Παρόλο που η ανεργία στην ευρωζώνη υποχωρεί διαρκώς επί 14 συναπτά τρίμηνα και τον Ιανουάριο ήταν 9,6%, δηλαδή στο χαμηλότερο επίπεδό της από το δεύτερο τρίμηνο του 2009, ωστόσο η υποαπασχόληση του δυναμικού στην αγορά εργασίας παραμένει σημαντική, παρά την «ευελιξία» που επέφεραν τα τελευταία χρόνια τα Μνημόνια στις εργασιακές σχέσεις σε πολλές χώρες και ειδικά σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία.
Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δείχνουν πως αν και η ανεργία υποχώρησε ο ρυθμός αύξησης των μισθών παρέμεινε χαμηλός με βάση τα ιστορικά δεδομένα. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των συμβατικών αποδοχών στη ζώνη του ευρώ διαμορφώθηκε στο 1,4% το τέταρτο τρίμηνο του 2016, ελαφρώς χαμηλότερος από το 1,5% του δεύτερου και του τρίτου τριμήνου του 2016.
Μεταξύ των παραγόντων που επηρεάζουν αρνητικά την αύξηση των μισθών συμπεριλαμβάνονται η υπερπροσφορά στην αγορά εργασίας που εξακολουθεί να είναι σημαντική, ο ασθενής ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας και οι συνεχιζόμενες επιδράσεις από τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που εφαρμόστηκαν σε ορισμένες χώρες κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Στην Ελλάδα και στις Ισπανία και Πορτογαλία οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπερισχύουν των κλαδικών, ακόμα και όταν οι επιχειρησιακές περιλαμβάνουν χειρότερους όρους αμοιβής και εργασίας. Αυτό πραγματοποιήθηκε αφενός με την κατάργηση της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, αφετέρου με τη δυνατότητα να υπάρχουν όροι στις κλαδικές συμβάσεις οι οποίοι να προβλέπουν την απόκλιση των επιχειρησιακών συμβάσεων προς το δυσμενέστερο για τους εργαζομένους.
Παραλλήλως, όπως στην Ελλάδα έτσι και στις Ισπανία και Πορτογαλία καταργήθηκαν οι θεσμικές ρυθμίσεις που αφορούσαν στην επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και στη μετενέργεια ισχύος τους. Ομοίως, και στις τρεις χώρες εισήχθησαν νομοθετικές ρυθμίσεις που χορηγούν αρμοδιότητα διαπραγμάτευσης και σύναψης επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας και σε ομάδες μη συνδικαλισμένων εργαζομένων.
Παρά την καταστρατήγηση του ευρωπαϊκού εργασιακού κεκτημένου οι ευρύτεροι δείκτες υποαπασχόλησης στην αγορά εργασίας της ευρωζώνης (π.χ. ο "δείκτης U6”, ο οποίος περιλαμβάνει εκτιμήσεις για τον αριθμό των "αποθαρρυμένων εργατών", άλλων ατόμων που είναι ενδεχομένως οριακά συνδεδεμένα με την αγορά εργασίας και υποαπασχολούμενων εργαζομένων μερικής απασχόλησης, οι οποίοι επί του παρόντος εργάζονται, αλλά λιγότερες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας από ό,τι θα επιθυμούσαν) παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και υποχώρησαν λιγότερο από ότι το ποσοστό ανεργίας. Αυτό δείχνει ότι εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική υποαπασχόληση στην ευρύτερη αγορά εργασίας της ζώνης του ευρώ.