Στις 21 Απριλίου η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα ανακοινώσει τις προκαταρκτικές τις εκτιμήσεις για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδος 2016. Τη Δευτέρα 24 Απριλίου θα ακολουθήσει η Eurostat.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 διαμορφώθηκε σε 3,8% του ΑΕΠ, έναντι στόχου 0,5%. Και αν δεν είχε δοθεί η 13η σύνταξη στους συνταξιούχους, θα ξεπερνούσε το 4,1% του ΑΕΠ. Τα μεγέθη αυτά ωστόσο μέλλει να πιστοποιηθούν από τις αρμόδιες Στατιστικές Αρχές.
Αυτό που όμως εμφανίζεται ως επιτυχία της ελληνικής κυβέρνησης, δηλαδή η επίτευξη πλεονάσματος επταπλάσιου του αναμενόμενου, μόνον επιτυχία δεν είναι. Όχι απλά διότι το πλεόνασμα αυτό επετεύχθη με την επιβολή σκληρών δημοσιονομικών μέτρων ύψους 6 δισ. ευρώ το 2015 και το 2016, αλλά κυρίως διότι η πρόωρη επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, η οποία έχει προσδιοριστεί για το 2018, «ναρκοθετεί» τα μεσοπρόθεσμα πρωτογενή πλεονάσματα.
Η συμφωνία κυβέρνησης – θεσμών προβλέπει πως η Ελλάδα θα πρέπει να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2023. Δηλαδή για έξι συνεχόμενα χρόνια, αρχής γενομένης του 2018. Ωστόσο, δεδομένης της δημοσιονομικής υπεραπόδοσης του 2016 και του 2017 – αναμένεται να υπερκαλυφτεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ- ο συνολικός χρόνος που θα βρεθεί να έχει τέτοιου ύψους πλεονάσματα θα είναι οκτώ έτη.
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία και έρευνες που έχουν διεξάγει ακαδημαϊκοί και οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, αλλά και το think tank όπως το Peterson Institute for International Economics (PIIE) η πιθανότητα μια χώρα με υψηλό χρέος να διατηρήσει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για έξι χρόνια, με βάση το μέσο κριτήριο, είναι περίπου 50%!
Κατά τις ίδιες έρευνες η διεθνής εμπειρία δεν υποστηρίζει πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής που να προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5% για περισσότερα από τρία με τέσσερα χρόνια σε συνεχή βάση και για περισσότερα από επτά χρόνια κατά μέσο όρο.
Είναι ενδεικτικό πως μελέτη των Eichengreen και Panizza (2016) που εξετάζει τις δημοσιονομικές επιδόσεις 48 προηγμένων και αναδυόμενων οικονομιών κατά την περίοδο 1955 – 2015 δείχνει πως υπάρχει 40% πιθανότητα μια χώρα να σημειώσει πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ για 6 συνεχόμενα χρόνια, ενώ η πιθανότητα να καταγράψει πρωτογενές πλεόνασμα 5% του ΑΕΠ για 6 συνεχόμενα χρόνια είναι χαμηλότερη από 10%.