Στην πιο κρίσιμη φάση του εισέρχεται ο κοινωνικός διάλογος για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, με την αποστολή – εγγράφως – των προτάσεων των κοινωνικών εταίρων προς το υπουργείο Εργασίας για το πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων, έως τις 31 Οκτωβρίου. Ο κοινωνικός διάλογος για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας έχει ως στόχο τη διαμόρφωση – έως το τέλος του έτους – ενός Σχεδίου Δράσης με στόχο την ενίσχυση των συμβάσεων.
Μετά από συζητήσεις μηνών έχουν διατυπωθεί οι απόψεις για τα περισσότερα θέματα από τους εκπροσώπους εργοδοτών και εργαζομένων και το υπουργείο Εργασίας που συντονίζει τη διαδικασία ζητά πλέον –τις προτάσεις όλων των φορέων προκειμένου να βελτιωθεί η προοπτική υπογραφής νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας προκειμένου και να αυξηθεί η κάλυψη των εργαζομένων από συμβάσεις.
Υπενθυμίζεται πως σήμερα ένα πολύ μικρό ποσοστό των εργαζόμενων καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις, έναντι του 80% που είναι η ευρωπαϊκή πρόβλεψη. Η συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών εργαζομένων της χώρας καλύπτονται μόνο από ατομικές συμβάσεις εργασίας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του μηχανισμού παρακολούθησης μισθών (wage tracker) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τον δείκτη που καλύπτει τις ενεργές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, η Ελλάδα εμφανίζει τη χαμηλότερη κάλυψη εργαζομένων μεταξύ των συμμετεχουσών χωρών. Ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κάλυψης εργαζομένων από τις συλλογικές συμβάσεις ανέρχεται σε περίπου 49% για την περίοδο 2013-2024, στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 16,1% (κατά το β' τρίμηνο του 2025).
Η ενίσχυση των συμβάσεων περιλαμβάνεται σε σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης «για επαρκείς κατώτατους μισθούς», η οποία επιτάσσει τα κράτη-μέλη να καλύπτουν τουλάχιστον το 80% των εργαζομένων τους με συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες θα προσδιορίζουν το ύψος των αμοιβών.
Οι αλλαγές που βρίσκονται στο «τραπέζι»
Στην πρόσφατη σύσκεψη που συγκάλεσε με τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως επιδιώχθηκε η επίτευξη της μέγιστης δυνατής συναίνεσης, ώστε να αυξηθεί το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αλλαγές που προωθούνται από τους εμπλεκόμενους στο διάλογο, επικεντρώνονται στο ποσοστό 50%+1 το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνουν οι εργοδότες ενός κλάδου προκειμένου να κηρυχθεί υποχρεωτική μια κλαδική σύμβαση εργασίας.
Το ποσοστό αποτελεί εμπόδιο στην επέκταση πολλών κλαδικών συμβάσεων, καθώς οι επιχειρήσεις αποφεύγουν να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις. Το υπουργείο Εργασίας προσανατολίζεται στην δραστική μείωση του απαιτούμενου ποσοστού (50% +1), αλλά και στην θέσπιση ενός μόνιμου μηχανισμού επέκτασης των συμβάσεων.
Επιπλέον εξετάζεται το ενδεχόμενο να περιλαμβάνονται στην διαπραγμάτευση για την σύναψη μιας σύμβασης παράμετροι όπως η οικονομική κατάσταση ενός κλάδου (κερδοφορία ή ζημιές), αλλά και η εξέλιξη του μέσου μισθού.
Κομβικής σημασίας ζήτημα αποτελεί και η επέκταση της μετενέργειας των συμβάσεων, πέραν του τριμήνου που ισχύει σήμερα. Υπάρχουν σκέψεις η μετενέργεια να αφορά διάστημα 6 ή και περισσότερων μηνών, οπότε με τη λήξη μιας σύμβασης οι εργαζόμενοι θα εξακολουθούν να διατηρούν τους ίδιους μισθούς με την προϋπόθεση ότι εντός εξαμήνου θα υπογραφεί νέα.
Ωστόσο στις μέχρι τώρα συνομιλίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, σημαντικές αποκλίσεις καταγράφονται στα θέματα που θέτει η εργατική πλευρά και αφορούν τη μετενέργεια, την επεκτασιμότητα, τη συρροή και την καθολικότητα των συμβάσεων.