Τη Δευτέρα 25 Αυγούστου οι συναλλαγές στο Χρηματιστήριο του Παρισιού ξεκινούσαν από τις 7.969 μονάδες, με την αγορά να βρίσκεται σε υψηλό 5 μηνών και κοντά στα ιστορικά υψηλά των 8.206 μονάδων του Φεβρουαρίου. Την επομένη, και ενώ είχε μεσολαβήσει η αιφνιδιαστική κίνηση του Γάλλου Πρωθυπουργού να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης πριν τεθεί προς ψήφιση ο νέος προϋπολογισμός, ο γαλλικός CAC 40 είχε υποχωρήσει 3,3%, διακινώντας μάλιστα στις 26 Αυγούστου τον δεύτερο μεγαλύτερο πτωτικό όγκο από το sell-off του Απριλίου και την «Ημέρα της Απελευθέρωσης». Έκτοτε η γαλλική αγορά τηρεί στάση αναμονής, με την CAC 40 να συσσωρεύει στη ζώνη των 7.648-7.833 μονάδων.
Στο ίδιο διάστημα, οι αποδόσεις των γαλλικών 10ετών ομολόγων βρέθηκαν από το 3,42% έως το 3,60% και ξανά στο 3,42%, ενώ τα 30ετή από το 4,31% στο 4,52%, για να υποχωρήσουν στη συνέχεια στο 4,36%.
Εκεί που δεν παρατηρήθηκε ακόμα κάποια αποκλιμάκωση είναι στο spread των 10ετών γαλλικών ομολόγων έναντι των γερμανικών, καθώς διευρύνθηκε από τις 69,88 μονάδες στις 82,04 μ.β. και παραμένει μέχρι σήμερα στις 79 μ.β.
Ξένοι αναλυτές εξηγούν ότι η αγορά προεξόφλησε άμεσα την πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού, η οποία είχε ένα ούτως ή άλλως πολύ δύσκολο έργο, δεδομένων των συσχετισμών ισχύος στο γαλλικό κοινοβούλιο. Η αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι, όμως, από σήμερα κορυφώνεται και, μάλιστα, σε δύο «μέτωπα». Το ένα είναι το αμιγώς πολιτικό και αφορά τις επιλογές που θα κάνει ο Γάλλος Πρόεδρος (επιλογή νέου πρωθυπουργού ή προσφυγή σε πρόωρες κάλπες). Το άλλο είναι το αμιγώς οικονομικό, που ασφαλώς σχετίζεται άμεσα με το πρώτο, και αφορά τόσο το εύρος των δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων που θα υιοθετήσει η Γαλλία, όσο και το timing. Με άλλα λόγια, οι αγορές παρακολουθούν το πότε η Γαλλία θα είναι σε θέση να ξεκινήσει την εφαρμογή ενός αξιόπιστου προγράμματος δημοσιονομικού νοικοκυρέματος.
- Διαβάστε ακόμα - Σενάριο ακροδεξιάς «παρένθεσης» στη Γαλλία;
Αναλυτές της Erste σχολίαζαν προ ημερών ότι το spread των γαλλικών ομολόγων αυξήθηκε αισθητά ως αντίδραση στην ανακοίνωση για ψήφο εμπιστοσύνης και ότι, την ίδια στιγμή, τα ασφάλιστρα κινδύνου των γαλλικών ομολόγων δεν διαφέρουν πλέον σημαντικά από εκείνα των ιταλικών. «Δεδομένης της πολιτικά ασταθούς κατάστασης, θεωρούμε απίθανο η Γαλλία να μπορέσει να αναδιαρθρώσει με βιώσιμο τρόπο τα δημόσια οικονομικά της στο άμεσο μέλλον» ανέφεραν χαρακτηριστικά. Μάλιστα, τόνιζαν ότι «με βάση τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις, το ακροδεξιό κόμμα Rassemblement National φαίνεται αυτή τη στιγμή να έχει καλές πιθανότητες να αναδείξει τον επόμενο πρωθυπουργό της Γαλλίας σε περίπτωση νέων εκλογών» και, σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμούν ότι υπάρχει κίνδυνος «τα ασφάλιστρα κινδύνου των γαλλικών ομολόγων να αυξηθούν ακόμη περισσότερο τους επόμενους μήνες».

Από την πλευρά τους οι αναλυτές της Allianz σημειώνουν ότι αυτό το σενάριο της προσφυγής σε πρόωρες κάλπες θα ήταν το χειρότερο για τις αγορές. Αν και συγκεντρώνει πιθανότητες «μόλις» 15%, η επιλογή αυτή θα έπληττε έντονα την ανάπτυξη, θα οδηγούσε το spread των γαλλικών ομολόγων στις 100-110 μ.β. και το έλλειμμα το επόμενο έτος θα έμενε κοντά στο 5,4%. Οι ίδιοι αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω διεύρυνσης των spreads. Αν κινηθούν προς τις 120 μ.β. τότε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πιθανόν να επιβραδύνει ή να αναστείλει τον τρέχοντα ρυθμό ποσοτικής σύσφιξης (QT), ενώ μια κίνηση προς τις 120-150 μ.β. θα μπορούσε να ενεργοποιήσει το Transmission Protection Instrument (TPI) της ΕΚΤ, προκειμένου να επιστρέψουν τα spreads ξανά στο εύρος των 80-90 μ.β.
Πάντως, το πιθανότερο σενάριο σύμφωνα με την Allianz είναι ότι η νέα γαλλική κυβέρνηση θα παρουσιάσει μέχρι το τέλος του έτους έναν «κουτσουρεμένο» προϋπολογισμό, με μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής της τάξης των 20 δισ. ευρώ αντί 44 δισ. ευρώ αρχικά, που όμως θα συνεχίζει να περιλαμβάνει «δύσκολα» μέτρα, όπως η αναδιάρθρωση των δημόσιων υπηρεσιών, ο αυστηρότερος έλεγχος των δαπανών υγείας, η μείωση των μεταβιβάσεων προς την τοπική αυτοδιοίκηση και η περικοπή ή κατάργηση αναποτελεσματικών φορολογικών απαλλαγών θα παραμείνουν. Σε αυτή την περίπτωση, το spread των γαλλικών ομολόγων αναμένεται να διαμορφωθεί γύρω στις 80-90 μ.β., ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γαλλίας πιθανόν να διαμορφωθεί κοντά στο 5% του ΑΕΠ το 2026.
Μακροπρόθεσμες επιπτώσεις
Όσα θα συμβούν τα επόμενα 24ωρα στη Γαλλία αναμένεται, σε κάθε περίπτωση, να έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στις αγορές μετοχών και ομολόγων. Ακόμα κι αν αποφευχθούν τα σενάρια που οι αναλυτές χαρακτηρίζουν ως τα δυσμενέστερα, η «μεγάλη εικόνα» είναι ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης αναζητά τον πέμπτο της πρωθυπουργό μέσα σε λιγότερο από 2 χρόνια, εμφανίζεται αδύναμη να εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά της και χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις ότι μια νέα κυβέρνηση θα τα καταφέρει καλύτερα.
Όπως εξηγούν ξένοι αναλυτές, ο κίνδυνος είναι ότι οι επενδυτές έρχονται αντιμέτωποι με ακόμη ένα αδιέξοδο που ίσως διαρκέσει για μήνες και, όσο ο χρόνος θα περνά, τόσο πιο επίμονες θα γίνονται πιθανότατα οι πιέσεις για παραίτηση του προέδρου Μακρόν. Αυτό σημαίνει ότι αν και πιθανότατα δε θα δούμε κάποιο σημείο καμπής, όπου τα ομόλογα και οι μετοχές θα κατέρρεαν απότομα, μάλλον βρισκόμαστε στην αρχή μια πιθανώς προοδευτικής και μακράς διάρκειας πτώσης.
Κι εδώ έγκειται ο κίνδυνος ενός ντόμινο, όπου η επιχειρηματική και καταναλωτική εμπιστοσύνη θα υποχωρούν, το δημόσιο χρέος θα διογκώνεται και η χρηματοδότησή του θα γίνεται ακριβότερη και, φυσικά, η κατάσταση αυτή δε μπορεί παρά να μεταδοθεί και στο ταμπλό του γαλλικού χρηματιστηρίου.
Ήδη υπάρχουν μετοχές και κλάδοι στο γαλλικό ταμπλό που έχουν υποαποδόσει σε σχέση με τον CAC 40. Όπως εξηγεί η UBS, το επόμενο διάστημα είναι πιθανό να δούμε νέες απώλειες, ωστόσο οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν ότι σε γενικές γραμμές θα είναι μάλλον περιορισμένες. Κι αυτό, διότι προς το παρόν τα σχέδια μείωσης του ελλείμματος δεν επηρεάζουν ουσιαστικά και άμεσα την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Βεβαίως, «αυτό θα μπορούσε να αλλάξει και είναι πιθανό να υπάρξουν δευτερογενείς επιπτώσεις από τη μείωση των δημόσιων δαπανών και της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών» σημειώνουν, «αλλά οι περισσότερες εταιρείες στη Γαλλία έχουν σημαντικές ευρωπαϊκές ή παγκόσμιες δραστηριότητες που αμβλύνουν τον αντίκτυπο σε τέτοιο βαθμό ώστε να είναι σχετικά αμελητέος».
Σε κάθε περίπτωση, το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται μπαράζ ανακοινώσεων για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Γαλλίας. Αυτή την εβδομάδα, την Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου, αναμένεται η αξιολόγηση από τη Fitch. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 19/9 ακολουθεί η DBRS, πριν το τέλος του μήνα αναμένεται η ετυμηγορία της Scope (26/9), και έπονται οι Moody’s και S&P στις 24 Οκτωβρίου και 28 Νοεμβρίου αντίστοιχα. Ανάλογα με τις εξελίξεις, είναι πολύ πιθανό να προκύψουν υποβαθμίσεις για το γαλλικό αξιόχρεο και/ή τις προοπτικές του.