Η λύση ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους στην οποία αναφέρθηκαν χθες οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης μετά το Eurogroup δεν μοιάζει συμβατή με τα όσα ζητούσε μέχρι πρόσφατα το ΔΝΤ.
Η ευρωζώνη για ακόμη μια φορά συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με την πλήρη εφαρμογή του προγράμματος και οριοθετεί την όποια ελάφρυνση για μετά το 2018. Μάλιστα, η πρόβλεψη του χθεσινού Eurogroup ότι όλα τα μέτρα που θα ληφθούν για την ελάφρυνση του χρέους θα είναι σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ και το νομικό πλαίσιο του ESM και του EFSF, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για γενναία απομείωση του χρέους.
Στη βάση αυτή όλα δείχνουν πως η συμφωνία για το ελληνικό χρέος την οποία θα πρέπει να αποκρυσταλλώσει το EuroWorking Group έως το Eurogroup της 24ης Μάιου μπορεί να μη βρει σύμφωνο το ΔΝΤ.
Το βασικό σενάριο της έκθεσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που συνέταξαν οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί αναφέρει πως το χρέος της Ελλάδας θα κορυφωθεί στο 182,9% του ΑΕΠ το 2019 και θα υποχωρήσει στο 104,9% του ΑΕΠ το 2060. Το σενάριο αυτό έχει συνταχθεί στη βάση της παραδοχής ότι η Ελλάδα θα έχει σε βάθος χρόνους πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και θα καταγράφει ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2,7% του ΑΕΠ. Η όλη ανάλυση επικεντρώνει στο πως θα καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος υπό την οπτική του κόστους αναχρηματοδότησής του.
Για να κρατήσει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας σε βιώσιμα επίπεδα τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος πρότεινε μια σειρά από παρεμβάσεις, όπως η επιμήκυνση της μέσης περιόδου ωρίμανσης των δανείων κατά πέντε έτη, τη θέσπιση ανώτατου ορίου αποπληρωμής των δανείων αυτών στο 1% του ΑΕΠ έως το 2050, τη θέσπιση πλαφόν στο ύψος του επιτοκίου που θα πληρώνει η Ελλάδα για τα δάνεια του EFSF ίσο με 2% έως το 2050, την επιστροφή των κερδών του Ευρωσυστήματος (ANFA και SMP) επί των ελληνικών ομολόγων που ανέρχονται σε 8 δισ. ευρώ, αλλά και την πρόωρη αποπληρωμή δανείων του ΔΝΤ, εφόσον περισσέψουν κεφάλαια από το τρίτο πρόγραμμα που έχει συνάψει η Ελλάδα με τον ESM.
Αλλά το ΔΝΤ μέχρι πρόσφατα υποστήριζε πως όλα τα παραπάνω δεν αρκούν. Και η αναφορά αυτή δεν είναι τυχαία. Ακόμη και εάν βραχυπρόθεσμα βελτιωθεί η δομή του ελληνικού χρέους, χορηγηθεί μεγαλύτερη περίοδο χάριτος, υπάρξει επιμήκυνση των πληρωμών των ευρωπαϊκών δανείων και διασφαλισθεί η ταχεία αποπληρωμή άλλων χρεών που έχουν υψηλότερο επιτόκιο από τα δάνεια του ESM αυτό δεν θα καταστήσει την Ελλάδα ελκυστικότερη στους επενδυτές, δεδομένου ότι θα εξακολουθήσει να είναι μια χώρα με τεράστιο απόθεμα χρέους που σε ετήσια βάση θα πρέπει να σημειώνει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα μέσω σφικτής δημοσιονομικής πολιτικής.
Η πραγματικότητα την οποία γνωρίζει καλά το ΔΝΤ είναι πως η Ελλάδα έχει μπροστά της αποπληρωμές χρέους που δεν μπορεί να καλύψει ούτε με τα τεράστια ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, ούτε με το δανεισμό της από τις αγορές. Ενδεικτικά η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει:
- Χρέος 16 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ έως το 2021.
- Χρέος 20 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ και στις εθνικές κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης έως το 2026.
- Χρέος 3 δισ. ευρώ από ομόλογα που δεν είχαν αναδιαρθρωθεί το 2012 στο PSI.
- Το 2023 θα αρχίσει να αποπληρώνει χρέος 31 δισ. ευρώ που προέκυψε από την αναδιάρθρωση του 2012.
- Χρέος 53 δισ. ευρώ που σχετίζεται με τα διμερή δάνεια που χορηγήθηκαν από τους εταίρους της ζώνης του ευρώ κατά το πρώτο πρόγραμμα οικονομικής βοήθειας θα πρέπει να επιστραφεί μεταξύ 2020-2041.
Από τα ανωτέρω καταδεικνύεται πως οι αποφάσεις του Eurogroup της 24ης Μάιου για το ελληνικό χρέος ενδεχομένως να αμφισβητηθούν από το ΔΝΤ ως προς την αποτελεσματικότητάς τους. Αν αυτό δεν γίνει θα μιλάμε για μεταστροφή του Ταμείου.