Στο Λονδίνο η κυβέρνηση έχει μπλέξει σε επικοινωνιακές -και όχι μόνο- παλινωδίες, στην προσπάθειά της να οριστικοποιήσει μέχρι την ερχόμενη Τετάρτη το πλέγμα των μέτρων του νέου προϋπολογισμού. Όλα δείχνουν ότι οδεύει προς αυξήσεις φόρων.
Στο Παρίσι σχεδόν ομόφωνα απέρριψαν σε πρώτη ανάγνωση το σχέδιο προϋπολογισμού το κράτους το 2026 τη νύχτα της Παρασκευής προς Σάββατο οι βουλευτές στη Γαλλία, κάτι που δεν έχει γίνει εδώ και δεκαετίες.
Η εξέλιξη αποτελεί άσχημο οιωνό για το εγχείρημα με σκοπό να έχει εγκριθεί πριν από το τέλος της χρονιάς. Δυνάμει της κοινοβουλευτικής διαδικασίας στη Γαλλία, το κείμενο της κυβέρνησης επιστρέφει στη Γερουσία, που θα το εξετάσει την επόμενη εβδομάδα.
Βρετανικές παλινωδίες
Καθώς η παρουσίαση του Φθινοπωρινού Προϋπολογισμού του Ηνωμένου Βασιλείου πλησιάζει την ερχόμενη εβδομάδα (26 Νοεμβρίου), η βρετανική κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν δυσεπίλυτο γρίφο για το πώς θα καλύψει ένα δημοσιονομικό κενό που… ξεκίνησε από τα επίπεδα των 30-35 δισ. λιρών και πρόσφατα αναθεωρήθηκε στα £20 δισ.
Ξένοι αναλυτές ωστόσο υπολογίζουν το κενό πιο κοντά στα £30 δισ., μεταξύ άλλων διότι η βρετανική κυβέρνηση εξετάζει την άρση των περιορισμών στο επίδομα δεύτερου παιδιού, καθώς και μείωση ΦΠΑ στους λογαριασμούς ενέργειας, μέτρα που αναμένεται να κοστίσουν 5,5 δισ. λίρες. Επίσης, εκτιμάται ότι η βρετανική κυβέρνηση θέλει να συμπεριλάβει στον προϋπολογισμό και ένα δημοσιονομικό «μαξιλάρι» ύψους £10 δισ.
Προ ημερών το Υπουργείο Οικονομικών της χώρας εγκατέλειψε τα σχέδια για αύξηση του φόρου εισοδήματος λόγω των καλύτερων, υποτίθεται, οικονομικών προβλέψεων. Μέρος του κενού εκτιμάται ότι θα καλυφθεί με παράταση του παγώματος των φορολογικών κλιμακίων, που θα αποφέρει 10 δισ. λίρες ετησίως, ενώ το βρετανικό ΥΠΟΙΚ ελπίζει επίσης να επιτύχει κάποιες περικοπές δαπανών. Οι οποίες ωστόσο, όπως εκτιμά η ING, πιθανότατα θα είναι μικρές -όχι πάνω από 5 δισ. σύμφωνα με την ING- λόγω πολιτικών πιέσεων.
Αυξήσεις φόρων
Οι αναλυτές της ING αναμένουν ότι περίπου 15 δισ. λίρες θα χρειαστεί τελικά να προέλθουν από άμεσες αυξήσεις φόρων. Οι επιλογές που έχει στη διάθεσή της η βρετανική κυβέρνηση είναι συγκεκριμένες. Ίσως η πιο σημαντική είναι η παράταση του παγώματος των φορολογικών κλιμακίων μετά το 2028, που αποδίδει περίπου 10 δισ. λίρες τον χρόνο. Το ίδιο ποσό θα μπορούσε να έχει και ο περιορισμός των φοροαπαλλαγών στις συντάξεις. Μια πιο «ξεκάθαρη» επιλογή είναι η αύξηση του βασικού συντελεστή φόρου εισοδήματος κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, που φέρνει γύρω στα 8 δισ. Υπάρχει επίσης η επιλογή ενός «φορολογικού διακόπτη» που από τη μία μειώνει κατά 2% τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων αλλά αυξάνει αντίστοιχα κατά 2% τον φόρο εισοδήματος, με καθαρό όφελος 6 δισ.
Επιπλέον έσοδα έως 5 δισ. μπορούν να προκύψουν από την επιβολή εισφορών σε ιδιοκτήτες ενοικιαζόμενων ακινήτων, εργαζόμενους συνταξιούχους και Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης.. Μεταξύ των μέτρων περιλαμβάνονται επίσης ο διπλασιασμός των φόρων σε ακριβές κατοικίες (4 δισ.), καθώς και μια σειρά παρεμβάσεων της τάξης των 1-2 δισ., όπως pay-per-mile φόρος στα ηλεκτρικά οχήματα, αύξηση της φορολογίας στις τράπεζες, αύξηση φορολογίας 1% στα υψηλά εισοδήματα, υψηλότερη φορολόγηση μερισμάτων κ.ά.
«Βεβαίως, ένας προϋπολογισμός γεμάτος αυξήσεις σε πολλούς μικρούς φόρους, αντί για μία μικρή αύξηση στον φόρο εισοδήματος, ενέχει πολύ μεγαλύτερη αβεβαιότητα ως προς το πόσα χρήματα θα συγκεντρώσει» εξηγεί η ING.
Ο φόβος των αγορών
Σε κάθε περίπτωση, οι επενδυτές αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι εξακολουθεί να υπάρχει ένα μεγάλο κενό προς κάλυψη. Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών τους έχουν κάνει πιο δύσπιστους για το πώς ακριβώς θα καλυφθεί, και σε αυτή τη δυσπιστία αποδίδεται τόσο η άνοδος των αποδόσεων των βρετανικών ομολόγων, όσο και η διολίσθηση της στερλίνας έναντι του ευρώ.
«Ομολογουμένως, η βρετανική κυβέρνηση κάνει ελάχιστα για να κατευνάσει τις ανησυχίες, παρότι σαφώς δεν έχει πρόθεση να προκαλέσει πανικό» σχολιάζει η Commerzbank, τονίζοντας ότι προς το παρόν είναι δύσκολο να προβλεφθεί ποιες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοστούν και ότι η δημόσια εικόνα της βρετανικής κυβέρνησης τις τελευταίες εβδομάδες υπήρξε καταστροφική.
Αυτή τη στιγμή, η βρετανική κυβέρνηση δεν φαίνεται ικανή να πείσει την αγορά ότι έχει ένα αποτελεσματικό σχέδιο. Αντίθετα, πολλές ιδέες συζητούνται και έπειτα απορρίπτονται, κάτι που εντείνει την αβεβαιότητα. Πάντως η Commerzbank εκτιμά ότι θα είναι δύσκολο να ανακοινωθεί ένας προϋπολογισμός που να μην τροφοδοτεί περαιτέρω τον πληθωρισμό ή που να μην «φρενάρει» την ανάπτυξη.
Αν και το ποσό των £20-30 δισ. είναι μικρό για έναν προϋπολογισμό με έσοδα που ξεπερνούν το 1 τρισ. λίρες, πρέπει να απαντηθεί το πώς η βρετανική κυβέρνηση σκοπεύει να συγκεντρώσει αυτά τα χρήματα. Κι εδώ, η Commerzbank συμφωνεί με την ING. Εφόσον το βρετανικό ΥΠΟΙΚ απορρίπτει την αύξηση του φόρου εισοδήματος για να αποφύγει τον σάλο μεταξύ των ψηφοφόρων, πιθανότατα θα επιλέξει πολλές μικρότερες αυξήσεις, κάτι που καθιστά δυσκολότερη την εκτίμηση των επιπτώσεων.
Γαλλικός λαβύρινθος
Στο μεταξύ η Γαλλία έχει βγει, σε μεγάλο βαθμό, από τα ραντάρ των επενδυτών από τότε που η κυβέρνηση του Λεκορνί επιβίωσε από την κρίσιμη πρόταση μομφής στα μέσα Οκτωβρίου, χάρη στην αποχή του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS). Ωστόσο, αν και επιτεύχθηκε συναίνεση στην Εθνοσυνέλευση υπέρ της αναστολής της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού, οι πιθανότητες να καταλήξουν Εθνοσυνέλευση και Γερουσία στη διαμόρφωση ενός κοινού κειμένου που θα μπορούσε επιτέλους να ξεμπλοκάρει το αδιέξοδο μοιάζουν περιορισμένες.
Διαβάστε ακόμα: ABN Amro: Η «ύστατη λύση» που μπορεί να βγάλει τη Γαλλία από το αδιέξοδο του προϋπολογισμού
Οι αναλυτές της Unicredit είναι μεταξύ αυτών που πιστεύουν ότι το περιθώριο για την έγκριση του νέου γαλλικού προϋπολογισμού είναι εξαιρετικά στενό. Όπως εξηγούν, η δέσμευση της κυβέρνησης να μην χρησιμοποιήσει το άρθρο 49.3 έχει ουσιαστικά αλλάξει τη δυναμική των συζητήσεων για τον προϋπολογισμό. «Αυτό αυξάνει το πολιτικό κόστος για τους Σοσιαλιστές, οι οποίοι μπορεί να αισθανθούν υποχρεωμένοι να ψηφίσουν υπέρ του συνολικού προϋπολογισμού για να προστατεύσουν τα μέτρα που οι ίδιοι προώθησαν επιτυχώς, όπως το «πάγωμα» της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, ακόμη και αν κινδυνεύουν να κατηγορηθούν ότι στηρίζουν υπερβολικά την κυβέρνηση ή ότι προδίδουν την εκλογική βάση τους», σχολιάζει η Unicredit.
Η Unicredit εκτιμά πως το πιθανότερο είναι να επιλέξει η γαλλική κυβέρνηση την παράταση του περσινού προϋπολογισμού μέχρι να επιτευχθεί συμφωνία κάποια στιγμή στις αρχές του 2026. «Ωστόσο, αυτό θα καθυστερούσε απλώς την αναπόφευκτη πολιτική σύγκρουση σχετικά με τις δημοσιονομικές προκλήσεις της χώρας, υπό την προϋπόθεση ότι οι αγορές θα παραμείνουν σχετικά ήρεμες».