Ανέκαμψαν οι δείκτες στη Wall Street την Πέμπτη, παρά τις απώλειες που σημείωσαν νωρίτερα στη συνεδρίαση, καθώς οι επενδυτές φαίνεται πως αμφιταλαντεύονταν για την πορεία της οικονομίας των ΗΠΑ μετά το shutdown της αμερικανικής κυβέρνησης που ξεκίνησε χθες, ιδίως μετά τις δηλώσεις του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος ανέφερε πως η ανάπτυξη ενδέχεται να «υποστεί πλήγμα» από την παρούσα πολιτικο-οικονομική κατάσταση.
Παρόλα αυτά, κατάφεραν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους πως πιθανόν να πρόκειται για μια βραχύχρονη κατάσταση, αν και παραμένουν επιφυλακτικά θετικοί, αξιολογώντας σταδιακά τα νέα δεδομένα που έχουν κάθε μέρα στα χέρια τους.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones κέρδισε 0,17% στις 46.520 μονάδες, σημειώνοντας νέο ιστορικό υψηλό και ο διευρυμένος S&P 500 ενισχύθηκε κατά 0,07% και διαμορφώθηκε στις 6.715 μονάδες, ενώ νωρίτερα ενδοσυνεδριακά άγγιξε για πρώτη φορά τις 6.731 μονάδες. Ο τεχνολογικός Nasdaq πρόσθεσε 0,39% στις 22.844 μονάδες, ενώ νωρίτερα κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης έφτασε για πρώτη φορά τις 22.900 μονάδες, με ώθηση από τα κέρδη (+0,9%) που σημείωσε η μετοχή της Nvidia για δεύτερη σερί ημέρα.
Στο ταμπλό, η Berkshire Hathaway του Γουόρεν Μπάφετ σημείωσε πτώση 0,5% αφότου ανακοίνωσε ότι κατέληξε σε συμφωνία για την αγορά της πετροχημικής μονάδας OxyChem της Occidental Petroleum, έναντι 9,7 δισ. δολαρίων σε μετρητά, επιβεβαιώνοντας τα χθεσινά δημοσιεύματα. Η συμφωνία σηματοδοτεί τη μεγαλύτερη της Berkshire από το 2022, όταν πλήρωσε 11,6 δισ. δολάρια για την ασφαλιστική εταιρεία Alleghany. Έρχεται επίσης σε μια εποχή που ο όμιλος κατέχει 344 δισ. δολάρια σε μετρητά, ποσό ρεκόρ για την εταιρεία. Η μετοχή της Occidental Petroleum διολίσθησε επίσης κατά 7,3%.
Επιπλέον, η μετοχή της Tesla έχασε 5,1%, παρόλο που σημείωσε άλμα 7% στις παραδόσεις παραδόσεις το γ' τρίμηνο (συνολικά 497.099) σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Παράλληλα, η συνολική παραγωγή τρίτο τρίμηνο 2025 έφτασε τα 447.450 οχήματα, μειωμένη από το 2024.
Υπενθυμίζεται ότι χθες, Τετάρτη, ξεκίνησε η διακοπή χρηματοδότησης υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (shutdown) στην οποία τέθηκε η κυβέρνηση των ΗΠΑ τα μεσάνυχτα (τοπική ώρα, 07:00 στην Ελλάδα), καθώς οι προσπάθειες του Κογκρέσου να πετύχει μια συμφωνία για την έγκριση νομοσχεδίων για προσωρινή χρηματοδότηση δεν ευδοκίμησαν.
Ειδικότερα, οι δύο πλευρές, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, δεν κατάφεραν να βρουν μια κοινή συνισταμένη σχετικά με τη συμφωνία χρηματοδότησης για την αποφυγή του κλεισίματος της κυβέρνησης, το οποίο εν τέλει προκλήθηκε και η αμερικανική κυβέρνηση «κατέβασε ρολά». Έτσι, χωρίς την έγκριση ενός προσωρινού προϋπολογισμού, η χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης διακόπτεται, με αποτέλεσμα το κλείσιμο των περισσότερων υπηρεσιών της. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου των ΗΠΑ είχε εκτιμήσει ότι περίπου 750.000 δημόσιοι υπάλληλοι θα τεθούν σε υποχρεωτική άδεια άνευ αποδοχών, ενώ σοβαρά προβλήματα θα δημιουργηθούν στη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών και προγραμμάτων.
Το μεγάλο ερώτημα τώρα των επενδυτών είναι πόσο θα διαρκέσει αυτή η κατάσταση που φαντάζει «αδιέξοδο». Είναι πιθανό να συνεχιστεί για τουλάχιστον τρεις ημέρες, καθώς η Γερουσία δεν θα συνεδριάσει την Πέμπτη λόγω του εορτασμού του Γιομ Κιπούρ (Yom Kippur), οπότε η επόμενη ημέρα που αναμένεται να διεξάγουν την ψηφοφορία οι γερουσιαστές είναι η Παρασκευή. Οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η διακοπή λειτουργίας θα μπορούσε να συνεχιστεί για σχεδόν δύο εβδομάδες.
Μια σειρά από σημαντικά οικονομικά στοιχεία για την αμερικανική οικονομία αναμένονταν να δημοσιευτούν αυτή την εβδομάδα, και οι επενδυτές είχαν στραμμένο το βλέμμα τους προς αυτή την κατεύθυνση. Ο λόγος είναι πως οι εκθέσεις αυτές αποτελούν σήματα, όχι μόνο για τους ίδιους όσον αφορά την υγεία της αγοράς εργασίας, αλλά και για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία δίνει βάση σε ορισμένες από αυτές προκειμένου να αποφασίσει τα επόμενα βήματα όσον αφορά τη νομισματική πολιτική.
Το πλάνο αυτό, όμως, το «χάλασε» η διακοπή χρηματοδότησης υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Λόγω αυτού, οι εκθέσεις για τις αρχικές αιτήσεις για τα επιδόματα ανεργίας και τις εργοστασιακές παραγγελίες του Σεπτεμβρίου που θα δημοσιεύονταν σήμερα, Πέμπτη, καθώς και τα στοιχεία για την ανεργία και την μεταποίηση του Σεπτεμβρίου που αναμένονταν -περισσότερο από όλα θα έλεγε κανείς- αύριο, Παρασκευή, δεν θα δημοσιευτούν, ούτε το Υπουργείο Εργασίας θα δημοσιεύσει τον εβδομαδιαίο αριθμό αιτήσεων ανεργίας την Πέμπτη. Η τελευταία φορά που η έκθεση μισθοδοσιών του BLS καθυστέρησε ήταν το 2013.
Η μόνη έκθεση που «πρόλαβε» να δημοσιευτεί πριν το shutdown ήταν αυτή της εταιρείας μισθοδοσίας ADP για τις θέσεις εργασίας που πρόσθεσε ο ιδιωτικός τομέας των ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο, οι οποίες κατέγραψαν απροσδόκητη μείωση, σημειώνοντας την μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων δυόμισι ετών.
Στον τομέα της νομισματικής πολιτικής, η πρόεδρος της Fed του Ντάλας, Λόρι Λόγκαν εμφανίστηκε ξεκάθαρη πως πρόσθετες μειώσεις επιτοκίων θα πρέπει να έχουν πολύ προσεκτική προσέγγιση, ενώ εκτίμησε πως οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό παραμένουν πιο εμφανείς από την απειλή της υψηλότερης ανεργίας.
«Βλέπω ότι ο πληθωρισμός κινείται πάνω από τον τρέχοντα στόχο μας για το 2%», επεσήμανε η Λόγκαν την Πέμπτη κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ώστιν, προσθέτοντας ότι αναμένει ότι οι δασμοί θα οδηγήσουν τον πληθωρισμό υψηλότερα τους επόμενους μήνες.