Τελευταία ενημέρωση 21.48
Θετικά πρόσημα καταγράφονται στη συνεδρίαση της Τετάρτης για τους κυριότερους χρηματιστηριακούς δείκτες της αμερικανικής αγοράς, στον απόηχο του τεχνολογικού ράλι της συνεδρίασης της Τρίτης, το οποίο επιταχύνθηκε μετά την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ, ενώ η δημοσιοποίηση των πρακτικών της συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) έδωσε νέα ώθηση στους αγοραστές, σβήνοντας ταυτόχρονα τις μικρές απώλειες των πρώτων ωρών των συναλλαγών.
Αναλυτικότερα, οι αξιωματούχοι της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ κατά τη διήμερη συνάντησή τους τον Ιούνιο επισήμαναν την ανάγκη καταπολέμησης του πληθωρισμού ακόμα κι αν αυτό προκαλέσει την επιβράδυνση της ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας, ενώ τα μέλη της FOMC υπογράμμισαν πως η κίνηση ήταν επιβεβλημένη για τον περιορισμό των αυξήσεων του κόστους ζωής, ο οποίος βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και 41 χρόνια.
Παράλληλα, άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων αυξήσεων κατά 50 ή ακόμα και 75 μονάδες βάσης κατά τη συνεδρίαση του Ιούλιου.
Την ίδια στιγμή, οι φόβοι για ύφεση στην ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη εξακολουθούν να δίνουν τον τόνο στις κινήσεις των επενδυτών, με το τελευταίο «χτύπημα» στην επενδυτική ψυχολογία να προέρχεται από τον ελβετικό οίκο Credit Suisse, ο οποίος εκτιμά πως η οικονομία των ΗΠΑ θα καταφέρει οριακά να βρεθεί σε υφεσιακό έδαφος κατά τη διάρκεια του 2022, ενώ παράλληλα υποβάθμισε σημαντικά τις εκτιμήσεις του για την πορεία της «Μητέρας των Αγορών» (όπως αναφέρεται ο δείκτης S&P 500) μέσα στο τρέχον έτος.
Άλλωστε, την Δευτέρα, η Nomura Holdings προειδοποίησε πως τους επόμενους 12 μήνες πολλές μεγάλες οικονομίες θα εισέλθουν σε ύφεση, ενώ συγκεκριμένα για την οικονομία των ΗΠΑ προβλέπει μια όχι πολύ βαθιά αλλά μακρά ύφεση πέντε τριμήνων ξεκινώντας από το τελευταίο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Σε αυτό το κλίμα, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones ενισχύεται κατά 0,44% ή 139 μονάδες στις 31.107 μονάδες, όπως και ο διευρυμένος δείκτης S&P 500 που βρίσκεται στις 3.855 μονάδες, σημειώνοντας κέρδη 0,62%.
Θετικό πρόσημο, τέλος, για τον τεχνολογικό δείκτη Nasdaq ο οποίος διαπραγματεύεται στις 11.392 μονάδες, με κέρδη 0,63%.
Επιχειρηματικά νέα
Έρευνα για την εξαγορά της εταιρείας videogames Activision Blizzard από την Microsoft ξεκίνησε η εποπτική αρχή ανταγωνισμού της Βρετανίας, βάζοντας στο μικροσκόπιο μια συμφωνία «μαμούθ» ύψους 68,7 δισ. δολαρίων, η οποία ανακοινώθηκε τον Ιανουάριο. Το γεγονός σηματοδοτεί μία από τις πρώτες έρευνες από τον φορέα επιβολής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας της χώρας.
Η εξαγορά αναμένεται να έχει τεράστιες συνέπειες για τη βιομηχανία βιντεοπαιχνιδιών αξίας 190 δισ. δολαρίων, παραχωρώντας στην Microsoft τον έλεγχο απίστευτα προσοδοφόρων franchises, συμπεριλαμβανομένων των Call of Duty, Candy Crush και Warcraft.
Την ίδια στιγμή, υπό έρευνα βρίσκεται η Amazon στο Ηνωμένο Βασίλειο με την εποπτική αρχή ανταγωνισμού της Βρετανίας να εξετάζει το ενδεχόμενο παροχής «άδικου πλεονεκτήματος» σε ορισμένους από τους πωλητές στο marketplace της εταιρείας.
Η εποπτική αρχή ανακοίνωσε πως οι πρακτικές της Amazon ενδέχεται να μην συμμορφώνονται με την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία της χώρας, κάτι που λειτουργεί αρνητικά για τους καταναλωτές.
Μάκρο
Έλαφρά υποχώρηση 55,3% σημείωσε τον Ιούνιο ο δείκτης ISM για το επιχειρηματικό κλίμα στις ΗΠΑ, σε εταιρείες προσανατολισμένες στις υπηρεσίες, όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία και λιανικές πωλήσεις, φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών - ακόμη ένα σημάδι επιβράδυνσης για την αμερικανική οικονομία.
Οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση της Wall Street Journal είχαν προβλέψει 54%.
Μικρή μείωση κατέγραψε τον Μάιο ο αριθμός των κενών θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ, παραμένοντας ωστόσο σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, καθώς υπολογίζεται πως για κάθε άνεργο Αμερικανό αντιστοιχούν περίπου δύο κενές θέσεις εργασίας.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ, τον Μάιο υπήρχαν 11,3 εκατ. κενές θέσεις εργασίας, σημειώνοντας μείωση κατά περίπου 400.000 θέσεις σε σχέση με την αναθεωρημένη μέτρηση του Απριλίου. Αναλυτές σε δημοσκόπηση του Bloomberg ανέμεναν μεγαλύτερη πτώση στα 11 εκατ. κενές θέσεις εργασίας.