Την επαναφορά των συντάξεων που λαμβάνουν σήμερα πάνω από 670.000 συνταξιούχοι με προσωπική διαφορά, στα επίπεδα που ήταν πριν γίνει ο επανυπολογισμός τους με το ν. Κατρούγκαλου, αναμένεται να ανακοινώσει σήμερα το απόγευμα ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την κεντρική ομιλία του στο πλαίσιο της 89ης ΔΕΘ.
Αποτέλεσμα αυτού είναι να ξεπαγώσουν από το 2026 οι ετήσιες αυξήσεις, που λόγω της προσωπικής διαφοράς δεν λάμβαναν και τώρα πλέον θα δουν στους λογαριασμούς τους από τον προσεχή Δεκέμβριο (που πιστώνονται οι συντάξεις Ιανουαρίου).
Οι εν λόγω συνταξιούχοι στερήθηκαν ήδη τρεις αυξήσεις (2023, 2024, 2025) και αν παραμείνει -έστω και «κουρεμένη- η προσωπική διαφορά, κινδυνεύουν να αποκλειστούν και από τις επόμενες.
Υπενθυμίζεται πως οι κύριες συντάξεις θα αυξηθούν το 2026 κατά περίπου 2,5% έως 2,7%, με βάση τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη. Αυτό μεταφράζεται σε μηνιαία αύξηση 14 - 81 ευρώ, ανάλογα με το ποσό σύνταξης και θα την λάβουν όλοι ανεξαιρέτως οι συνταξιούχοι της χώρας.
Ενσωμάτωση στην ανταποδοτική σύνταξη
Σήμερα περίπου 650.000 συνταξιούχοι λαμβάνουν ένα μέρος της σύνταξης ως προσωπική διαφορά για την απώλεια που τους προκάλεσε ο επανυπολογισμός της σύνταξής τους με το νόμο 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου). Η κατάργηση, δια της ενσωμάτωσής της στην ανταποδοτική σύνταξη, θα φέρει για πρώτη φορά αυξήσεις από 12 έως και 50 ευρώ το μήνα σε παλαιούς συνταξιούχους που εδώ και τρία χρόνια βρίσκονταν εκτός περιμέτρου δικαιούχων, χάνοντας την ευκαιρία να δουν τα ποσά τους να αναπροσαρμόζονται κατά 13,15% (2023-2025).
Πρόχειρες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μια επιπλέον δαπάνη της τάξης των 160 εκατ. ευρώ στην περίπτωση που καταργηθεί η προσωπική διαφορά, γεγονός που θα κόστιζε στον ΕΦΚΑ 580 εκατ. ευρώ συνολικά, από 420 εκατ. ευρώ που καταβάλλονται σήμερα για τις αυξήσεις στις συντάξεις 1,8 εκατομμυρίων δικαιούχων. Το επιπλέον αυτό κόστος θεωρείται εφικτό να καλυφθεί από τα έσοδα που προέκυψαν στον ΕΦΚΑ από την αύξηση του αριθμού των εργαζόμενων συνταξιούχων.
Στο τραπέζι βρίσκεται και το σενάριο του «κουρέματος» (κατά τουλάχιστον 50%) της προσωπικής διαφοράς, ωστόσο το οικονομικό επιτελείο φαίνεται πως προκρίνει την επιλογή της οριστικής κατάργησή της. Αν επικρατούσε το σενάριο του «κουρέματος», τότε η διαφορά θα μηδενιζόταν για περίπου 200.000 συνταξιούχους με μικρή προσωπική διαφορά, οι οποίοι θα ξεκλειδώσουν τις αυξήσεις τους από το επόμενο έτος. Για τους υπόλοιπους 450.000 συνταξιούχους με μεγάλη διαφορά, οι αυξήσεις θα έρχονταν γρηγορότερα μεν, αλλά μετά από 1-5 χρόνια.
Επίδομα 250 ευρώ
Μεγάλες πιθανότητες συγκεντρώνει και ένα ακόμη μέτρο -έκπληξη για τους συνταξιούχους, που αφορά στη διεύρυνση των δικαιούχων του ετήσιου επιδόματος των 250 ευρώ που θα λαμβάνουν κάθε Νοέμβριο.
Η οικονομική ενίσχυση των 250 ευρώ θεσπίστηκε ως ένα μόνιμο βοήθημα για χαμηλοσυνταξιούχους και ευάλωτες ομάδες, ωστόσο τα αυστηρά κριτήρια αποκλείουν σήμερα μεγάλο αριθμό συνταξιούχων. Στόχος τώρα είναι να αυξηθεί ο αριθμός των δικαιούχων μέσα από δύο σενάρια που μελετά το οικονομικό επιτελείο:
- Μείωση του ηλικιακού ορίου από τα 65 στα 62 έτη, ώστε να καλυφθούν περισσότεροι συνταξιούχοι.
- Αύξηση των εισοδηματικών ορίων, ώστε να μη μένουν εκτός όσοι λαμβάνουν συντάξεις λίγο πάνω από το όριο του χαμηλοσυνταξιούχου.
Το επίδομα θα δοθεί σε περίπου 1,4 εκατ. δικαιούχους, εκ των οποίων 1,1 εκατ. είναι οι συνταξιούχοι άνω των 65 ετών, που μεταφράζεται σε δαπάνη για τον προϋπολογισμό ύψους 360 εκατ. ευρώ.
Αν η κυβέρνηση το αυξήσει κατά 100 ευρώ, στα 350 ευρώ, το κόστος ανεβαίνει στα 400 εκατ. ευρώ, ενώ αν το αναπροσαρμόσει στα 400 ευρώ (αύξηση 150 ευρώ) το κόστος ανεβαίνει περίπου στα 570 εκατ. ευρώ.
Αν συμπεριλάβει στους δικαιούχους και τους συνταξιούχους από 62 ετών και άνω, το κόστος του μέτρου μπορεί να φτάσει στα 630 εκατ. ευρώ, αν δοθεί αυξημένο στα 400 ευρώ (αντί 250 ευρώ).
Σήμερα τα κριτήρια χορήγησης του προβλέπουν:
- Αν είναι έγγαμοι να έχουν συνολικό ετήσιο φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα ως 26.000 ευρώ (μηνιαίο έως 2.166 ευρώ προ φόρου) με αντικειμενική αξία ακίνητης περιουσίας ως 300.000 ευρώ.
- Αν είναι χήροι ή άγαμοι, να έχουν συνολικό ετήσιο φορολογητέο εισόδημα ως 14.000 ευρώ (μηνιαίο έως 1.167 ευρώ προ φόρου) με αντικειμενική αξία ακίνητης περιουσίας ως 200.000 ευρώ.
- Το ηλικιακό όριο των 65 ετών θα πρέπει να συμπληρώνεται ως τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους.