απλώς να χρησιμοποιούν το νερό με μεγαλύτερη προσοχή, χωρίς όμως να αλλάζει ακόμη η καθημερινότητά τους.