Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται το απόγευμα της Τετάρτης η ολοκλήρωση της διαδικασίας υποβολής προσφορών, μέσω της οποίας θα γίνει η παραχώρηση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στα θαλάσσια οικόπεδα «Α2», «Νότια της Πελοποννήσου», «Νότια της Κρήτης 1» και «Νότια της Κρήτης 2».
Πρόκειται για ένα σημαντικό ορόσημο στη μακρά πορεία προς τη μελλοντική εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων πόρων που ενδεχομένως εντοπιστούν, το οποίο όμως αποκτά κομβική σημασία στο σήμερα, υπό το πρίσμα των πάγιων αιτιάσεων της Τουρκίας, του διακηρυγμένου στρατηγικού στόχου της «Γαλάζιας Πατρίδας» και της εμπλοκής της Λιβύης στις τουρκικές μεθοδεύσεις.
Οι προσδοκίες της ελληνικής πλευράς ως προς τη σημερινή διαδικασία δεν περιορίζονται στο να διαπιστωθεί απλώς το ενδιαφέρον ξένων ενεργειακών ομίλων για τη μελλοντική εμπορική εκμετάλλευση των όποιων κοιτασμάτων. Επιπλέον αυτού, επιδιώκει να προσδώσει άλλες στρατηγικές διαστάσεις στους σχεδιασμούς της, μέσω της προσέλκυσης και εμπλοκής των μεγαλύτερων ενεργειακών κολοσσών του πλανήτη.
Για αρχή, της αμερικανικής Chevron, μιας και το δικό της ενδιαφέρον ήταν ο καταλύτης που οδήγησε στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ενδεχομένως να υπάρξουν και άλλοι διεκδικητές, αλλά η παρουσία ενός παγκόσμιου παίκτη του βεληνεκούς της Chevron μπορεί πράγματι, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, να προσδώσει στην ελληνική πλευρά ένα τακτικό πλεονέκτημα έναντι των τουρκικών σχεδιασμών.
Στην προοπτική αυτή, άλλωστε, έχουν αναφερθεί ευθέως στελέχη της ελληνικής κυβέρνησης. Από πού προκύπτει όμως αυτό το «βαρύ» γεωπολιτικό αποτύπωμα της Chevron; Και ποιο ακριβώς είναι το πλεονέκτημα για την ελληνική πλευρά έναντι των τουρκικών σχεδιασμών;
Γεωπολιτικό αποτύπωμα
Οι ενεργειακοί κολοσσοί όπως η Chevron δεν είναι απλώς πολυεθνικές εταιρείες. Η ίδια η φύση της δραστηριότητάς τους τούς τοποθετεί στο επίκεντρο της γεωπολιτικής σκακιέρας. Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν αποτελούν απλώς εμπορεύματα, αλλά είναι στρατηγικοί πόροι που συνδέονται άρρηκτα με την οικονομική ανάπτυξη, την εθνική ασφάλεια και την ισορροπία ισχύος σε διεθνές επίπεδο.

Η στρατηγική τους βαρύτητα ενισχύεται και από το εύρος των δραστηριοτήτων τους. Από την εξόρυξη και την παραγωγή μέχρι τη διύλιση, τα πετροχημικά και το υγροποιημένο φυσικό αέριο, η Chevron λειτουργεί σε όλο το μήκος της ενεργειακής αλυσίδας. Αυτό το μέγεθος και η καθετοποίηση μετατρέπουν την εταιρεία σε παίκτη με επιρροή όχι μόνο στις αγορές, αλλά και στην ίδια τη χάραξη ενεργειακών πολιτικών.
Επιπλέον, η γεωγραφία των υδρογονανθράκων καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τη στρατηγική επιρροή αυτών των ομίλων. Τα μεγαλύτερα αποθέματα βρίσκονται σε περιοχές συχνά ασταθείς ή με έντονη γεωπολιτική σημασία και, για να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε αυτούς τους πόρους, εταιρείες όπως η Chevron συνάπτουν μακροχρόνιες συμφωνίες με κυβερνήσεις και λειτουργούν σε περιβάλλοντα που απαιτούν λεπτή διαχείριση πολιτικών και οικονομικών κινδύνων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η παρουσία των αμερικανικών κολοσσών του κλάδου συνδέεται συχνά με τους στρατηγικούς στόχους των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι επενδύσεις της Chevron δεν αντιμετωπίζονται απλώς ως οικονομικές κινήσεις, αλλά και ως προέκταση της αμερικανικής διπλωματίας και της προώθησης των στρατηγικών της στόχων.
Καθώς λοιπόν η παγκόσμια ενεργειακή ισορροπία μετατοπίζεται προς νέες μορφές ενέργειας, ο ρόλος εταιρειών όπως η Chevron παραμένει καθοριστικός. Η μετάβαση στο LNG, για παράδειγμα, και η στροφή της Ευρώπης σε αμερικανικές προμήθειες μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, δείχνουν ότι οι στρατηγικές των μεγάλων εταιρειών του κλάδου συνδέονται ευθέως με τη νέα γεωπολιτική αρχιτεκτονική και επηρεάζουν άμεσα τις διεθνείς ενεργειακές ροές και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Με άλλα λόγια, η Chevron και άλλες εταιρείες του κλάδου δραστηριοποιούνται εκεί όπου τέμνονται η οικονομία, η διπλωματία και η ασφάλεια. Πρόκειται για επιχειρήσεις που, συχνά, δεν κινούνται με αποκλειστικό γνώμονα τις αγορές, και λειτουργούν ταυτόχρονα ως οικονομικοί και γεωπολιτικοί παράγοντες.
Το πραγματικό όφελος για την Ελλάδα
Σε περίπτωση που επιβεβαιωθεί το ενδιαφέρον της Chevron ή άλλων αντίστοιχου εκτοπίσματος «παικτών» για τα θαλάσσια οικόπεδα που προαναφέρθηκαν, το πρώτο και προφανές όφελος είναι η διεθνής αναγνώριση της Ελλάδας ως αξιόπιστου επενδυτικού προορισμού στον ενεργειακό χάρτη της Μεσογείου, κάτι που ενισχύει συνολικά τη θέση της χώρας.
Επιπλέον, στέλνει σαφές μήνυμα ότι τα ελληνικά -δυνητικά- κοιτάσματα έχουν πραγματική οικονομική και στρατηγική αξία, και ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αμφισβήτησής τους από τρίτες χώρες θα προσελκύσει αυξημένη διεθνή προσοχή – ειδικά από τις ΗΠΑ, αν πράγματι η Chevron δραστηριοποιηθεί στην περιοχή.
Ταυτόχρονα όμως, θα πρέπει να είναι σαφές ότι η παρουσία της Chevron δεν κατοχυρώνει νομικά την Ελλάδα σε ό,τι αφορά την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών ή τα δικαιώματα σε τυχόν κοιτάσματα. Η οριοθέτηση προκύπτει μόνο μέσα από διεθνείς κανόνες, όπως το Δίκαιο της Θάλασσας, και μέσα από συμφωνίες μεταξύ κρατών ή αποφάσεις διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων, και δεν καθορίζεται από την παρουσία ή τις επιχειρηματικές αποφάσεις ιδιωτικών εταιρειών.
Αν και η συμμετοχή μιας εταιρείας σε διαγωνισμό ή ερευνητικά προγράμματα δεν συνιστά νομική αναγνώριση κυριαρχικών δικαιωμάτων εκ μέρους της, η Ελλάδα θα μπορούσε, υπό προϋποθέσει, να ερμηνεύσει την παρουσία μιας πολυεθνικής ως πρακτική αποδοχή ότι οι ελληνικές αρχές έχουν έλεγχο της περιοχής. Αλλά αυτό, ως ουσία ή ως επιχείρημα, είναι πολύ πιο αδύναμο από μια διεθνή συνθήκη ή μια μονομερή κρατική ενέργεια.
Σε βάθος χρόνου, η Τουρκία εξακολουθεί να διαθέτει τρόπους αμφισβήτησης ή έγερσης διεκδικήσεων, είτε μέσω της συνεργασίας της με τη Λιβύη, είτε με μονομερείς κινήσεις στην περιοχή. Αλλά η συμμετοχή της Chevron προσδίδει ένα αποτρεπτικό πλεονέκτημα στην ελληνική πλευρά. Η παρουσία ενός τέτοιου ισχυρού διεθνούς ομίλου δημιουργεί υψηλό κόστος για οποιαδήποτε αναπάντεχη στρατιωτική -κυρίως- κλιμάκωση από τουρκικής πλευράς. Ουσιαστικά, δημιουργεί συνθήκες που περιορίζουν την ελευθερία κινήσεων της Τουρκίας.
Δύο ακόμα στοιχεία που οφείλουμε να έχουμε κατά νου: κατά πρώτον, η (κάθε) Chevron θα έχει πάντα ως προτεραιότητα την προστασία των -πανάκριβων- επενδύσεων της και την ομαλή συνέχιση των δραστηριοτήτων της. Μακροπρόθεσμα, η εταιρεία θα επιδιώξει σταθερότητα, ανεξαρτήτως πολιτικών συμφερόντων. Αυτό ενδέχεται να λειτουργήσει προς μια κατεύθυνση συμβιβασμών, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο ότι θα ευνοούν την Ελλάδα.
Κατά δεύτερον, ενδεχόμενη αμερικανική παρέμβαση, σε ένα μελλοντικό υποθετικό σενάριο όπου αυτή καθίσταται απαραίτητη πριν το 2029, θα εκδηλωθεί με τους όρους που υπαγορεύει ο Ντόναλντ Τραμπ.

Τα δεδομένα και οι ανακοινώσεις
Όπως έχει γράψει το Insider.gr, έως και πριν από μερικές ημέρες, δύο εταιρείες είχαν αγοράσει τα σεισμικά δεδομένα των τεσσάρων υπό παραχώρηση περιοχών. Το γεγονός αυτό είναι κρίσιμο, καθώς μόνον οι «παίκτες» που έχουν προμηθευτεί τις μετρήσεις μπορούν να υποβάλουν προσφορές.
Πέραν της Chevron, στον διαγωνισμό αναμένεται να δώσει επίσης το «παρών» η Helleniq Energy. Κάτι που πιστοποιείται από το γεγονός ότι πρόσφατα ίδρυσε τρεις θυγατρικές, με τα ονόματα ισάριθμων μπλοκ του διαγωνισμού («Helleniq Upstream Νότια της Πελοποννήσου», «Helleniq Upstream Νότια Κρήτης Ι» και «Helleniq Upstream Νότια Κρήτης ΙΙ»). Το πιο βάσιμο σενάριο είναι ο ελληνικός ενεργειακός Όμιλος να συστήσει κοινοπραξία με τη Chevron, με το σχήμα να διεκδικεί και τα τέσσερα μπλοκ. Πολύ λιγότερες πιθανότητες υπάρχουν να εμφανιστεί και κάποια τρίτη εταιρεία.
Όσον αφορά τη διαδικασία, αμέσως μετά την εκπνοή της υποβολής προσφορών, αύριο το απόγευμα, η ΕΔΕΥΕΠ θα συγκροτήσει την Επιτροπή Αξιολόγησης των φακέλων. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προσφορές θα υποβληθούν εις τριπλούν, με τον όγκο των σχετικών εγγράφων να είναι αρκετά μεγάλος. Η Επιτροπή Αξιολόγησης θα συνεδριάσει για πρώτη φορά την Πέμπτη το πρωί, εκκινώντας τη διαδικασία αποσφράγισης των φακέλων, η οποία θα αποκαλύψει και την ταυτότητα των «μνηστήρων» για τα υπό παραχώρηση θαλάσσια οικόπεδα.
Για την ολοκλήρωση της αποσφράγισης, θα χρειαστούν παραπάνω από μία συνεδριάσεις της Επιτροπής. Σε πρώτη φάση, θα ανακοινωθεί ο αριθμός των προσφορών -ενδεχομένως την Πέμπτη- ενώ σε δεύτερο χρόνο θα δημοσιοποιηθεί και ποιοι είναι οι ενδιαφερόμενοι. Αφότου η Επιτροπή αποφανθεί για το ποιες προσφορές πληρούν τα κριτήρια της προκήρυξης -και επομένως οι αντίστοιχοι ενδιαφερόμενοι έχουν δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία- θα ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις τους με την ΕΔΕΥΕΠ. Με βάση την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, η Διαχειριστική Αρχή θα συντάξει την εισήγησή της προς το ΥΠΕΝ, σχετικά με τους προτεινόμενους παραχωρησιούχους για κάθε μπλοκ. Αν γίνει δεκτή η εισήγηση, τότε θα υπογραφούν οι αντίστοιχες συμβάσεις παραχώρησης με την ελληνική πολιτεία. Στόχος της κυβέρνησης είναι, στην περίπτωση αίσιας έκβασης, μέχρι το τέλος του έτους οι συμβάσεις να κατατεθούν προς κύρωση στη Βουλή.