Το τέλος του αφηγήματος και ο ανύπαρκτος τρίτος δρόμος της ‘’Κεντροαριστεράς’’

Νικόλας Τσολακίδης
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Το τέλος του αφηγήματος και ο ανύπαρκτος τρίτος δρόμος της ‘’Κεντροαριστεράς’’

Κάθε κυβέρνηση τα τελευταία κυρίως χρόνιας της οικονομικής κρίσης και της περιδίνησης στην οποία βρέθηκε η χώρα, επιχείρησε να οικοδομήσει ένα αφήγημα για τους πολίτες, προκειμένου να δικαιολογήσει την πολιτική της. Προ κρίσης τα αφηγήματα αυτά ήταν πολύ εύκολα στη διαμόρφωση και την ανάπτυξή τους, δεν είχαν ιδιαίτερη πλοκή και ενδιαφέρον, παρά μόνο παροχολογία, υποσχέσεις και μεγάλες προσδοκίες.

Τα χρόνια της χρεωκοπίας τα περιθώρια στένεψαν, καθώς η αγανάκτηση και η φτώχεια ξεχείλισαν και ό Έλληνας βαλτωμένος μέσα στα προβλήματα και τις δυσκολίες, δεν είχε καθαρό μυαλό να χαρεί ή να γελάσει σαρκαστικά με τις ψεύτικες υποσχετικές πολιτικές κορώνες και τα ξύλινα κούφια λόγια. Κυριάρχησε ο θυμός και η οργή, που γεννά η υπερβολική θλίψη. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, μιας κοινωνίας στα όρια της, μια παρέα ψευδεπίγραφων αριστεριστών, κατάφερε να χειραγωγήσει όνειρα και ελπίδες, να εκμεταλλευτεί την κοινωνική αναστάτωση και με όπλο την δημαγωγία και τον εξελιγμένο πλέον πολιτικάντικο λαϊκισμό, κατάφερε να δημιουργήσει και να επικοινωνήσει το μυθιστόρημα της δήθεν κυβερνώσας Αριστεράς και να αναρριχηθεί στην εξουσία.

Όταν όμως ήρθε η στιγμή να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, τότε άρχισε και η μετάλλαξη των δήθεν αριστερών σε καθεστωτικούς κυβερνητικούς, που εγκατέλειψαν για χάριν της καρέκλας και λησμόνησαν τα λεγόμενά τους προ των εκλογών και την ριζοσπαστική - επαναστατική ιδεολογία που είχαν κάνει σημαία. Ευτελίζοντας τα οράματα και τις αξίες της γνήσιας και αγνής, πραγματικής Αριστεράς, επιδόθηκαν σε έναν άνευ προηγουμένου κυβερνητισμό αντιφάσεων και καθυστερήσεων, επιφέροντας πλήγμα στην ελληνική οικονομία και απογοήτευση στην κοινωνία. Οι δημαγωγικές ατάκες και τα λαϊκά δικαστήρια - παρωδία στις πλατείες, που δίκαζαν τους υπαίτιους της κρίσης όπου γης, πέρασαν στις κίτρινες σελίδες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της χώρας. Έθαψαν βαθιά μέσα τους το παρελθόν, την αλήθεια και το φιλότιμο τους, πιστεύοντας ότι και οι πολίτες θα κάνουν το ίδιο.

Όμως τα όμορφα αφηγήματα με το άδοξο τέλος αφήνουν πάντα στους ακροατές μια πικρή γεύση προδοσίας και ακύρωσης. Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης έμεινε ένας σωρός από χαρτιά, μνημείο πολιτικής απάτης και εμπαιγμού, όπως και οι εύκολες υποσχέσεις που δημιούργησαν χαραμάδες διαφυγής στους πολίτες από τα αδιέξοδα της καθημερινής αγωνίας. Τώρα όμως το αφήγημα πλησιάζει στο τέλος του και όσοι πίστεψαν ότι μπορεί να γεμίσει τα όνειρά τους για μια καλύτερη ζωή, νιώθουν σήμερα περισσότερο από ποτέ θλίψη και οργή, γιατί αυτή την ψεύτικη ιστορία την έφτιαξε με τόση ευκολία και τη διηγήθηκε μια κυβέρνηση της πρώτης φοράς Αριστερά, που ευαγγελίζονταν το καινούργιο και την αλλαγή στη στρεβλή πελατειακή κομματοκρατούμενη μεταπολίτευση.

Οι πολίτες στις επόμενες εκλογές θα βρεθούν πάλι μπροστά σε ένα ακόμη δίλλημα, θα πρέπει να επιλέξουν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, που θα ελέγχει τα πεπραγμένα της πλειοψηφίας. Πάντα έτσι γινόταν και έτσι θα γίνει και τώρα. Το παιχνίδι θα είναι για δύο, γιατί το πολιτικό σύστημα, χαρακτηρίζεται από δυαδικότητα κι αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της χώρας μας, αλλά κυρίαρχο γνώρισμα όλου του δυτικού κόσμου.

Χωρίς να υποτιμάται ποτέ ο ρόλος και η συνεισφορά των πολιτικών σχηματισμών που καταλαμβάνουν την τρίτη, τέταρτη και πάει λέγοντας θέση, δεν παύουν αυτά να αθροίζονται στην αντιπολίτευση. Δεν αποτελούν την πρώτη και δεύτερη επιλογή της μεγάλης μερίδας των ψηφοφόρων. Ακόμη και όταν αρθρώνουν διαφορετικό ενδιαφέροντα πολιτικό λόγο -και μιλώ πάντα για δημοκρατικούς σχηματισμούς και όχι για ακραία μορφώματα, που γεννούν οι συγκυρίες και επιτρέπουν την κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση, ακόμη και όταν πρόκειται για ‘’κόμματα’’, που αντιστρατεύονται και αντιμάχονται τη Δημοκρατία, - ο διαφορετικός αυτός λόγος, προσθέτει μεν στον διάλογο και τον κοινοβουλευτισμό, ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από εποικοδομητικές προτάσεις, αλλά δεν μπορεί να μετουσιωθεί σε πράξη και δράση, που θα επηρεάσει τα δημόσια πράγματα και τη ζωή των πολιτών, καθώς δεν διαθέτει την απαιτούμενη κοινοβουλευτική δύναμη και στήριξη.

Οι συμπολίτες μας, επιλέγουν αυτόν που θα τους κυβερνήσει και είτε τιμωρούν σε θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης, εκείνον που θεωρούν ότι απέτυχε στο κυβερνητικό του έργο την προηγούμενη περίοδο, είτε αναδεικνύουν σε αυτή τη θέση έναν άλλο σχηματισμό, που εκτιμούν ότι διαθέτει ενδιαφέρουσες απόψεις και δυναμισμό, ώστε μελλοντικά θα μπορούσε να καταστεί πρώτη τους επιλογή. Δεν υπάρχουν λοιπόν τριλήμματα και τρίτοι δρόμοι, ή πόλοι. Είναι λοιπόν στρατηγικό λάθος, κάποιοι να πιστεύουν ότι μπορούν να αποτελέσουν τον εναλλακτικό τρίτο δρόμο για τους ψηφοφόρους και να εργάζονται σε αυτή την κατεύθυνση.

Το ισχυρό δίπολο που θα αναπτυχθεί στις επόμενες εκλογές ανάμεσα σε αυτούς που θα ψηφίσουν να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ετερόκλητοι εταίροι του και σε εκείνους που θα θελήσουν να του δώσουν μια δεύτερη μελλοντική ευκαιρία, κατατάσσοντάς τον σε ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν θα επιτρέψει διαφορετικές φωνές που θα ευαγγελίζονται, είτε μοντέλα προηγμένης, -ευρωπαϊκών προδιαγραφών- πολιτικής συνεργασίας, είτε μοναχικούς δρόμους διαμαρτυρίας. Επομένως το μεγάλο στοίχημα της ενιαίας, ενωμένης ‘’Κεντροαριστεράς’’ ή της προοδευτικής παράταξης για να μην παίζουμε με τις λέξεις, είναι η δυνατότητα της να αναπτύξει υπεύθυνο πολιτικό λόγο, να καταθέσει πρόταση διακυβέρνησης της χώρας και να διεκδικήσει με αξιώσεις τη θέση του μονομάχου, απέναντι στη συντηρητική Νέα Δημοκρατία, που χωρίς αυτοκριτική και με μικρές αλλαγές από το παρελθόν της, οδεύει, -δημοσκοπικά τουλάχιστον,- προς το μέγαρο Μαξίμου.

Για την ενωμένη σοσιαλδημοκρατία των δύσκολων αποφάσεων, δεν υπάρχει τρίτος δρόμος, παρά μόνο ένας και αυτός μονόδρομος, ή θα καταστεί και πάλι ισχυρός παίχτης στο πολιτικό παιχνίδι, εκτοπίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ή θα οδηγηθεί στον αφανισμό και τον μαρασμό. Η οικοδόμηση οράματος για την κοινωνία και προοπτικής για τους πολίτες, περνάει μέσα από τη ριζική αλλαγή και απαγκίστρωση της παράταξης από στρεβλές νοοτροπίες του παρελθόντος και αυτό μπορεί να γίνει με τη μαζική συμμετοχή και την ανάδειξη στα όργανα του νέου πολιτικού χώρου, μιας πλημμυρίδας καινούργιων μη αναγνωρίσιμων ενεργών πολιτών που θέλουν να εισφέρουν, να διαμορφώσουν και να συμβάλλουν με πράξεις.

Η έλλειψη αναγνωσιμότητας δεν είναι πρόβλημα, άλλωστε άγνωστοι ήταν όλοι εκείνοι που πραγματοποίησαν τη μεγάλη αλλαγή του 81’’, που όπως είπε και ο αείμνηστος, ‘’δεν θα τους ήξερε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας’’. Κι όμως σημάδεψαν με τα έργα και τις πράξεις τους τη μεταπολίτευση, επιφέροντας τις μεγαλύτερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και μετασχηματισμούς, που γνώρισε ο τόπος και η Δημοκρατία μας. Ο κόσμος έχει χορτάσει από αναγνωρίσιμους και έχει ανάγκη και έλλειμμα από χρήσιμους. Είναι βέβαιο ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, όμως οι αξίες οφείλουν να εξελίσσονται και να έχουν διαχρονικότητα, όπως και οι αρχές περιεχόμενο. Η λέξη λοιπόν ‘’ανανέωση’’ δεν είναι μια φράση κλισέ, αλλά δίψα της κοινωνίας και σε αυτή τη φράση δεν μπορούν να δώσουν περιεχόμενο οι εκπρόσωποι του παλιού, αυτοί που δεν την πιστεύουν, αλλά τη χρησιμοποιούν επικοινωνιακά και την ευαγγελίζονται, για να ρετουσάρουν τα φθαρμένα τους πορτρέτα.

Δεν μπορούν να την κάνουν πράξη, όσοι φοβούνται να καθίσουν στα πίσω έδρανα της αίθουσας σε μια πολιτική εκδήλωση, ή όσοι τρέμουν να κάμουν ένα βήμα στο πλάι για να φανεί λίγο το καθαρό πρόσωπο του ‘’άγνωστου’’ δημοκράτη πολίτη, που χρόνια τώρα αγωνίζεται με ανιδιοτέλεια και με μόνη προσδοκία την καλυτέρευση της ζωής και της καθημερινότητας του, που συνεχώς χειροτερεύουν.

Σε κάθε προσπάθεια των κοινωνικών ομάδων υπάρχει ένας που μπαίνει μπροστά. Παρεξηγημένα μέχρι τώρα έχει θεωρηθεί από πολλούς, ότι ο ηγέτης είναι αυτός που οδηγεί το λαό, στην πραγματικότητα, στις ανοιχτές και φωτισμένες δημοκρατίες, είναι εκείνος που αφουγκράζεται, συντονίζει και βοηθάει τους πολίτες, να υλοποιήσουν το όραμα τους και να πραγματώσουν τα όνειρά τους. Δεν είναι ούτε οδηγητής, μήτε καθοδηγητής, είναι οδηγούμενος από τις ανάγκες, τα θέλω, τις αξίες και τα πιστεύω της εποχής του.

Στην ιστορία οι ηγέτες αναδεικνύονται στα μεταίχμια εποχών και είναι μέχρι σήμερα αμφίβολο, αν σημαδεύουν με το στίγμα τους μια ολόκληρη ιστορική περίοδο ή χαρακτηρίζονται από αυτήν.

Κλείνοντας, το ερώτημα είναι αν μπορεί οι διεργασίες ενός πολιτικού χώρου να αποτελέσουν ιστορική στιγμή. Η γνώμη μου είναι πως τα κοινωνικά κινήματα είχαν πάντα πολύ περισσότερα και ενδιαφέροντα να διηγηθούν και να διδάξουν, από τις επικές μάχες.

Ο τρόπος διαχείρισης και αξιοποίησης αυτής της τελευταίας ευκαιρίας, για την ένωση και την αναζωογόνηση του δημοκρατικού χώρου, θα σημάνει σε μεγάλο βαθμό, αν θα συνεχίσει αυτό το πολιτικό συλλογικό υποκείμενο, που κάποτε αποτέλεσε μαζικό κίνημα, να είναι ένας από τους αφηγητές της κοινωνικής ιστορίας του τόπου, η θα αποτελέσει μια υποσημείωση στις μελλοντικές σελίδες της, που δεν έχουν γραφτεί ακόμα.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider