Κερδοφόρα αποδείχθηκε η εβδομάδα για το πετρέλαιο με τις τιμές του «μαύρου χρυσού» να καταγράφουν άνοδο πάνω από 2% την Παρασκευή, καθώς το ρωσικό λιμάνι Νοβοροσίσκ σταμάτησε τις εξαγωγές μετά από μια ουκρανική επίθεση με drone που έπληξε μια αποθήκη στον κρίσιμο ενεργειακό κόμβο, πυροδοτώντας διεθνείς ανησυχίες για την προσφορά.
Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του αργού πετρελαίου Brent ενισχύθηκαν 2,3%, στα 64,46 δολάρια το βαρέλι ενώ το αμερικανικό αργό πετρελαίου West Texas Intermediate ισχυροποιήθηκε 2,64%, στα 60,24 δολάρια το βαρέλι. Σε επίπεδο εβδομάδας, το Brent πρόσθεσε 1,3% και το WTI σημείωσε κέρδη 0,8%. Η επίθεση της Παρασκευής προκάλεσε ζημιές σε ένα πλοίο στο λιμάνι, σε πολυκατοικίες και σε μια αποθήκη πετρελαίου στο Νοβοροσίσκ, τραυματίζοντας τρία μέλη του πληρώματος του πλοίου.
«Το χτύπημα σε αυτόν τον ρωσικό τερματικό σταθμό ήταν τεράστιο και φαίνεται να είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο από τις προηγούμενες επιθέσεις», εξήγησε ο Φιλ Φλιν, ανώτερος αναλυτής της Price Futures Group. Το λιμάνι σταμάτησε τις εξαγωγές πετρελαίου, που ισοδυναμούν με 2,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ή 2% της παγκόσμιας προσφοράς, και η Transneft, η οποία κατέχει το μονοπώλιο των αγωγών πετρελαίου, ανέστειλε τις προμήθειες αργού.
«Η ένταση αυτών των επιθέσεων έχει αυξηθεί. Είναι πολύ πιο συχνές. Τελικά, θα μπορούσαν να χτυπήσουν κάτι που προκαλεί διαρκή αναστάτωση», επεσήμανε ο Τζιοβάνι Σταουνόβο, αναλυτής εμπορευμάτων στην UBS. Η Ουκρανία έπληξε ξεχωριστά ένα διυλιστήριο πετρελαίου στην περιοχή Σαρατόφ της Ρωσίας και μια εγκατάσταση αποθήκευσης καυσίμων στο Ένγκελς κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Οι επενδυτές αξιολογούν τον αντίκτυπο των τελευταίων επιθέσεων και τι σημαίνουν για τη ρωσική προμήθεια μακροπρόθεσμα, παρακολουθώντας επίσης τις επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων στην προμήθεια και τις εμπορικές ροές της Ρωσίας. Περίπου 1,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως ρωσικού πετρελαίου, ή σχεδόν το 1/3 των εξαγωγών μέσω θαλάσσης, είναι στα αποθέματα που διατηρούνται σε δεξαμενόπλοια, καθώς η εκφόρτωση επιβραδύνεται λόγω των κυρώσεων των ΗΠΑ κατά των Rosneft και Lukoil, σύμφωνα με τη JP Morgan.