Εις υγείαν της υπερφορολόγησης πίνει η παραοικονομία

Δήμητρα Σκούφου
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Εις υγείαν της υπερφορολόγησης πίνει η παραοικονομία

«Εβίβα» στους φόρους λένε οι παράνομοι διακινητές αλκοολούχων ποτών. Οι φορολογικές υπερβολές που επιβαρύνουν τα αλκοολούχα ποτά έχουν οδηγήσει σε συρρίκνωση της νόμιμης αγοράς και σε άνθηση της παραοικονομίας, επιβάλλοντας σε μια ιδιότυπη «ποτοαπαγόρευση» καταναλωτές και νόμιμους παραγωγούς.

Ειδική μελέτη του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών που παρουσιάστηκε χθες υπογραμμίζει ότι ο κλάδος της ελληνικής οικονομίας στον οποίο η υπερφορολόγηση έχει εγκλωβίσει τους μικρούς και μεγάλους παραγωγούς είναι αυτός τον κλάδο των αλκοολούχων ποτών. Όπως αναφέρει, ένας κλάδος που εξασφάλιζε άμεσα και έμμεσα περί τις 50.000 θέσεις εργασίας και εισοδήματα στην αλυσίδα αξίας σχεδόν 500 εκατ. ευρώ το 2008, σήμερα έχει συρρικνωθεί δραστικά με τους εργαζόμενους να υπολογίζονται περί τις 24.000, τα εισοδήματα των εργαζόμενων σε 211 εκατ. ευρώ και την εγχώρια προστιθέμενη αξία να έχει μειωθεί από 2,22 δισ. ευρώ το 2008 σε λιγότερα από 1 δισ. ευρώ. Δηλαδή η νόμιμη αγορά έχει συρρικνωθεί σε ποσοστά άνω του 50% την ώρα που μια σειρά αυξήσεων των φόρων στα νόμιμα προϊόντα οδήγησε, σε υπερδιπλασιασμό του ΕΦΚ στα 2.550 ευρώ ανά εκατόλιτρο, από 1.135 ευρώ που ήταν το 2008.

Λόγω του υπερδιπλασιασμού του φόρου που αντιστάθμισε τη συρρίκνωση της νόμιμης αγοράς, το κράτος αν και άμεσα διασφαλίζει ακόμα τα ίδια περίπου έσοδα σε ΕΦΚ, τα έμμεσα έσοδα του από τους εργαζόμενους που έχουν μείνει άνεργοι και την επιχειρηματική δραστηριότητα που έχει διακοπεί έχουν μειωθεί.

Για τη νόμιμη αγορά αλκοολούχων μόνο οι εξαγωγές δίνουν πλέον μια διέξοδο, όμως παρά βελτίωση των επιδόσεων κατά 30% στο διάστημα 2009-2014 αυτό δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τη μεγάλη υποχώρηση της νόμιμης εγχώριας αγοράς.

Σε επίπεδο κατανάλωσης η εικόνα είναι μικτή, αφού ένα μεγάλο ποσοστό καταναλωτών μετακινήθηκε σε προϊόντα με χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση και ένα άλλο σε παράνομα προϊόντα που διαφεύγουν το φόρο, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που έβγαλαν από το καλάθι των αγορών τους τα αλκοολούχα.

Όπως αναφέρει η μελέτη του ΣΕΒ ειδικά για τα παράνομα αλκοολούχα, εκτός από το γεγονός ότι δεν καταβάλλεται κανένας φόρος, είτε είναι ειδικός φόρος κατανάλωσης, είτε ΦΠΑ, είτε εισοδήματος είτε ασφαλιστική εισφορά, τίθενται και σοβαρά ζητήματα ποιότητας, καθώς τα παράνομα προϊόντα δεν περνάνε από κανέναν ποιοτικό έλεγχο με αποτέλεσμα να μην γίνεται καμία καταγραφή στοιχείων που θα επίτρεπε την ιχνηλασιμότητα του.

Μάλιστα στα πλαίσια του γενικότερου φοροπρωταθλητισμού στον οποίο επιδίδεται η Ελλάδα με αποτέλεσμα να έχει από τους υψηλότερους φόρους και στα αλκοολούχα ποτά, δεν αποτελεί παράδοξο ότι οι αρχές εντοπίζουν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες παράνομων αλκοολούχων, ενώ η γειτνίαση της Ελλάδας με χώρες που έχουν σημαντικά χαμηλότερη φορολογία, όπως η Βουλγαρία (350% χαμηλότερους φόρους στα ποτά) ενισχύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι συνοριακοί έλεγχοι τόσο ως αποτέλεσμα της ελεύθερης διακίνησης εμπορευμάτων εντός της ΕΕ, αλλά και συγκεκριμένων αδυναμιών της νομοθεσίας περί λαθρεμπορίου.

Μια τέτοια αδυναμία εντοπίζεται ειδικά στις περιπτώσεις που συνοριακοί έλεγχοι αποκαλύπτουν παράνομα αλκοολούχα, για τα οποία υπάρχει η δυνατότητα να πληρωθούν στη συνέχεια ο φόρος και το πρόστιμο και αυτά να αποδεσμευτούν για νόμιμη διάθεση πλέον στην αγορά.

Και ενώ τα παράνομα προϊόντα στην αγορά των αλκοολούχων προκαλεί πονοκέφαλο, η κατάχρηση του θεσμού των διήμερων μικροπαραγωγών έχει δημιουργήσει μια ακόμα πληγή στη νόμιμη αγορά. Οι διήμεροι αμβυκούχοι (δηλαδή μικροπαραγωγοί που δικαιούνται από το νόμο ως συνέχεια της παράδοσης και για ορισμένα διήμερα να αποστάξουν πολύ μικρές ποσότητες για καταρχήν ίδια χρήση αλλά και περιορισμένη διακίνηση) παράγουν και εμπορεύονται ως χύμα προϊόν μεγάλες και πέρα των νόμιμων προβλέψεων, ποσότητες τσίπουρου, με πολύ μειωμένη φορολογία. Αν και η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους φόρους στα αλκοολούχα ποτά, την ίδια στιγμή προβλέπει πολύ μειωμένη φορολογία για την παραγωγή των διήμερων αμβυκούχων οι οποίοι πληρώνουν φόρο μόνο 140 ευρώ ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης, αντί των 2.550 ευρώ ανά 100 λίτρα που πληρώνουν οι λοιποί παραγωγοί και εισαγωγείς.

Η κατάχρηση του θεσμού, όπως σημειώνει ο ΣΕΒ, των διήμερων αμβυκούχων έχει πλέον κινητοποιήσει και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που πρόσφατα παρέπεμψε την Ελλάδα στο Δικαστήριο της ΕΕ καθώς ο τόσο πολύ μειωμένος, σε σχέση με τον κανονικό συντελεστή φόρου, μόνο για τους Έλληνες αμβυκούχους παραβιάζει την Ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Ο ΣΕΒ σημειώνει ότι επικρατεί η εσφαλμένη εντύπωση ότι αυτή η ανοχή εξασφαλίζει σε ορισμένους μικροεπαγγελματίες ένα αδήλωτο μικρό εισόδημα το οποίο μάλιστα τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως καλοδεχούμενο αντιστάθμισμα στην πίεση της ύφεσης. Όμως, αυτή η εσφαλμένη εντύπωση κρύβει μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα αφού σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Οικονομικών, το 2011 για τους 5-6.000 αμβυκούχους, οι επίσημα καταγεγραμμένες ποσότητες παραγωγής ανέρχονται σε κάτω των 6.500 τόνων, και η συνολική επίσημη και ανεπίσημη παραγωγή υπολογίζεται σε περίπου 25.000 τόνους. Αποτέλεσμα η κατάσταση αυτή να ζημιώνει τους σωστούς επαγγελματίες του κλάδου, ανεξαρτήτως μεγέθους.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA

gazzetta
gazzetta reader insider insider