Μπορεί ο πρώτος δύσκολος γύρος των διαπραγματεύσεων Ελλάδος - θεσμών – ευρωζώνης να ολοκληρώθηκε με την ελληνική κυβέρνηση να αποδέχεται επώδυνα μέτρα για την περίοδο έως και το 2020, ωστόσο ακολουθεί ένας πιο περίπλοκος γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδος, ΔΝΤ και Γερμανίας για το ύψος της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους μεσοπρόθεσμα. Και το γεγονός ότι η συζήτηση αυτή συμπίπτει χρονικά με την προεκλογική περίοδο στη Γερμανία, καθιστά τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα.
Στη συζήτηση αυτή η γερμανική κυβέρνηση προσέτρεξε ήδη να λάβει θέση και μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της ξεκαθάρισε πως «τα περιθώρια ελάφρυνσης του χρέους με την μορφή που τα ζητά το ΔΝΤ είναι πολύ περιορισμένα». Το ΔΝΤ από την πλευρά του ξεκαθάρισε εμφατικά την παρελθούσα Παρασκευή πως οι μεταρρυθμίσεις από την ελληνική πλευρά δεν αρκούν για να υπάρξει συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και θα απαιτηθεί ελάφρυνση του χρέους.
«Μια τέτοια συμφωνία σχετικά με τις πολιτικές θα πρέπει να ακολουθηθεί από συζητήσεις με τις χώρες της ζώνης του ευρώ για να διασφαλιστούν ικανοποιητικές εγγυήσεις για μια αξιόπιστη στρατηγική για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, πριν το ελληνικό πρόγραμμα παρουσιαστεί στο Εκτελεστικό συμβούλιο του ΔΝΤ», τόνισε δια του εκπροσώπου του το Ταμείο.
Η συζήτηση για το ύψος και το χρόνο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους αναμένεται να γίνει κατά την Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον στο διάστημα 21-23 Απριλίου. Δεν αναμένονται αποφάσεις για το θέμα αυτό σήμερα, καθώς πληροφορίες από Βερολίνο και Ουάσιγκτον αναφέρουν πως στη σημερινή συνάντηση της Γερμανίδας Καγκελάριου Άγγελας Μέρκελ με την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, με τον επικεφαλής του ΟΟΣΑ Ανχέλ Γουρία, τον πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Τζιμ Γιονγκ Κιμ, το γενικό διευθυντή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου Ρομπέρτο Αζεβέδο και το Γενικό Διευθυντή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας Γκάι Ράιντερ δεν θα γίνει κάποια συζήτηση σχετική με το ελληνικό χρέος.
Πάντως, ενδεχόμενη γερμανική υπαναχώρηση στο θέμα του χρέους θα περιπλέξει την κατάσταση για την Ελλάδα, αφενός διότι δεν θα επιτρέψει την συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αφετέρου διότι θα καθυστερήσει την εκταμίευση της δόσης από τον ESM, καθώς αυτή θα συνδεθεί με ένα νέο τέταρτο πρόγραμμα στήριξης.
Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζει δημοσίως πως θα προχωρήσει σε μείωση των συντάξεων το 2019 και σε μείωση του αφορολογήτου το 2020 μόνον υπό την προϋπόθεση πως θα εφαρμοστούν τα μέτρα για το χρέος από το 2018. Αυτό είναι μια μαξιμαλιστική θέση, δεδομένου ότι οι χώρες της ευρωζώνης και ειδικά η Γερμανία θεωρούν ως βάση συζήτησης για τη μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους τις αποφάσεις του Eurogroup της 26ης Μάιου 2016, όπου προβλέπεται πως η όποια ελάφρυνση θα γίνει μετά το 2018, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο και κυρίως εάν εφαρμόζεται επιμελώς το πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδος.
Να υπογραμμιστεί πως το ΔΝΤ αποδέχεται την σύνδεση της ελάφρυνσης του χρέους με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος, ωστόσο απαιτεί από τους Ευρωπαίους η δέσμευσή τους για την αναγκαία ελάφρυνση του χρέους να είναι αξιόπιστη.