Η κρίση της Γαλλίας στρέφει τους «προβολείς» στο… Βερολίνο

Δημήτρης Ζάντζας
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Η κρίση της Γαλλίας στρέφει τους «προβολείς» στο… Βερολίνο
Το πολιτικό σκηνικό στο άλλο άκρο του γαλλογερμανικού άξονα είναι εξίσου εύθραυστο και οι οικονομικές προκλήσεις, αν και διαφορετικές, εξίσου σοβαρές. Το τεράστιο πακέτο δημοσιονομικής επέκτασης έχει επισκιάσει τη συζήτηση για τα μέτρα λιτότητας... για τα οποία οι εταίροι της γερμανικής κυβέρνησης διαφωνούν πλέον δημοσίως.

Πριν από μερικά εικοσιτετράωρα, οι περισσότεροι πίστευαν ότι ο Γάλλος πρωθυπουργός θα έμπαινε σε κάποιου είδους «διαπραγμάτευση» με κόμματα της αντιπολίτευσης, προκειμένου να εξασφαλίσει τη στήριξη κάποιων εξ αυτών ενόψει της ψήφισης του προϋπολογισμού τον Οκτώβριο. Εν μέσω ραγδαία αυξανόμενων κοινωνικών αντιδράσεων, προτίμησε τελικά να «εκβιάσει» την ψήφο εμπιστοσύνης τους, φέρνοντας τη χώρα στα πρόθυρα κυβερνητικής κατάρρευσης.

Η αντίδραση των αγορών υπήρξε άμεση και έντονη, παρά το γεγονός ότι οι δημοσιονομικές -και όχι μόνο- προκλήσεις της Γαλλίας είναι γνωστές εδώ και καιρό. Σε έναν βαθμό, οι εξελίξεις στη Γαλλία λειτουργούν ως υπενθύμιση ότι και η Γερμανία έχει να ξεπεράσει τον δικό της «σκόπελο». Αν και αντιμέτωπη με πολύ διαφορετικές προκλήσεις στην οικονομία, η γερμανική κυβέρνηση μπορεί να αποδειχθεί εξίσου «εύθραυστη».

Κοινοβουλευτικές ακροβασίες και η απειλή της ακροδεξιάς

Κοινοβουλευτικά, τόσο η γαλλική όσο και η γερμανική κυβέρνηση είναι εξαιρετικά εύθραυστες. Ο Μπαϊρού ορίστηκε πρωθυπουργός από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν τον Δεκέμβριο του 2024, μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης του Μισέλ Μπαρνιέ. Έκτοτε, κυβερνά χωρίς να διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όπως και οι προκάτοχοί του από τον Μάιο του 2022 και έπειτα. Αυτό έχει επιτευχθεί χάρη σε έναν συνδυασμό παραγόντων που περιλαμβάνει από τη χρήση του Άρθρου 49 (3) του Γαλλικού Συντάγματος, που επιτρέπει νομοθέτηση χωρίς κοινοβουλευτική ψηφοφορία, ευκαιριακές συμμαχίες και, σε μεγάλο βαθμό, τη «δαμόκλειο σπάθη» της ανόδου της ακροδεξιάς που έχει συσπειρώσει κατά καιρούς τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Στη Γερμανία, η κυβέρνηση του Φρίντριχ Μερτς προέκυψε μετά τις εκλογές του Φεβρουαρίου του 2025, μετά την αποχώρηση του FDP από την κυβερνητική συμμαχία και την κατάρρευση της κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς. Οι κάλπες έδωσαν στον συνασπισμό μεταξύ του CDU του Φρίντριχ Μερτς και του CSU 208 έδρες (164 και 44 αντίστοιχα) επί συνόλου 630. Έτσι προέκυψε η συμμαχία με το SPD που είχε εξασφαλίσει 120 έδρες, δίνοντας στον κυβερνητικό συνασπισμό οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία 328 εδρών, μόλις 12 έδρες πάνω από το όριο των 316 εδρών.

Οι δυσκολίες για τον Μερτς φάνηκαν με το «καλημέρα». Για πρώτη φορά από τον Β’ Π.Π. χρειάστηκαν δύο ψηφοφορίες για την εκλογή Καγκελαρίου, καθώς στην πρώτη ψηφοφορία ο Μερτς απέτυχε να συγκεντρώσει το 50%+1. Μια ήττα που χαρακτηρίστηκε ως «ιστορική» και «ταπεινωτική», αλλά ξεχάστηκε λίγο αργότερα, όταν στη δεύτερη ψηφοφορία έλαβε την απαραίτητη πλειοψηφία.

Στο μεταξύ, όπως και στην περίπτωση της Γαλλίας, η άνοδος της ακροδεξιάς στη Γερμανία έχει λειτουργήσει μέχρι στιγμής ως συγκολλητική ουσία για τον κυβερνητικό συνασπισμό. Το ακροδεξιό AfD σε αλλεπάλληλες πρόσφατες δημοσκοπήσεις έρχεται έως και πρώτο, με ποσοστά της τάξης του 25%-26%, ενώ παράλληλα καταγράφεται μεγάλη δυσαρέσκεια (67%) για το έργο της κυβέρνησης Μερτς, με τα ποσοστά αποδοχής (29%) να έχουν πέσει σε ιστορικό χαμηλό. Μάλιστα, οι ίδιοι οι Γερμανοί ψηφοφόροι δίνουν πιθανότητες 43% να καταρρεύσει πρόωρα ο κυβερνητικός συνασπισμός.

Οι πρώτοι τριγμοί

Η πρώτη κυβερνητική κρίση για τον γερμανικό κυβερνητικό συνασπισμό, μεταξύ CDU/CSU και του SPD, προέκυψε μόλις δύο μήνες μετά τον σχηματισμό του, με αφορμή την εκλογή μιας ανώτατης δικαστού στο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.

Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι αντιδράσεις δεν προέκυψαν από την πλευρά του SPD, αλλά από αυτή του CDU/CSU, παρά το γεγονός ότι ο Μερτς είχε εγκρίνει την υποψηφιότητά της. Εν τέλει, μετά και από παρέμβαση του Προέδρου Σταϊνμάιερ, η ψηφοφορία αναβλήθηκε. Και στις αρχές Αυγούστου η ίδια η υποψήφια δικαστής απέσυρε την υποψηφιότητά της, αναγνωρίζοντας ότι δεν είχε πιθανότητες να αποσπάσει τις ψήφους του CDU/CSU.

Νέος προϋπολογισμός, «κρυφή» λιτότητα και διαφωνίες

Για τη γερμανική κυβέρνηση, το μεγαλύτερο «στοίχημα» είναι η τόνωση της ανάπτυξης, αλλά υπό συνθήκες δημογραφικής πίεσης και μεγάλης έλλειψης εργατικού δυναμικού, αυξημένου ενεργειακού κόστους και, ασφαλώς, αυξημένων δασμών στο εμπόριο με τις ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι η συζήτηση εντός και εκτός γερμανικών συνόρων κυριαρχείται από το τεράστιο πακέτο δημοσιονομικής επέκτασης, ταυτόχρονα διεξάγεται και μια συζήτηση για μέτρα λιτότητας, και εδώ ακριβώς βρίσκεται ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη συνοχή του κυβερνητικού συνασπισμού, καθώς οι διαφωνίες στο εσωτερικό του συνεχίζουν να υποβόσκουν.

Πιθανώς αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο Γερμανός Καγκελάριος, μία ημέρα μετά τα αρνητικά στοιχεία για το γερμανικό ΑΕΠ, αισθάνθηκε την ανάγκη απευθυνόμενος σε στελέχη του CDU να τονίσει, μεταξύ άλλων, ότι η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε δομική κρίση και ότι η αντιμετώπιση των προκλήσεων είναι πιο δύσκολη απ’ όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί. Ο Μερτς ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η Γερμανία δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτεί το σημερινό σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της χώρας, και κάλεσε εκ νέου για τη μεταρρύθμισή του.

Αν και οι εταίροι της κυβερνητικής συμμαχίας έχουν ήδη συμφωνήσει στην ανάγκη μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, που καλύπτει υγειονομική περίθαλψη, συντάξεις και επιδόματα ανεργίας, ο Γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών Λαρς Κλίνγκμπαϊλ (SPD), τόνισε οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να περιοριστούν απλώς σε περικοπές για τους εργαζόμενους. «Θα παραμείνουμε μια χώρα που βοηθά όσους έχουν βρεθεί σε δύσκολη θέση, όσους έχουν αρρωστήσει και χρειάζονται βοήθεια», δήλωσε χαρακτηριστικά. Ακόμη πιο χαρακτηριστική ήταν δήλωση του Φίλιπ Τέρμερ, επικεφαλής της νεολαίας του SPD, που δήλωσε ότι αν η ιδέα πίσω από τις μεταρρυθμίσεις είναι απλώς να περικοπούν τα επιδόματα, τότε «το SPD δεν μπορεί να κάνει ούτε βήμα πίσω».

Το SPD παραδοσιακά θεωρεί τον εαυτό του υπερασπιστή του κοινωνικού κράτους και πιθανότατα δεν θα είναι πρόθυμο να στηρίξει μεγάλες περικοπές, ειδικά μετά την κατάρρευση των ποσοστών του στις τελευταίες εκλογές κατέρρευσε. Μάλιστα, ο Μερτς έχει αναγνωρίσει δημοσίως ότι οι περικοπές στην κοινωνική πρόνοια δεν θα είναι εύκολες για το SPD, αλλά κάλεσε τα δύο κόμματα να συνεχίσουν να συνεργάζονται.

Άλλο πεδίο διαφωνίας εντοπίζεται στη φορολογική πολιτική. Μετά το πλήγμα των αμερικανικών δασμών, ο Κλίνγκμπαϊλ, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης φόρων για να καλυφθεί ένα κενό 30 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2027, προκαλώντας ωστόσο άμεσες αντιδράσεις από τους συντηρητικούς εταίρους της κυβέρνησης. «Το φορολογικό βάρος για τις επιχειρήσεις στη Γερμανία είναι ήδη υψηλό», απάντησε η υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας, Κατερίνα Ράιχε, από το CDU, τονίζοντας ότι «πρέπει να συζητάμε για μείωση του φορολογικού βάρους, όχι για αύξησή του». Αλλά και ο ίδιος ο Μερτς απάντησε, λέγοντας ότι «δεν θα υπάρξει καμία αύξηση του φόρου για τις μεσαίες επιχειρήσεις στη Γερμανία με αυτήν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπό την ηγεσία μου».

Η συζήτηση στο γερμανικό κοινοβούλιο για τον νέο προϋπολογισμό είναι προγραμματισμένη να ξεκινήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου, ενώ θα πρέπει να ακολουθήσει η έγκρισή του από την Κάτω και την Άνω Βουλή τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο αντίστοιχα. Παρά το γεγονός ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού έχει εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται ενδεχόμενες «διαρροές» ψήφων. Ειδικά μετά το προηγούμενο της ψηφοφορίας για την εκλογή Μερτς και την «ανταρσία» στην εκλογή της ανώτατης δικαστού.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάζονται αυτή τη στιγμή

Εργασιακό: Οι ενέργειες εργοδότη ή εργαζόμενου που συνιστούν καταγγελία σύμβασης εργασίας

Κυρανάκης: Σταδιακή κατάργηση των τρόλεϊ και 24ωρο Μετρό τα Σάββατα από 13 Σεπτεμβρίου

«Έξυπνοι» μετρητές: Σε τηλεμέτρηση ήδη πάνω από 1 εκατ. καταναλωτές - 1,4 δισ. ευρώ για πλήρη επέκταση

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider