Τους επόμενους μήνες θα είναι πάρα πολύ κρίσιμο να κερδίσει η Ελλάδα το μεγάλο στοίχημα της ανθεκτικότητας της οικονομίας. Θα είναι η διαφορά ανάμεσα στο αν θα καταφέρει να πετύχει έστω και έναν μικρό ρυθμό ανάπτυξης ή αν θα βυθιστεί στην ύφεση.
Οι πιο πολλές από τις μεταβλητές είναι εκτός του ελέγχου της χώρας: από τις (πολλές) γεωπολιτικές αναταράξεις και τις κρίσεις έως την ισοτιμία ευρώ δολαρίου. Υπάρχει όμως και ένα μεγάλο πλεονέκτημα στα χέρια της κυβέρνησης: η διπλή συγκυρία ωρίμανσης του νέου ΕΣΠΑ και των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Είναι ελπιδοφόρο ότι η προετοιμασία που έχει γίνει όλο το προηγούμενο διάστημα και στα δύο αυτά εργαλεία ήταν πολύ καλή. Δίνει την ευκαιρία, αν συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό η πορεία τους, το επόμενο διάστημα να μοιρασθούν δισεκατομμύρια επιδοτήσεων στην αγορά.
Βεβαίως δεν θα πρόκειται για μέτρα στήριξης (όπως αυτά της πανδημίας), αλλά για επιδοτήσεις και δάνεια για επενδύσεις, για προγράμματα κατάρτισης ή για δημόσια έργα. Δηλαδή για παρεμβάσεις οι οποίες και θέσεις εργασίας θα δημιουργήσουν, και ιδιωτικά κεφάλαια θα προσελκύσουν και την ανταγωνιστικότητα της χώρας θα στηρίζουν.
Δεν μιλάμε για κάποιον «περίπατο», αυτό πρέπει να είναι ξεκάθαρο. Για να πετύχει αυτή η διπλή ενεργοποίηση στην πράξη, δηλαδή να φέρει απορροφήσεις, θα πρέπει να γίνει μία μικρή «επανάσταση» στον τρόπο που λειτουργεί όλο το κράτος αλλά και ο ιδιωτικός τομέας. Να γίνουν όλα πολύ πιο γρήγορα και χωρίς... λακκούβες και λοξοδρομίσματα.
Πέρα από το επενδυτικό σκέλος, υπάρχουν και οι μεταρρυθμίσεις του Σχεδίου Ανάκαμψης και των άλλων εργαλείων εποπτείας της ΕΕ. Ευτυχώς η Ελλάδα ξέρει από «προαπαιτούμενα», έχει μάθει να περνά επιτυχώς τις αξιολογήσεις. Το κατάφερε όλα το προηγούμενο διάστημα.
Πρέπει λοιπόν να συνεχισθεί αυτή η προσπάθεια χωρίς προσκόμματα και τους επόμενους μήνες, κόντρα σε λογικές ραστώνης και σε πιέσεις για «χαλάρωση» που είθισται να συνοδεύουν μία προεκλογική περίοδο. Είναι κρίμα η δυναμική που αναπτύσσει ακόμη και σήμερα, εν μέσω κρίσεων, η χώρα να ανακοπεί, όταν υπάρχει τρόπος διάσωσης