Mικρή η συμβολή των ιδιοκτητών assets στη μείωση του CO2

Πένη Χαλάτση
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Mικρή η συμβολή των ιδιοκτητών assets στη μείωση του CO2
H ένταση του άνθρακα μειώθηκε κατά μέσο όρο κατά 0,1% για κάθε αύξηση 1% στα περιουσιακά στοιχεία των θεσμικών επενδυτών.

Η χρηματοδότηση και η ανάληψη δράσης από τους θεσμικούς επενδυτές και τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων δεν αρκεί για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής καθώς η δράση τους έχει πολύ μικρό αντίκτυπο στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της επιχειρηματικής κοινότητας. Αντίθετα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να αποτελέσουν μία αξιόπιστη βάση για την επίτευξη σημαντικών ποσοτικών στόχων και να επισπεύσει την πράσινη μετάβαση.

Την τάση αυτή επιβεβαιώνει έρευνα του EDHEC-Risk Institute, η οποία καταδεικνύει ότι οι ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων έχουν μικρό αντίκτυπο στη μείωση των αποτυπωμάτων άνθρακα των επιχειρήσεων.

Η μελέτη, με τίτλο Institutional Investor and Corporate Carbon Footprint: Global Evidence, αναλύει δεδομένα από 6392 εταιρείες σε 68 χώρες για το διάστημα μεταξύ 2007 και 2018 και διαπιστώνει ότι οι θεσμικοί επενδυτές δεν συμβάλουν με «ουσιαστικό τρόπο» στη μείωση των εκπομπών άνθρακα. Η έκθεση αναφέρει ότι η ένταση του άνθρακα μειώθηκε κατά μέσο όρο κατά 0,1% για κάθε αύξηση 1% στα περιουσιακά στοιχεία των θεσμικών επενδυτών και, κατ’ επέκταση, δεν καταγράφτηκε «στατιστικά σημαντική» συσχέτιση με τη μείωση των εκπομπών από τις επενδύσεις τους.

Η μόνη φωτεινή εξαίρεση αφορά στο 25% των πιο ρυπογόνων επιχειρήσεων, όπου κάθε αύξηση κατά 1% στην ιδιοκτησία συνδυάζεται με μείωση 0,6% στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.

«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι θεσμικές επενδύσεις κατά μέσο όρο δεν φαίνεται να οδηγούν σε μείωση του αποτυπώματος άνθρακα. Ωστόσο, οι θεσμικοί επενδυτές συνδέονται με περιορισμένη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα για τους μεγαλύτερους ρυπαντές. Τα συγκεκριμένα ευρήματα υποδηλώνουν ότι οι επενδυτές που λαμβάνουν υπ’όψιν τα περιβαλλοντικά κριτήρια μπορούν να συμπληρώσουν αλλά όχι να υποκαταστήσουν τις εθνικές και διεθνείς πολιτικές για το κλίμα», εκτιμά η έκθεση.

«Βασικά, αυτές οι ενεργές στρατηγικές που τόσο διαφημίζονται από τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων καταλήγουν πραγματικά να μην αξίζουν στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής», υποστηρίζει ο Gianfranco Gianfrate, καθηγητής οικονομικών στο EDHEC Business School, επικεφαλής βιώσιμων οικονομικών στο EDHEC-Risk Institute και ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης. Όπως τονίζει, οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και στις πολιτικές που θα ακολουθήσουν ενώ υποστηρίζει ότι το να πιστεύει κανείς ότι η χρηματοδότηση από μόνη της μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επηρεάσει τη θετική αλλαγή στα κλιματικά ζητήματα είναι ένας «πολύ επικίνδυνος τρόπος σκέψης».

Οι πιέσεις από τα λόμπυ και το greenwashing

Όσον αφορά στην πολυσυζητημένη πρώτη φάση του Κανονισμού Γνωστοποιήσεων Αειφορίας (SFDR), για παράδειγμα, ο Gianfrate υποστηρίζει ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι «αδύναμη» και προειδοποίησε ότι ο οργανισμός δέχεται συνεχώς πιέσεις από διάφορα λόμπυ να αναβάλει τη δεύτερη φάση του SFDR καθώς και να χαλαρώσει τα κριτήρια υποβολής εκθέσεων.

Για να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος στη μείωση των εκπομπών των εταιρειών, ο Gianfrate ζήτησε την υποχρεωτική γνωστοποίηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από όλες τις εταιρείες.

Όσον αφορά στους θεσμικούς επενδυτές, επισημαίνει ότι η διάσπαση της εστίασης στις κοινωνικές μετρήσεις και τις μετρήσεις διακυβέρνησης στα προϊόντα ESG σημαίνει ότι τα περιβαλλοντικά ή κλιματικά ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται τόσο αποτελεσματικά, με την έλλειψη σαφήνειας και τους φόβους του greenwashing να λειτουργούν επίσης ως πιθανοί αποτρεπτικοί παράγοντες για ορισμένους επενδυτές.

Τα ευρήματα του Gianfrate και της ομάδας του έρχονται να συμπληρώσουν όσα υποστήριξε νωρίτερα μια άλλη έκθεση του Ινστιτούτου EDHEC-Risk, η οποία διαπίστωσε ότι η απόδοση των εταιρειών στις κλιματικές μετρήσεις αντιπροσωπεύει μόνο μια μικρή μειοψηφία για τον καθορισμό των συντελεστών στάθμισης στα ταμεία για το κλίμα.

Η τάση αυτή συνδέεται με τα αποτελέσματα έρευνας του think tank Influence Map για τον κλάδο διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, η οποία υποστηρίζει ότι οι περισσότερες στρατηγικές ESG και κλίματος δεν ευθυγραμμίζονται με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού και συχνά οι επενδύσεις κατευθύνονται στους κορυφαίους ρυπαίνοντας του κόσμου.

Η έκθεση, με τίτλο Climate Funds: Are They Paris Aligned, υποστήριξε ότι η πολυφωνία που παρατηρείται στην ορολογία για το κλίμα όσο και η έλλειψη καθολικού προτύπου ή κανονισμού καθιστά δύσκολη τη σύγκριση προϊόντων. Συνολικά, διαπίστωσε ότι από τα 593 μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια που εμπίπτουν στην ευρεία κατηγορία ESG, περίπου 421 από αυτά – ή το 71% – σημείωσαν αρνητική βαθμολογία στο Paris Alignment υποδηλώνοντας ότι τα χαρτοφυλάκια τους ήταν αντίθετα με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider