Σε σημαντική αναβάθμιση των στόχων για την ανάπτυξη και την πορεία των επενδύσεων για τα επόμενα τέσσερα έτη προχωρά το οικονομικό επιτελείο, λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία στοιχεία και τα μέτρα που θα ισχύσουν από το 2026.
Οι μεσοπρόθεσμες προβλέψεις ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας που αποτυπώνονται στον Πολυετή Δημοσιονομικό Προϋπολογισμό που εγκρίθηκε σήμερα από το υπουργικό συμβούλιο, είναι σημαντικά βελτιωμένες σε σχέση με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού-Διαρθρωτικού Σχεδίου (ΜΔΣ) που υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της ΕΕ ένα χρόνο πριν, τον Οκτώβριο του 2024.
Πιο συγκεκριμένα η εκτίμηση του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ ανερχόταν σε 2,0% για το 2026, 1,5% για το 2027, 1,3% για το 2028 και 0,4% για το 2029. Οι εκτιμήσεις αυτές έχουν αναθεωρηθεί προς τα πάνω σε 2,4% (+0,4%) για το 2026 , 1,7% (+0,2%) για το 2027, 1,6% (+0,3%) για το 2028 και 1,3% (+0,9%) για το 2029.

«Στην ανοδική αναθεώρηση έχουν συνεισφέρει τα μέτρα πολιτικής που ανακοινώθηκαν τόσο στη ΔΕΘ όσο και τον Απρίλιο του 2025 και βρίσκονται σε εφαρμογή, η διάθεση αυξημένων πόρων για το ΑΠΔΕ για τα επόμενα έτη σε σχέση με τις προβλέψεις του ΜΔΣ και η προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αναβαθμίζουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας», αναφέρεται στο κείμενο του Πολυετούς Δημοσιονομικού Προϋπολογισμού.
Τι είναι ο Πολυετής Δημοσιονομικός Προγραμματισμός
Σημειώνεται ότι ο Πολυετής Δημοσιονομικός Προγραμματισμός συντάσσεται για πρώτη φορά, στο πλαίσιο της κοινοτικής οδηγίας για τις απαιτήσεις σχετικά με τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών-μελών.
Ο ΠΔΠ εγκρίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο πριν από την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού και καθορίζει επιμέρους δημοσιονομικούς στόχους σε πολυετή ορίζοντα τεσσάρων ετών. Στα πλαίσια αυτά, ο πρώτος Πολυετής Δημοσιονομικός Προγραμματισμός καλύπτει την περίοδο 2026-2029 και παρουσιάζει τις δημοσιονομικές εκτιμήσεις και τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται για την περίοδο αυτή, οι οποίες είναι συνεπείς με τα όρια που προβλέπονται στο ισχύον Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Σχέδιο 2025-2028, που υποβλήθηκε τον Οκτώβριο 2024 και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Στον ΠΔΠ 2026-2029 περιλαμβάνεται το σύνολο των δημοσιονομικών παρεμβάσεων που έχουν νομοθετηθεί ή ανακοινωθεί για την περίοδο 2026-2029. Το κόστος των παρεμβάσεων ανέρχεται σε 3,04 δισ. ευρώ για το 2025, αυξανόμενο σε 5,94 δισ. ευρώ το 2026 (επιπλέον 2,9 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2025), σε 7,94 δισ. ευρώ το 2027 (επιπλέον 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2026), σε 9,01 δισ. ευρώ το 2028 (επιπλέον 1,07 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2027) και σε 10,1 δισ. ευρώ το 2029 (επιπλέον 1,09 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2028).
Ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα στο 2,7% μέχρι το 2029
Τα έτη 2026-2029 το δημοσιονομικό αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι σχεδόν ισοσκελισμένο, σημαντικά υψηλότερο από την τιμή αναφοράς -3% του ΑΕΠ του Συμφώνου Σταθερότητας. Τo πρωτογενές αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο +2,8% του ΑΕΠ για το 2026 και διατηρείται σταθερό στο +2,7% του ΑΕΠ για τα επόμενα έτη 2027-2029, τηρώντας τον εθνικό αριθμητικό κανόνα για τη δημοσιονομική θέση του πρωτογενούς ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης που πρέπει να είναι πλεονασματική.
Η σταθεροποίηση του πρωτογενούς αποτελέσματος στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα προκύπτει από την προβλεπόμενη σταθερή αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, που οδηγεί στην ετήσια αύξηση των δημοσίων εσόδων σε ύψος που ισοσταθμίζει τη συνήθη ετήσια αύξηση των λειτουργικών δαπανών της γενικής κυβέρνησης, των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, των συντάξεων και την κάλυψη λοιπών αναγκών και προτεραιοτήτων πολιτικής, όπως η άμυνα και οι επενδύσεις.

Τα καθαρά έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού, σε δημοσιονομική βάση, για το 2025 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 77 δισ. ευρώ και προβλέπεται σταδιακά να ενισχυθούν, φθάνοντας στα 83 δισ. ευρώ το 2029. Οι εκτιμήσεις για τη διαμόρφωση των εσόδων βασίζονται κυρίως στις προβλέψεις για την εξέλιξη των μακροοικονομικών δεικτών (ενδεικτικά: ΑΕΠ, ιδιωτική κατανάλωση, αμοιβές εξαρτημένης εργασίας) και την επίπτωση των σχετικών παρεμβάσεων που περιγράφονται στην επόμενη ενότητα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου του ΠΔΠ, τα φορολογικά έσοδα αναμένεται να έχουν σταθερά ετήσια αυξητική τάση, παρά την ενσωμάτωση των μέτρων μείωσης των φορολογικών συντελεστών (φόρου εισοδήματος και άλλων). Η αυξητική αυτή τάση οφείλεται στην προβλεπόμενη μεγέθυνση της οικονομίας, στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και στη σειρά δράσεων περιορισμού της φοροδιαφυγής που έχουν αναληφθεί. Στον Κρατικό Προϋπολογισμό από το 2027 και εξής δεν περιλαμβάνονται έσοδα μεταβιβάσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς αυτό ολοκληρώνεται το 2026.
Η γνώμη του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου
Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει πως για την περίοδο 2027–2029 οι μακροοικονομικές προβλέψεις του ΠΔΠ 2026-2029 διαμορφώνονται σε συντηρητικό εύρος, αντανακλώντας τη σταδιακή επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης έναντι της διετίας 2025-2026.
Σημειώνει ωστόσο πως παρά τη σταδιακή μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης, η ελληνική οικονομία παραμένει σε ανθεκτική αναπτυξιακή πορεία καθώς από το 2023, το πραγματικό ΑΕΠ αυξάνεται κατά περίπου 2,1% ετησίως, ταχύτερα από την Ευρωζώνη, με τη διαδικασία σύγκλισης να συνεχίζεται. Η ανάπτυξη αναμένεται να διατηρηθεί κοντά στο 2% έως το 2027, με την εγχώρια ζήτηση να παραμένει ο βασικός κινητήριος μοχλός της οικονομικής δραστηριότητας, υποστηριζόμενη από την ολοκλήρωση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), και τη συνεχιζόμενη άνοδο της απασχόλησης.
Πιο συγκεκριμένα, ο μέσος αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης ολόκληρης της περιόδου 2026- 2029 είναι 1,8%, με κύριους μοχλούς ανάπτυξης, τις επενδύσεις που χρηματοδοτούνται από το ΤΑΑ και την ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, αναμένεται να παρουσιάσουν μειωμένη συνεισφορά στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς η επίδρασή τους εξασθενεί προς τα τελευταία έτη της περιόδου αυτής και ιδιαίτερα μετά την λήξη του ΤΑΑ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Debt Sustainability Monitor, Μάιος 2025) προβλέπει για την περίοδο 2025-2029 κκατά μέσο όρο 1,3% ρυθμό μεγέθυνσης σύμφωνα στο σενάριο βάσης, ενώ λιγότερο συντηρητικά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (World Economic Outlook, Απρίλιος 2025) προβλέπει 1,7% για την ίδια περίοδο.
«Η αναμενόμενη επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, ιδίως μετά το 2027, καθιστά αναγκαία την ενίσχυση των διαρθρωτικών πολιτικών στην πλευρά της προσφοράς, με στόχο τη αύξηση της παραγωγικότητας, τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του επιχειρηματικού τομέα, ώστε να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας. Η περαιτέρω αύξηση των επενδύσεων σε υποδομές και η βελτίωση του θεσμικού, δικαστικού, δημόσιου διοικητικού πλαισίου θα συνεισφέρουν θετικά στην ανάπτυξη. Παράλληλα, η προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεί προϋπόθεση για τη διατήρηση του πληθωρισμού κοντά στον στόχο του 2%, επίπεδο κρίσιμο τόσο για τη σταθερότητα της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών όσο και για τη διαφύλαξη της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας», αναφέρει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο.