Η μετάβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μία οικονομία όπου τα απόβλητα αποκτούν δεύτερη ζωή φτάνει σε κρίσιμο σημείο. Τα στοιχεία της Ειδικής Έκθεσης του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για τα αστικά απόβλητα που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη το απόγευμα αποκαλύπτουν ότι η πορεία προς την ανακύκλωση και τη μείωση της ταφής εξελίσσεται με μεγάλες ταχύτητες σε ορισμένες χώρες, αλλά παραμένει προβληματική σε άλλες, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, η οποία συγκαταλέγεται στα κράτη μέλη με τις χαμηλότερες επιδόσεις και τις μεγαλύτερες καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων και στον σχεδιασμό υποδομών.
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η χώρα μας κατατάσσεται διαχρονικά στις τελευταίες θέσεις ως προς την ανακύκλωση, την προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση και τον περιορισμό της ταφής, με καθυστερήσεις που επηρεάζουν άμεσα την επίτευξη βασικών ευρωπαϊκών στόχων και χαρακτηρίζεται συνολικά ως μία από τις χώρες που υστερούν περισσότερο στη διαχείριση αστικών αποβλήτων.
- ΣΕΠΑΝ: Η ανακύκλωση «σκοντάφτει» στο τέλος ταφής, στην εισφοροδιαφυγή και στις υποδομές
- ΕΕΣΔΑ: Τα κλειδιά για την ενεργειακή αξιοποίηση των αποβλήτων
- Στάσιμη η ανακύκλωση πλαστικών σε Ελλάδα και Ευρώπη – Τι ζητούν οι φορείς
Χαμηλές επιδόσεις, ανεπαρκείς υποδομές και έργα που καθυστερούν
Η Ελλάδα καταγράφεται ξεκάθαρα ως ένα από τα κράτη μέλη που υστερούν στις περισσότερες βασικές τιμές-στόχο. Στο διάστημα 2010–2022, η χώρα μας βρίσκεται μαζί με τη Ρουμανία, την Κύπρο και τη Μάλτα στις τελευταίες θέσεις στην ανακύκλωση αστικών αποβλήτων, την ανακύκλωση συσκευασιών και τη μείωση της ταφής, ενώ εντοπίζονται σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων και στην εφαρμογή κρίσιμων μέτρων διαχείρισης αποβλήτων. Η έκθεση επισημαίνει ότι ο συνολικός σχεδιασμός στην Ελλάδα υποεκτιμά τις πραγματικές ανάγκες σε υποδομές, οδηγώντας σε ελλείψεις και ασάφειες τόσο στον προγραμματισμό όσο και στη χρηματοδότηση.
Η χώρα μας συγκαταλέγεται επίσης μεταξύ των κρατών που ζήτησαν παράταση για την επίτευξη της τιμής-στόχου του 2025 στην ανακύκλωση αστικών αποβλήτων, γεγονός που αναδεικνύει τη μεγάλη απόσταση από τα θεσμοθετημένα επίπεδα επίδοσης. Οι αδυναμίες εντοπίζονται σε τέσσερα επίπεδα. Πρώτον, ο εθνικός σχεδιασμός υποεκτιμά τις υποδομές που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται ότι τα εθνικά σχέδια δεν προσδιορίζουν επαρκώς ποια έργα χρειάζονται, ούτε πώς θα εξασφαλιστεί η απαιτούμενη χρηματοδότηση. Δεύτερον, δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό. Τρίτον, η αξιοποίηση των Ταμείων Συνοχής είναι περιορισμένη, με σημαντικές καθυστερήσεις. Τέταρτον, η χωριστή συλλογή παραμένει ελλιπής, παρά τις προσπάθειες ορισμένων δήμων, με αποτέλεσμα χαμηλή ποιότητα ανακυκλώσιμων υλικών.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι η Ελλάδα διαθέτει επαρκή χωρητικότητα υγειονομικής ταφής μόνο για ακόμη περίπου 4,5 χρόνια, γεγονός που δείχνει ότι το υπάρχον σύστημα βρίσκεται υπό ισχυρή πίεση. Ακόμη πιο ζοφερή είναι η εικόνα των έργων που χρηματοδοτούνται από την πολιτική συνοχής. Από τα 16 έργα που εξετάστηκαν σε τέσσερις χώρες - ανάμεσά τους και η Ελλάδα - το 80% εμφάνισε καθυστερήσεις, ενώ το 25% παρουσίασε αυξήσεις κόστους άνω του 20%. Το 30% των έργων υπολειτουργούσε και το 20% δεν είχε την απαιτούμενη δυναμικότητα. Η Ελλάδα έχει λάβει 378 εκατ. ευρώ για έργα αποβλήτων την περίοδο 2014–2020, ποσό που ήταν το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς όμως τα αποτελέσματα να ανταποκρίνονται ανάλογα.
Η δημόσια χρηματοδότηση δεν επαρκεί και τα οικονομικά εργαλεία παραμένουν αδύναμα
Πολιτικές όπως τα τέλη ταφής και η αρχή «πληρώνω όσο πετάω» παραμένουν σε περιορισμένη εφαρμογή στην Ελλάδα. Τα τέλη ταφής δεν λειτουργούν ως ισχυρό αντικίνητρο, ενώ τα δημοτικά τέλη σπάνια αντανακλούν τον όγκο ή το βάρος των αποβλήτων κάθε νοικοκυριού, στερώντας ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία αλλαγής συμπεριφοράς.
Η έκθεση αναφέρει ότι η εφαρμογή «πληρώνω όσο πετάω» είναι σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ ο φόρος υγειονομικής ταφής, παρότι θεσμοθετήθηκε πριν από χρόνια, εφαρμόστηκε ουσιαστικά μόνο από το 2022. Ο φόρος αυτός αυξάνεται κατά 5 ευρώ τον τόνο κάθε χρόνο - από τα 20 ευρώ το 2022 στα 35 ευρώ το 2025 - με την τάση να οδηγεί ακόμη υψηλότερα επίπεδα την επόμενη δεκαετία, έως και τα 55 ευρώ το 2035, αν διατηρηθεί η υφιστάμενη κλιμάκωση. Στο ίδιο πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, γεγονός που περιορίζει τις επιλογές επεξεργασίας και αυξάνει την εξάρτηση από την ταφή.
Στο πεδίο της διευρυμένης ευθύνης παραγωγού, η έκθεση αναφέρει ότι η εφαρμογή παραμένει ελλιπής για πολλά ρεύματα αποβλήτων, ενώ τα συστήματα επιστροφής εγγύησης - που μπορούν να μεταμορφώσουν τη συλλογή συσκευασιών - βρίσκονται ακόμη σε πολύ πρώιμο στάδιο στη χώρα μας.
Η γενικότερη εικόνα είναι ότι τα οικονομικά εργαλεία παραμένουν ανίσχυρα για να υποστηρίξουν την αναγκαία αλλαγή κλίμακας. Ο στόχος του 55% ανακύκλωσης των αστικών αποβλήτων ως το 2025 απομακρύνεται, ειδικά με την αυστηρότερη μέθοδο υπολογισμού που εφαρμόζεται εφεξής και οδηγεί σε κατά μέσο όρο χαμηλότερα αποτελέσματα για τα κράτη που δεν την χρησιμοποιούσαν μέχρι σήμερα.
Υψηλοί στόχοι αλλά μικρή ταχύτητα
Από την επεξεργασία των στοιχείων προκύπτουν τρία ξεκάθαρα συμπεράσματα για τη χώρα μας: η μεγάλη καθυστέρηση σε κρίσιμους δείκτες κυκλικότητας, οι ανεπαρκείς υποδομές και η αδύναμη εφαρμογή οικονομικών μηχανισμών πολιτικής όπως τα τέλη ταφής, το «πληρώνω όσο πετάω» και τα συστήματα εγγύησης.
Η έκθεση καταλήγει ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται απλώς να επιταχύνει. Χρειάζεται να «τρέξει» πιο γρήγορα από πολλές άλλες χώρες για να καλύψει το κενό που δημιουργήθηκε επί δεκαετίες.
Το ευρωπαϊκό σκηνικό: πρόοδος με ανισότητες, ανακύκλωση με εμπόδια και επιμονή στην ταφή
Ενώ η Ελλάδα παλεύει να βρει ρυθμό, στην Ευρώπη η εικόνα είναι εξαιρετικά ανομοιόμορφη. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα αστικά απόβλητα αποτελούν το 27% των συνολικών αποβλήτων που παράγονται, με το 55% του βάρους τους να αφορά βιολογικά απόβλητα και χαρτί/χαρτόνι.
Παρά τις μεταρρυθμίσεις του 2018, πολλές χώρες συνεχίζουν να έχουν χαμηλή απόδοση, ενώ άλλες έχουν φτάσει πολύ υψηλά επίπεδα ανακύκλωσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποιεί ότι 23 κράτη μέλη κινδυνεύουν να μην πετύχουν τουλάχιστον έναν από τους στόχους του 2025.
Η αγορά ανακύκλωσης αντιμετωπίζει έντονες πιέσεις: λίγες εγκαταστάσεις σε πολλά κράτη μέλη, υψηλό κόστος λειτουργίας - ιδίως για τα πλαστικά - και αυξημένες εισαγωγές φθηνών ανακυκλωμένων και παρθένων πλαστικών από τρίτες χώρες, που συμπιέζουν τις τιμές και τη βιωσιμότητα των ευρωπαϊκών μονάδων. Με βάση αυτά τα δεδομένα, η Επιτροπή σχεδιάζει από το 2026 νέα «πράξη για την κυκλική οικονομία» ώστε να θωρακίσει την αγορά δευτερογενών υλών.
Οι στόχοι έως το 2035 και οι μετατοπίσεις στην ευρωπαϊκή νομοθεσία
Οι στόχοι της ΕΕ είναι ήδη ψηλά: 65% ανακύκλωση αστικών αποβλήτων το 2035 και μόλις 10% ταφή. Δώδεκα κράτη μέλη αξιοποίησαν μεταβατικές περιόδους, επιβεβαιώνοντας το μέγεθος των προκλήσεων. Την ίδια ώρα, η ΕΕ εξετάζει την ένταξη των αποτεφρωτήρων στο σύστημα εμπορίας ρύπων από το 2028, αυξάνοντας το κόστος αποτέφρωσης και ενισχύοντας τα κίνητρα για επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση.
Ο δύσκολος συγχρονισμός μεταξύ ανάπτυξης και αποβλήτων
Η παραγωγή αστικών αποβλήτων παραμένει στενά συνδεδεμένη με την οικονομική ανάπτυξη. Από το 2000 έως το 2023, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 33%, αλλά η παραγωγή αποβλήτων μειώθηκε μόλις κατά 0,4%, δείχνοντας ότι η πλήρης αποσύνδεση από την ανάπτυξη παραμένει δύσκολη.
Για πρώτη φορά η νομοθεσία περιλαμβάνει στόχους για μείωση της παραγωγής συγκεκριμένων ρευμάτων, όπως τα υπολείμματα τροφίμων και τα απορρίμματα συσκευασίας. Παράλληλα, η χωριστή συλλογή βιολογικών αποβλήτων καθίσταται υποχρεωτική σε όλη την ΕΕ.
Ωστόσο, η πρόοδος είναι άνιση. Η έκθεση αναφέρει ότι σε τρία από τα τέσσερα κράτη του δείγματος - ανάμεσά τους και η Ελλάδα - η χωριστή συλλογή βιολογικών αποβλήτων παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, περιορίζοντας την ποιότητα της ανακύκλωσης και ενισχύοντας την εξάρτηση από την ταφή.
Σε στοιχεία που παραθέτει το σχετικό κείμενο φαίνεται ότι η Ελλάδα καταγράφει από τα υψηλότερα ποσοστά υγειονομικής ταφής στην ΕΕ το 2023, κάτι που επιβεβαιώνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των αποβλήτων εξακολουθεί να οδηγείται στη χαμηλότερη βαθμίδα της ιεράρχησης διαχείρισης.
Μια Ευρώπη με κοινό στόχο, αλλά με διαφορετικές ταχύτητες και μια Ελλάδα που πρέπει να αλλάξει κλίμακα
Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι σαφής: η ΕΕ αυστηροποιεί τη νομοθεσία, ενισχύει τα όρια και αυξάνει τις απαιτήσεις, αλλά τα κράτη δεν κινούνται με την ίδια ταχύτητα. Η Ελλάδα βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Για να πετύχει τους στόχους του 2025 και του 2030, πρέπει να επιταχύνει την αναβάθμιση υποδομών, να ενισχύσει τη χωριστή συλλογή, να απορροφήσει αποτελεσματικά τους διαθέσιμους πόρους και να εξασφαλίσει ότι τα έργα ολοκληρώνονται εντός χρονοδιαγράμματος και με τη δυναμικότητα που απαιτείται.
Η επόμενη τριετία θα είναι κρίσιμη για την πορεία της χώρας, όχι μόνο σε σχέση με τις υποχρεώσεις της έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και για τη μετάβαση σε ένα σύστημα διαχείρισης αποβλήτων που προστατεύει το περιβάλλον, εξοικονομεί πόρους και συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα κυκλικότητας.