Η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται στη σωστή κατεύθυνση απλοποιώντας τις διαδικασίες που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα, δήλωσε ο κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, Πρόεδρος του ΣΕΒ, στο πλαίσιο της 9ης Ετήσιας Οικονομικής Διάσκεψης της ΕΕΝΕ με θέμα «Ευρώπη & Ελλάδα 2030: Μια διαφορετική Φορολόγηση για την Ανάπτυξη».
«Υπάρχουν ακόμη πολλά διαφορετικά συστήματα φορολόγησης, αδειοδότησης και πιστοποίησης. Οι πολύπλοκες διαδικασίες και η ασυνέχεια στις μεταφορές δημιουργούν πολλά και διαφορετικά εμπόδια στην Εσωτερική Ευρωπαϊκή Αγορά, με ορατές συνέπειες στον τομέα της ανταγωνιστικότητας. Σήμερα μόνο 4 μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες έχουν έδρα την Ευρώπη, ενώ καμία από εταιρείες ηγέτες στο χώρο της Τεχνητής Νοημοσύνης δεν εδρεύουν σε αυτή», είπε χαρακτηριστικά.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται στη σωστή κατεύθυνση προσπαθώντας να μειώσει τα εμπόδια και να απλοποιήσει τις διαδικασίες που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστική της βάση και θα διαμορφώσουν ένα ενιαίο ευρωπαϊκό μοντέλο. Όμως το κόστος ακόμη υπερισχύει του κέρδους. Το κόστος -σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες -ξεπερνά τα 65 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ το όφελος για τις επιχειρήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μόλις 9 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως», συμπλήρωσε.
Από την πλευρά της, η κυρία Σοφία Κουνενάκη – Εφραίμογλου, Αντιπρόεδρος Ε.ΕΝ.Ε, Εκτελεστική Αντιπρόεδρος Δ.Σ. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, αναφέρθηκε στην εξωστρέφεια. «Η εξωστρέφεια είναι κουλτούρα διαλόγου, ανταλλαγής τεχνογνωσίας και όχι μόνο εξαγωγές. Οι προκλήσεις για τον ψηφιακό μετασχηματισμό απαιτούν κοινά προγράμματα τεχνολογικής προόδου, ανταλλαγή καλών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ αλλά και ενίσχυση της παραγωγικότητας» σημείωσε. «Το πρόγραμμα Εξωστρέφεια 2030 είναι ένα όραμα για μία ευρωπαϊκή συνεργασία, επενδύοντας στη γνώση, τη βιωσιμότητα. Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να είναι πρωταγωνίστρια στην πορεία αυτή», είπε καταλήγοντας.
Ο κ. Αλέξανδρος Κεντικελένης, Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Πανεπιστήμιο Bocconi, υπογράμμισε ότι σήμερα η Ευρώπη κινείται με πολλές διαχωριστικές γραμμές που καθορίζονται από τις πολιτικές προτεραιότητες του κάθε κράτους-μέλους. «Αυτό μας οδηγεί σε μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων», συμπλήρωσε. Παράλληλα τόνισε την ανάγκη της Ευρώπης να αναγνωρίσει τα προβλήματα συνοχής της και να προσπαθήσει να τα λύσει έτσι ώστε κάποια στιγμή στο μέλλον να επιτευχθεί το μοντέλο της ενιαίας αγοράς με επιτυχία.
Ο κ. Γιάννης Μανιάτης, Ευρωβουλευτής, Αντιπρόεδρος Ομάδας Σοσιαλιστών & Δημοκρατών (S&D) πρ. Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, σημείωσε ότι η Ευρώπη με καθυστέρηση κατάλαβε ότι η μετάβαση στην πράσινη οικονομία δεν μπορεί να γίνει βιαστικά και χωρίς κοινωνική συνοχή.
«Πρέπει να διορθώσουμε τα λάθη του παρελθόντος για να δούμε βελτίωση στα επόμενα χρόνια. Η στόχοι για την πράσινη μετάβαση παραμένουν οι ίδιοι: μείωση κατά 50% των εκπομπών αερίου το 2030 και πλήρης απανθρακοποίηση έως το 2040. Ωστόσο για να φτάσουμε στους στόχους αυτούς χωρίς να καταρρεύσει η ευρωπαϊκή οικονομία, χρειαζόμαστε μονάδες βάσης. Η πράσινη ανάπτυξη μπορεί να επιτευχθεί μέσω της βιομηχανικής παραγωγής. Η Ευρώπη σήμερα εισάγει το 90% των φωτοβολταϊκών και το 60% των ανεμογεννητριών της από την Κίνα. Αυτό πρέπει να αλλάξει, πρέπει να ενισχυθεί η εσωτερική βιομηχανική παραγωγή πράσινων εργαλείων», συμπλήρωσε.
Τέλος, τόνισε την σημασία που έχει η Ευρώπη να αποκτήσει στρατηγική αυτονομία στον τομέα των ορυκτών πρώτων υλών ώστε να μην εξαρτάται από χώρες της Λατ. Αμερικής ή της Αφρικής, καθώς αυτές είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη τεχνολογικών και όχι μόνο εργαλείων.
Ο κ. Θεόδωρος Τρύφων, Συνδιευθύνων Σύμβουλος Ομίλου ΕΛΠΕΝ, Πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Μέλος ΔΣ ΣΕΒ, μίλησε για τον τομέα της φαρμακοβιομηχανίας. «Η περίοδος της υγειονομικής κρίσης μας δίδαξε ότι η αποκέντρωση δεν βοηθά την ευρωπαΪκή οικονομία, καθώς είχε δυσμενή αποτελέσματα. Η εισαγωγή των φαρμάκων ήταν ακριβή και η επάρκεια σε παραγωγή σε ευρωπαϊκό επίπεδο μικρή», εξήγησε.
«Ο ιδιωτικός τομέας σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να ενισχυθεί, πρέπει όμως να αλλάξει και την κουλτούρα του. Πρέπει να επενδύσει περισσότερο στην συλλογικότητα, στην συνεργασία και τις συνέργειες. Αν αυξηθεί η ευρωπαϊκή συνεργασία, θα ενισχυθούν και θα μεγαλώσουν και οι φαρμακοβιομηχανίες της και θα γίνουν ανταγωνιστικότερες», εξήγησε. Το κράτος πρέπει να επενδύσει περισσότερο σε προγράμματα έρευνας και τεχνολογίας, τα πανεπιστήμια να γίνουν πιο ανταγωνιστικά στον τομέα αυτό. «Εμείς στην Ελλάδα επενδύουμε πολύ στην διασύνδεση φοιτητών με τον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας, μέσα από προγράμματα όπως το STEM, αλλά και προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης», συμπλήρωσε.
Τη συζήτηση συντόνισε η κυρία Μαριάννα Σκυλακάκη, Ιδρύτρια αθηΝΕΑ.