Οι δασμοί του Προέδρου Τραμπ και οι απαιτήσεις προς τις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, έχουν ωθήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να επανεξετάσουν την προτεραιότητα της μείωσης των ελλειμμάτων τους. Η Γερμανία έχει εύλογα αναλάβει ηγετικό ρόλο εξαιτίας, μεταξύ άλλων, των χαμηλών επενδύσεων στην άμυνα και του δημοσιονομικού χώρου που διαθέτει. Άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σοβαρές προκλήσεις στην προσπάθεια προσαρμογής τους στις νέες αυτές προτεραιότητες.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η Goldman Sachs, η ανησυχία για τις δημοσιονομικές προοπτικές στη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο έχει αυξηθεί αισθητά, κάτι που σηματοδοτεί μια σημαντική στροφή από την παραδοσιακή εστίαση στην πιο ευάλωτη ευρωπαϊκή περιφέρεια. Η στροφή αυτή αντανακλάται και στις αγορές: τα spreads των κρατικών ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας συνεχίζουν να μειώνονται, φτάνοντας πρόσφατα στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων περίπου 15 ετών, ενώ τα βρετανικά κρατικά ομόλογα (Gilts) εξακολουθούν να επηρεάζονται από την κρίση του «mini-budget» του 2022 και τις δημοσιονομικές αποκλίσεις του 2024.
«Εκτιμούμε ότι αυτή η στροφή στη δημοσιονομική προσοχή μακριά από την περιφέρεια θα συνεχιστεί, καθώς οι αποκλίνουσες τροχιές των ελλειμμάτων, τα μακροοικονομικά δεδομένα και οι πολιτικοί περιορισμοί υποδηλώνουν συνεχιζόμενες προκλήσεις για το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία» σημειώνουν οι αναλυτές της GS.
Αποκλίνουσες τροχιές ελλειμμάτων
Τα δημοσιονομικά ελλείμματα στις χώρες της Ευρώπης ακολουθούν πλέον διαφορετικές πορείες, καθώς η περιφέρεια καταφέρνει να μειώνει ταχύτερα τα ελλείμματά της σε σύγκριση με τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι αναλυτές της Goldman Sachs εκτιμούν ότι αυτή η τάση θα συνεχιστεί, καθώς Ιταλία και Ισπανία επωφελούνται φέτος και του χρόνου από τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ και από τους πόρους που θα αντλήσουν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο για την Άμυνα.
Αντίθετα, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σοβαρές δημοσιονομικές προκλήσεις. Όπως εξηγούν οι αναλυτές της GS, στη Γαλλία, η μείωση του ελλείμματος απαιτεί μετατόπιση της δημοσιονομικής προσαρμογής από την αύξηση των φόρων στη μείωση των δαπανών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, πιθανόν να απαιτηθούν επιπλέον φορολογικές παρεμβάσεις το φθινόπωρο ώστε να παραμείνουν σε τροχιά οι στόχοι δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Αποκλίνουσες μακροοικονομικές συνθήκες
Το μακροοικονομικό πλαίσιο για την περιφέρεια είναι λιγότερο δυσμενές από ό,τι ήταν πριν την πανδημία, σχολιάζουν μεταξύ άλλων οι αναλυτές της Goldman Sachs. Τα πραγματικά επιτόκια για τα ιταλικά και ισπανικά ομόλογα παραμένουν περίπου 100 και 20 μονάδες βάσης χαμηλότερα αντίστοιχα σε σχέση με τον μέσο όρο πριν από την πανδημία. Αντίθετα, στη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η αύξηση των μακροπρόθεσμων αποδόσεων έχει οδηγήσει τις διαφορές επιτοκίου-ανάπτυξης πάνω από τα προ της πανδημίας επίπεδα, περιπλέκοντας τις δημοσιονομικές προοπτικές.
Διαφορετικές πολιτικές πιέσεις
Τα τελευταία 15 χρόνια, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας, τα spreads των κρατικών ομολόγων συσχετίζονταν στενά με την αδυναμία των κυβερνήσεων να περιορίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Σήμερα, ο κίνδυνος αυτός φαίνεται να είναι σχετικά περιορισμένος σε Ιταλία και Ισπανία, ενώ γενικότερα δεν προβλέπονται, σύμφωνα με την GS, πολιτικά γεγονότα στον ορίζοντα που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τις κυβερνήσεις στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Αντίθετα, στη Γαλλία η πολιτική αβεβαιότητα έχει αυξηθεί έντονα. Οι πρόωρες εκλογές του 2024 οδήγησαν σε ένα κοινοβούλιο χωρίς ξεκάθαρη πλειοψηφία. Τα κόμματα που τελικά υποστήριξαν τον προϋπολογισμό του 2025 ήταν το Σοσιαλιστικό Κόμμα, οι σύμμαχοι του Προέδρου Μακρόν και το κεντροδεξιό μπλοκ. Αυτή η εύθραυστη συμμαχία θα δοκιμαστεί από το καλοκαίρι και μετά, καθώς ο Πρωθυπουργός Μπαϊρού θα επιδιώξει περαιτέρω μείωση του ελλείμματος μέσω ενός φιλόδοξου προϋπολογισμού για το 2026. Από τον Ιούλιο και μετά, είναι θεσμικά δυνατή η προκήρυξη νέων εκλογών, κάτι που περιπλέκει περαιτέρω το πολιτικό σκηνικό και αυξάνει τον κίνδυνο κυβερνητικής κατάρρευσης. Αυτοί οι πολιτικοί περιορισμοί στην προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος αποτελούν σημαντικό λόγο ανησυχίας για τις αγορές.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κυβέρνηση πιθανόν θα δεχθεί αυξανόμενες πιέσεις να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες πάνω από το 2,5% του ΑΕΠ πριν τις επόμενες εκλογές. Ο Υπουργός Οικονομικών σκοπεύει να αναιρέσει μέρος των περικοπών στις χειμερινές επιδοτήσεις καυσίμων και εξετάζει την κατάργηση του πλαφόν στο επίδομα για οικογένειες με δύο παιδιά . Τα μέτρα αυτά θα εξαντλήσουν τον δημοσιονομικό χώρο. Ο φθινοπωρινός Προϋπολογισμός, που αναμένεται μεταξύ Οκτωβρίου και Νοεμβρίου, θα αποτελέσει κρίσιμη δοκιμασία για τον Υπουργό Οικονομικών. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού τόνισαν τη σημασία της δημοσιονομικής σύνεσης, υποδηλώνοντας πως η απάντηση στις πιέσεις θα είναι πιθανότατα αυξήσεις φόρων και όχι αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες. Η συνέχιση του παγώματος των φορολογικών ορίων φαίνεται ως το πιθανότερο μέτρο, αλλά μπορεί να απαιτηθούν και επιπλέον παρεμβάσεις εάν οι αμυντικές δαπάνες αυξηθούν άνω του 2,5% του ΑΕΠ. Οι φορολογικές αυξήσεις θα επιτρέψουν τη σταδιακή μείωση του ελλείμματος, παρά τις προκλήσεις.