Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται η παγκόσμια αγορά πετρελαίου, όπου η υπερπροσφορά, οι μεταβαλλόμενες γεωπολιτικές συνθήκες και οι στρατηγικές αποφάσεις των μεγάλων παραγωγών αναδιαμορφώνουν ριζικά το τοπίο. Οι πρόσφατες εξελίξεις αποτυπώνουν μια αγορά που δοκιμάζει τα όριά της και αναζητά νέο σημείο ισορροπίας.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) έχει προβλέψει υπερπροσφορά 2,3 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως το 2025, η οποία αναμένεται να αυξηθεί στα 3,8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2026. Αυτό συμβαίνει καθώς ο OPEC+ ανέστρεψε τις περικοπές παραγωγής ταχύτερα απ’ ό,τι αναμενόταν, προσθέτοντας μεγαλύτερες ποσότητες σε μια αγορά που ήδη χαλάρωνε με αποτέλεσμα να επιταχυνθεί η πτώση των τιμών.
Η αδυναμία του πετρελαίου φέτος οφείλεται «κυρίως σε έναν συνδυασμό πλεονάσματος και αρνητικού κλίματος, με την πολιτική του OPEC+ να λειτουργεί ως επιταχυντής και όχι ως ο μοναδικός παράγοντας», δήλωσε στο MarketWatch η Ρεμπέκα Μπέιμπιν, ανώτερη trader ενέργειας και διευθύνουσα σύμβουλος στην CIBC Private Wealth.
Ήδη, η αγορά ξεκινά το νέο έτος με υπερβολική προσφορά, αφού η σημερινή ανισορροπία σημαίνει ότι η αγορά θα κατευθυνόταν σε πλεόνασμα ούτως ή άλλως με τις τιμές ιδιαίτερα ευάλωτες.

Ο κόσμος έχει περισσότερο πετρέλαιο απ’ όσο χρειάζεται, ωστόσο η πτώση των τιμών του αργού στο χαμηλότερο επίπεδο σχεδόν πενταετίας την εβδομάδα που πέρασε ενδέχεται και να συμβάλει στην επιβράδυνση της παραγωγής και στην ενίσχυση της ζήτησης - μειώνοντας ενδεχομένως ένα πλεόνασμα προσφοράς που αναμενόταν να αυξηθεί το 2026.
«Οι τρέχουσες τιμές δεν είναι βιώσιμες και ήδη βλέπουμε τις εξέδρες γεώτρησης να μειώνονται και τη ζήτηση να αυξάνεται», δήλωσε στο MarketWatch ο Τζος Γιάνγκ, επικεφαλής της εταιρείας επενδύσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου Bison Interests. Ο αριθμός των ενεργών εξέδρων γεώτρησης πετρελαίου στις ΗΠΑ ήταν μειωμένος κατά περίπου 14% σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν, έως τις 12 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με στοιχεία της Baker Hughes. «Η αγορά τελικά θα εξισορροπηθεί και μέσα στον επόμενο περίπου χρόνο θα περάσει σε έλλειμμα προσφοράς από μόνη της».
Μια ασυνήθιστη χρονιά
Μια σειρά εξελίξεων κατέστησαν τη φετινή χρονιά ιδιαίτερα ιδιόμορφη για την αγορά πετρελαίου. «Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο ήταν ο σπάνιος συνδυασμός ανθεκτικής προσφοράς, υποτονικής ζήτησης και αισθητής αποκλιμάκωσης του αντιλαμβανόμενου γεωπολιτικού κινδύνου», σημείωσε στο MarketWatch ο Χένρι Χόφμαν, συνδιαχειριστής χαρτοφυλακίου του Catalyst Energy Infrastructure Fund.
Παρά τις πιέσεις, οι τιμές μπορούν να αντιδράσουν γρήγορα. Μια ενδεχόμενη παύση στις αυξήσεις παραγωγής από τον OPEC+ θα μπορούσε να προσφέρει στήριξη, όπως και η επανεμφάνιση γεωπολιτικών εντάσεων, εφόσον αποδυναμωθούν οι ελπίδες για ειρήνευση στην Ουκρανία ή ενισχυθεί η εφαρμογή κυρώσεων στη Ρωσία.
Ωστόσο, η πτωτική δυναμική εμφανίζεται «σχετικά περιορισμένη», καθώς ο OPEC+ διατηρεί σημαντική εφεδρική παραγωγική ικανότητα, την οποία μπορεί να ενεργοποιήσει για να στηρίξει την αγορά αν οι τιμές διολισθήσουν υπερβολικά.
Οι αποφάσεις των μεγάλων παραγωγών αποτέλεσαν βασικό καταλύτη των εξελίξεων. Η πρόωρη και ταχύτερη αύξηση των ορίων παραγωγής πρόσθεσε επιπλέον ποσότητες σε μια ήδη χαλαρή αγορά, εντείνοντας την καθοδική τάση. Παράλληλα, η παραγωγή εκτός OPEC - ιδίως από τις ΗΠΑ, τη Βραζιλία, τη Γουινέα και τον Καναδά - συνέχισε να αυξάνεται, χάρη στη βελτίωση της αποδοτικότητας και την ενοποίηση στον κλάδο του σχιστολιθικού πετρελαίου.

Ως αποτέλεσμα, το αργό πετρέλαιο υποχώρησε σχεδόν 23% από την αρχή του έτους, ενώ το brent κατέγραψε απώλειες 21%, οδεύοντας προς τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση από το 2020, χρονιά της πανδημίας.
Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των μελών του OPEC εκτιμήθηκε στα 4,6 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2024, υπερδιπλάσια σε σχέση με το 2023. Ο Γιάνγκ τη χαρακτήρισε ως ένα είδος «σκιώδους αποθέματος», που θα μπορούσε να εισέλθει στην αγορά ανά πάσα στιγμή.
Με την άρση των περικοπών παραγωγής, ο OPEC+ θα μπορούσε να αποκτήσει καλύτερη εικόνα των πραγματικών επιπέδων της εφεδρικής του ικανότητας και πιθανότατα θα θελήσει να μειώσει ξανά την παραγωγή, είπε ο Γιάνγκ, «με πιο σωστά βαθμονομημένες ποσοστώσεις, ώστε να προσπαθήσει να εξισορροπήσει την αγορά, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα πιο πειστικά ότι υπάρχει μικρότερη εφεδρική ικανότητα, βάσει του επερχόμενου ελέγχου και των πρόσφατων αποκλίσεων στις ποσοστώσεις παραγωγής».
Ιστορικά παραδείγματα ασυνήθιστων αγορών
Αρνητικές τιμές πετρελαίου (Απρίλιος 2020): Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, η τιμή των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης του αργού κατέρρευσε για πρώτη φορά στην ιστορία κάτω από το μηδέν, φτάνοντας σχεδόν στα -38 δολάρια ανά βαρέλι. Αυτό οφειλόταν στην κατάρρευση της ζήτησης και στην έλλειψη διαθέσιμης αποθηκευτικής χωρητικότητας, γεγονός που σήμαινε ότι οι παραγωγοί ουσιαστικά πλήρωναν τους αγοραστές για να παραλάβουν το πετρέλαιο.
Τεχνολογικές μεταβολές (μετά το 2014): Η αύξηση των μη συμβατικών μορφών πετρελαίου (όπως σχιστολιθικό πετρέλαιο) λόγω τεχνολογικών καινοτομιών άλλαξε τη δυναμική της αγοράς, αυξάνοντας σημαντικά την προσφορά και συμβάλλοντας σε συντομότερους και πιο περιορισμένους κύκλους τιμών.
Υποχώρηση τιμών προς το παρόν
Οι τιμές του πετρελαίου στην πραγματικότητα διατηρήθηκαν σε σχετικά υψηλά επίπεδα το μεγαλύτερο μέρος της φετινής χρονιάς λόγω των γεωπολιτικών ασφαλίστρων κινδύνου, καθώς και των αγορών πετρελαίου από την Κίνα για τα στρατηγικά της αποθέματα.
Αν δεν υπήρχαν τα γεωπολιτικά ασφάλιστρα κινδύνου, οι τιμές του πετρελαίου πιθανότατα θα ήταν ακόμη χαμηλότερες, επισημαίνουν αναλυτές στην αγορά πετρελαίου.
Το θέμα ωστόσο τώρα είναι ότι συνολικά το ασφάλιστρο που ήταν ενσωματωμένο στις τιμές του πετρελαίου λόγω γεωπολιτικού κινδύνου ουσιαστικά έχει εξαφανιστεί, καθώς η παγκόσμια αγορά χαρακτηρίζεται από υπερβολική προσφορά.
Η ΙΕΑ προβλέπει παγκόσμιο πλεόνασμα πετρελαίου περίπου 2,3 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως για φέτος και αναμένει ότι αυτό θα αυξηθεί σε 3,8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2026.
Παρόλα αυτά, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παγκόσμια ζήτηση τα επόμενα χρόνια και, μακροπρόθεσμα, η IEA και άλλοι οργανισμοί αναμένουν ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Ωστόσο, η επόμενη χρονιά για τους traders πετρελαίου θα μπορούσε, από ορισμένες απόψεις, να μοιάζει με το 2025.
Οι συναλλαγές πετρελαίου στις αρχές του 2026 αναμένεται να κυριαρχηθούν από την αύξηση των αποθεμάτων, γεγονός που θα διατηρήσει πιέσεις στις τιμές βραχυπρόθεσμα, δήλωσε η Μπέιμπιν της CIBC. Στη συνέχεια, η προσοχή θα στραφεί στο κατά πόσο η αγορά μπορεί να σταθεροποιηθεί στο δεύτερο μισό του έτους, καθώς «τα αποθέματα απορροφώνται και αρχίζουν να εμφανίζονται αντιδράσεις της προσφοράς» λόγω των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου.
Έτσι, το 2026 θα μοιάζει με συνέχεια της τρέχουσας δυναμικής: μια δύσκολη ισορροπία προσφοράς–ζήτησης, επίμονη μεταβλητότητα και μια αγορά που παραμένει διαρθρωτικά ευάλωτη σε απότομες ανοδικές κινήσεις. Μόνο εάν υπάρξει ουσιαστική μεταβολή στην προσφορά, τη ζήτηση ή την πολιτική, θα αλλάξουν οι τάσεις για το επόμενο έτος.