Η εμπορική σύγκρουση ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ εισέρχεται σε μια νέα, πιο επικίνδυνη φάση: η Ουάσιγκτον θέτει πλέον ευθέως όρο την αποδόμηση του ευρωπαϊκού ψηφιακού ρυθμιστικού πλαισίου προκειμένου να μειώσει τους υπερβολικά υψηλούς δασμούς 50% σε χάλυβα και αλουμίνιο.
Με μια δήλωση που αιφνιδίασε τις Βρυξέλλες, ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ συνέδεσε απροκάλυπτα την τύχη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με την υποχώρηση της ΕΕ απέναντι στις απαιτήσεις των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών, μετατρέποντας το τραπέζι των διαπραγματεύσεων σε ένα πεδίο ωμής γεωοικονομικής πίεσης. Την ώρα που οι δασμοί στραγγαλίζουν ευρωπαϊκές εταιρείες και κυβερνήσεις αναζητούν ανάσα, η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα δίλημμα υψηλού ρίσκου: θα υπερασπιστεί τους δικούς της κανόνες ή θα υποχωρήσει για να προστατεύσει τον βιομηχανικό της πυλώνα;
Ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου, Χάουαρντ Λούτνικ, μαζί με τον Εκπρόσωπο σε θέματα Εμπορίου των ΗΠΑ, Τζέιμσον Γκριρ, που πραγματοποίησαν την πρώτη επίσημη επίσκεψη στις Βρυξέλλες από τότε που υπογράφηκε η εμπορική συμφωνία ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, κάλεσαν την ΕΕ να αλλάξει τους ψηφιακούς της κανονισμούς προκειμένου να υπάρξει συμφωνία για μείωση των δασμών 50% σε χάλυβα και αλουμίνιο.

«Τους μιλάμε για» ανατροπή των τεχνολογικών κανόνων της ΕΕ, είπε ο Λούτνικ σε συνέντευξή του στο Bloomberg. «Σε αντάλλαγμα, θα καταλήξουμε σε μια ωραία συμφωνία για τον χάλυβα και το αλουμίνιο».
Η διμερής εμπορική συμφωνία προβλέπει αμερικανικό δασμό 15% σε πολλά ευρωπαϊκά προϊόντα, ενώ η ΕΕ δεσμεύτηκε να καταργήσει δασμούς σε αμερικανικά βιομηχανικά προϊόντα καθώς και ορισμένα αγροτικά και διατροφικά είδη. Οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν επίσης να συνεχίσουν να εργάζονται για τη μείωση και άλλων δασμών, συμπεριλαμβανομένης μιας επιβάρυνσης 50% στον ευρωπαϊκό χάλυβα και αλουμίνιο. Αντίστοιχα, η ΕΕ έχει επιβάλει και αυτή δασμό 50% στις αμερικανικές εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου πέρα από μία συγκεκριμένη ποσόστωση.
Ναι σε συμφωνία, αλλά με ανταλλαγή
Αυτό που ενοχλεί τους Ευρωπαίους αξιωματούχους και τις επιχειρήσεις είναι το μεταβαλλόμενο εύρος της εξουσίας επιβολής δασμών από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ανά κλάδο - πολύ πέρα από την ικανότητα στόχευσης των ίδιων των ακατέργαστων μετάλλων. Από τότε που τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ, η Ουάσιγκτον έχει διευρύνει τους δασμούς στον χάλυβα ώστε να περιλαμβάνουν πολλά προϊόντα που δεν υπόκεινταν σε δασμούς προηγουμένως.
Ωστόσο, ο Λούτνικ ξεκαθάρισε ότι οποιαδήποτε συμφωνία για χάλυβα και αλουμίνιο εξαρτάται από το αν η ΕΕ θα ανατρέψει ορισμένους από τους κανονισμούς της που αφορούν μεγάλες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες.
«Η ιδέα είναι ότι, εάν οι Ευρωπαίοι αλλάξουν το σημερινό ρυθμιστικό πλαίσιο και το κάνουν πιο φιλόξενο για τις εταιρείες μας, μπορούν να επωφεληθούν από επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, πιθανώς 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων», είπε ο Λούτνικ.
Η άμεση σύνδεση των δύο ζητημάτων από τον Λούτνικ βάζει την ΕΕ σε δύσκολη θέση. Η ΕΕ έχει πει κατ’ επανάληψη ότι δεν θα επιτρέψει σε άλλες χώρες να υπαγορεύουν τους τεχνολογικούς της κανόνες. Αλλά οι δασμοί στα μέταλλα προκαλούν επίσης σοβαρή οικονομική ζημιά σε ολόκληρη την ήπειρο.
«Όσον αφορά τον χάλυβα και το αλουμίνιο, πρέπει να επιτύχουμε πρόσθετη ανακούφιση», δήλωσε η Γερμανίδα Υπουργός Οικονομίας, Κατερίνα Ράιχε, μιλώντας σε δημοσιογράφους. «Πολλές μηχανές που έχουν ήδη κατασκευαστεί δεν μπορούν να παραδοθούν στις ΗΠΑ και οι εταιρείες μας υποφέρουν από σημαντικές μειώσεις στις πωλήσεις».
Πριν από το γεύμα με τους Ευρωπαίους υπουργούς εμπορίου, ο Λούτνικ και ο Γκριρ συναντήθηκαν επίσης με την εκτελεστική αντιπρόεδρο της ΕΕ αρμόδια για την τεχνολογική κυριαρχία, Χένα Βίρκουνεν, για να συζητήσουν σχετικά με τους ψηφιακούς κανονισμούς.
Οι βασικές ψηφιακές νομοθεσίες της ΕΕ
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία χειρίζεται την εμπορική πολιτική της ΕΕ, η Βίρκουνεν τόνισε τη σημασία των δύο κεντρικών νομοθετημάτων της ΕΕ για την τεχνολογία, του Digital Services Act και του Digital Markets Act, που ρυθμίζουν τις διαδικτυακές πλατφόρμες και τις αγορές. Παρουσίασε επίσης την πρόσφατη πρόταση της ΕΕ για περιορισμό των κανόνων που αφορούν την τεχνητή νοημοσύνη και την προστασία δεδομένων, με στόχο τη μείωση της γραφειοκρατίας.
Εκπρόσωπος της Επιτροπής επανέλαβε τη θέση του μπλοκ ότι δεν θα διαπραγματευτεί τους τεχνολογικούς ή φορολογικούς κανόνες του ως μέρος των εμπορικών συνομιλιών με τις ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Τραμπ διαμαρτύρεται εδώ και καιρό ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει άδικα τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, επισημαίνοντας τόσο τους κανονισμούς όσο και τα μεγάλα πρόστιμα που έχει επιβάλει η ένωση σε εταιρείες όπως η Google, η οποία αντιμετωπίζει πρόστιμο ύψους περίπου 3 δις. ευρώ για παραβίαση κανόνων ανταγωνισμού.
«Ας διευθετήσουμε τις εκκρεμείς υποθέσεις. Ας τις αφήσουμε πίσω μας. Ας δημιουργήσουμε ένα λογικό πλαίσιο όπου αυτές οι εταιρείες μπορούν να αναπτυχθούν και να οικοδομήσουν», υπογράμμισε.
Άλλα αιτήματα της ΕΕ
Την ίδια στιγμή, η ΕΕ ζητά από τις ΗΠΑ να μειώσουν τους δασμούς στις ευρωπαϊκές εξαγωγές όπλων κάτω από το ανώτατο όριο του 15% που συμφωνήθηκε για πολλά από τα προϊόντα της.
Η ΕΕ επιδιώκει έναν χαμηλότερο, λεγόμενο «συντελεστή ευνοούμενου κράτους» για πυροβόλα όπλα, συμπεριλαμβανομένων οβιδοβόλων και όλμων, εκτοξευτών ρουκετών και χειροβομβίδων, φλογοβόλων, περίστροφων και πιστολιών, σύμφωνα με κατάλογο 27 σελίδων με ευρωπαϊκά προϊόντα που έχει δει το Bloomberg.
Ο κατάλογος των προϊόντων για τα οποία η ΕΕ ζητά χαμηλότερο δασμό περιελαμβάνει και άλλα είδη, όπως κρασί, μπύρα, ζυμαρικά, ιατρικά προϊόντα, παπούτσια και μάρμαρο, σύμφωνα με το έγγραφο.
Στην εμπορική συμφωνία του Ιουλίου, η ΕΕ αποδέχθηκε δασμό 15% σε πολλές από τις εξαγωγές της, ενώ δεσμεύτηκε να καταργήσει δασμούς σε βιομηχανικά προϊόντα των ΗΠΑ καθώς και σε ορισμένα αγροτικά και διατροφικά είδη.
Οι δηλώσεις Σέφκοβιτς πριν τη συνάντηση
Πριν από την συνάντηση με τους Αμερικανούς αξιωματούχους, ο Ευρωπαίος Επίτροπος για το Εμπόριο, Μάρος Σέφτσοβιτς, δήλωσε ότι η ΕΕ εκπληρώνει πλήρως και έμπρακτα τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη συμφωνία εμπορίου μεταξύ ΕΕ–ΗΠΑ του Ιουλίου.
Ειδικότερα, ο Επίτροπος ανέφερε ότι η ΕΕ εκπληρώνει τις δεσμεύσεις της για στρατηγικές αγορές ενέργειας - LNG, πετρέλαιο και πυρηνική ενέργεια - με συνολικές πληρωμές 200 δισ. δολαρίων φέτος. Το μερίδιο των ΗΠΑ στις εισαγωγές LNG της ΕΕ αυξήθηκε από 45% σε 60% χάρη σε μακροπρόθεσμα συμβόλαια. Παράλληλα, οι επενδύσεις της ΕΕ στις ΗΠΑ αυξήθηκαν σχεδόν 100% από τον Ιανουάριο, φτάνοντας τα 154 δισ. δολάρια.
Η ΕΕ, είπε, διαπραγματεύεται συμβόλαια αξίας άνω των 40 δισ. δολαρίων για την αγορά τσιπ, ενώ τέθηκαν και θέματα που αφορούν κρίσιμες πρώτες ύλες, τη διασφάλιση των εφοδιαστικών αλυσίδων και την ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης της ΕΕ.
Η ΕΕ και κατά της Κίνας
Από την άλλη, ο Επίτροπος της ΕΕ για τη Βιομηχανία Στεφάν Σεζουρνέ δήλωσε στους FT ότι η ΕΕ ετοιμάζει αυστηρότερους κανόνες για ξένες επενδύσεις, οι οποίοι θα απαιτούν από μη ευρωπαϊκές εταιρείες να προσλαμβάνουν ντόπιους εργαζόμενους και, σε ορισμένους τομείς όπως οι μπαταρίες, να μεταφέρουν τεχνογνωσία. Τονίζει ότι η Ευρώπη επιδιώκει επαναβιομηχάνιση παρόμοια με αυτήν που θέλει ο Τραμπ, αλλά με διαφορετικά εργαλεία από τους δασμούς.
Αν και η νομοθεσία δεν θα αναφέρει την Κίνα, είναι σαφές ότι στοχεύει τη ραγδαία αύξηση κινεζικών επενδύσεων στην ΕΕ - που αυξήθηκαν κατά 80% το 2024. Κεντρικό παράδειγμα αποτελεί η CATL, ο κινεζικός κολοσσός μπαταριών, που κατασκευάζει τεράστιες εγκαταστάσεις στην Ουγγαρία και την Ισπανία. Η εταιρεία επιδιώκει να φέρει 2.000 Κινέζους εργάτες για την ανέγερση του εργοστασίου στην Ισπανία, κάτι που προκαλεί ανησυχίες για περιορισμένη μεταφορά τεχνογνωσίας.
Η ΕΕ επιδιώκει να διασφαλίσει ότι οι ξένες επενδύσεις προσφέρουν «πραγματική προστιθέμενη αξία» στην ευρωπαϊκή οικονομία και δεν χρησιμοποιούν την Ένωση απλώς ως πύλη προς την αγορά της.
Οι νέοι κανόνες, που θα παρουσιαστούν στις 10 Δεκεμβρίου, θα μπορούσαν να επηρεάσουν όχι μόνο κινεζικές αλλά και ιαπωνικές και νοτιοκορεατικές εταιρείες, αν και οι αξιωματούχοι θεωρούν ότι αυτές θα συμμορφωθούν ευκολότερα.