Για κάθε γυναίκα που νοσεί με καρκίνο μαστού, ο χειρότερος εχθρός δεν είναι ο καρκίνος, αλλά ο φόβος που την κρατά μακριά από τις σωτήριες προληπτικές εξετάσεις. Έτσι ξεκινά την εξιστόρηση της δικής της εμπειρίας, η Μαρία Π., εκπαιδευτικός, μητέρα ενός μικρού κοριτσιού, που νόσησε με καρκίνο του μαστού και στέλνει σε όλες τις γυναίκες το μήνυμα ότι η πρόληψη σώζει ζωές.
«Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον καρκίνο, ο αντίπαλος μας είναι συχνά ο ίδιος μας ο εαυτός που μας κρατάει πίσω, που αναβάλλει για αργότερα τις εξετάσεις, δεν βρίσκει χρόνο για το τσεκ-απ ή φοβάται για το τι θα βρει και αποφεύγει να πάει στον γιατρό» λέει η Μαρία. Όταν την ίδια την ρωτούν αν υπήρξε ή είναι καρκινοπαθής απαντά με χιούμορ «είμαι καρκινοπαθής γιατί ο καρκίνος μου δίδαξε πολλά». Μετά την επέμβαση για την αφαίρεση του όγκου, έκανε 16 χημειοθεραπείες, είδε τα μαλλιά και τις βλεφαρίδες της να πέφτουν αλλά δεν έπεσε ποτέ το ηθικό της και η μεγαλύτερη επιβράβευση ήταν τα λόγια της κόρης της, της 10χρονης Νεφέλης που της είπε:
«Δεν ξέρω αν έχεις καρκίνο, αλλά ξέρω πως αυτή είναι η μαμά που θέλω να έχω» (εννοώντας «η δυνατή»). Συνοδοιπόρος της σε αυτή τη διαδρομή ο γιατρός της Γρηγόρης Ξεπαπαδάκης, πρόεδρος της Επιστημονικής Μαστολογικής Εταιρίας Ίαση-Στήριξη «ΕΜΕΙΣ» και διευθυντής της Β’ Κλινικής Μαστού του νοσοκομείου Ιασώ. Από το 2011 που δημιουργήθηκε, η Οργάνωση ΕΜΕΙΣ, έχει προσφέρει δωρεάν χειρουργική αντιμετώπιση και πλήρη διαγνωστική, ιατρική, νοσηλευτική και ιατρική περίθαλψη σε περισσότερες από 450 ανασφάλιστες και οικονομικά ευάλωτες γυναίκες.
«Η χειρουργική επέμβαση γίνεται στο Ιασώ και παρακολουθούμε τις ασθενείς συστηματικά και μετά. Ό,τι εξετάσεις χρειαστούν, αν είναι ασφαλισμένες γίνονται με τη συμμετοχή του ΕΟΠΠΥ, ενώ αν δεν είναι ασφαλισμένες, το κόστος καλύπτεται από εμάς» επισημαίνει ο Γρηγόρης Ξεπαπαδάκης διευκρινίζοντας ότι τα δωρεάν χειρουργεία και γενικά όλη η δωρεάν περίθαλψη αφορούν και ημεδαπές και αλλοδαπές που ζουν στην Ελλάδα. Παράλληλα, η Οργάνωση «ΕΜΕΙΣ» πραγματοποιεί οδοιπορικά πρόληψης και ενημέρωσης στην επικράτεια, κάνοντας εξορμήσεις σε νησιά και δυσπρόσιτες ηπειρωτικές περιοχές κι έχει πραγματοποιήσει περισσότερους από 9.500 προληπτικούς ελέγχους, για τον καρκίνο του μαστού με φορητό υπέρηχο και κλινική εξέταση. Οι γιατροί του ΕΜΕΙΣ έχουν επισκεφθεί μεταξύ άλλων τον Ελαιώνα, τα καταστήματα κράτησης στη Θήβα, τις γυναίκες που εργάζονται στον Δήμο Αθηναίων στον Τομέα τα καθαριότητας και οι επόμενες αποστολές περιλαμβάνουν τον Άι Στράτη (μέσα στον Ιούνιο) και τα ορεινά χωριά στα Τζουμέρκα, τον προσεχή Οκτώβρη.
Τι πρέπει να περιλαμβάνει ο προληπτικός έλεγχος
Ο καρκίνος του μαστού γίνεται ολοένα και περισσότερο ένα συχνό ογκολογικό νόσημα πλήττοντας μία στις 7-8 γυναίκες γύρω μας και φυσικά εδώ τίθεται το ερώτημα του τι πρέπει να περιλαμβάνει ο πλήρης διαγνωστικός έλεγχος για τις γυναίκες. Ο Γρηγόρης Ξεπαπαδάκης εξηγεί ότι οι οδηγίες δεν είναι ίδιες για κάθε κοινό. Για τον γενικό πληθυσμό που αντιστοιχεί στο 75% με 80% των γυναικών, χωρίς ιστορικό καρκίνου μαστού στην οικογένεια, τα περιστατικά καρκίνου μαστού είναι σποραδικά και οι γυναίκες ξεκινούν την πρόληψη με έναν υπέρηχο μαστού στην ηλικία των 25 ετών και μια κλινική εξέταση, που πρέπει να συνοδεύεται από εκπαίδευση για τη σωστή αυτό-ψηλάφηση. Αργότερα, από την ηλικία των 35 έως 40 ετών, κάθε 12 έως 15 μήνες, κάθε γυναίκα πρέπει να κάνει μία ψηφιακή μαστογραφία, έναν υπέρηχο μαστού και μια κλινική εξέταση.
Τι ισχύει για την μαγνητική τομογραφία μαστού
Η μαγνητική τομογραφία μαστού (μαγνητική μαστογραφία) δεν πρέπει να υποκαταστήσει τις δύο προηγούμενες εξετάσεις, γιατί έχει ένα ποσοστό ψευδώς θετικών 20%, ενώ επίσης ο μαγνήτης δεν μπορεί να διακρίνει πρώιμους καρκίνους από ασβεστώσεις. Πρέπει οι γυναίκες να κάνουν πάντα υπέρηχο μαζί με ψηφιακή μαστογραφία ή υπέρηχο μαζί με την εξέταση της τομοσύνθεσης μαστού, που συστήνεται κυρίως για τις γυναίκες με πυκνούς μαστούς. Στην Ελλάδα η τομοσύνθεση μαστού δεν αποζημιώνεται όπως η ψηφιακή μαστογραφία και ο υπέρηχος μαστού, με συνέπεια το κόστος της εξέτασης να επιβαρύνει την εξεταζόμενη, παρότι οι συστάσεις των επιστημονικών εταιρειών ειδικά από τις ΗΠΑ είναι να αποτελέσει εξέταση επιλογής για τις γυναίκες με πυκνό ιστό στους μαστούς.
Ειδικές ομάδες πληθυσμού
Οι γυναίκες με βεβαρημένο ιστορικό αντιστοιχούν στο υπόλοιπο περίπου 20%-25% του πληθυσμού, και συνιστούν ειδικές ομάδες και υπο-ομάδες που πρέπει να ξεκινούν τον διαγνωστικό έλεγχο νωρίτερα. Ο καρκίνος του μαστού μπορεί να έχει κληρονομικό υπόβαθρο αν έχει νοσήσει συγγενής (μητέρα, θεία, αδελφή, γιαγιά) σε ηλικία κάτω των 60 ετών. Επειδή με την ηλικία αυξάνεται και η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του μαστού, ο Γρηγόρης Ξεπαπαδάκης ξεκαθαρίζει ότι δεν υπάρχει υποψία και φόβος κληρονομικότητας (σε απογόνους ή μικρότερες αδελφές), όταν μια γυναίκα σε ηλικία 75 ετών ή 80 ετών νοσήσει με καρκίνο μαστού.
Στις περιπτώσεις που υποπτευόμαστε κληρονομική προδιάθεση και εμπλοκή ογκογονιδίων, ο διαγνωστικός έλεγχος ξεκινάει νωρίτερα (από την ηλικία των 20 ετών ή όποτε πει ο θεράπων ιατρός) και κάνουμε και γενετικά τεστ για τα εμπλεκόμεναογκογονίδια. Πλέον έχουν ταυτοποιηθεί περισσότερα από 50 ογκογονίδια και συνδέονται με τον καρκίνο του μαστού, τον καρκίνο των ωοθηκών, τον καρκίνο του ενδοθηλίου της μήτρας και τον καρκίνο του
παγκρέατος.
Το εξειδικευμένο κέντρο βελτιώνει την επιβίωση
Έχει φανεί μέσα από πληθώρα κλινικών μελετών ότι οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού που απευθύνονται σε εξειδικευμένα κέντρα για την αντιμετώπιση του κι έχουν εκεί ολιστική αντιμετώπιση καταγράφουν βελτιωμένα ποσοστά επιβίωσης. Γι’αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει συνεχιζόμενη εκπαίδευση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, σύγχρονος ιατροτεχνολογικός εξοπλισμός στις κλινικές και διογκούμενη εμπειρία των γιατρών. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ιασώ Γενική Κλινική διοργανώνει το 13ο IBUS Athens Breast Course, με στόχους: Την διαρκή εκπαίδευση και βελτίωση του επιστημονικού προσωπικού, τη μείωση του χρόνου νοσηλείας των ασθενών, την βελτίωση της ασφάλειας όλων των ιατρικών πράξεων, την βελτιστοποίηση της εμπειρίας των ασθενών και τη δημιουργία ενός κέντρου Αριστείας που θα προσελκύσει τους έλληνες γιατρούς οι οποίοι έφυγαν στο εξωτερικό, ώστε να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα τους, αιμοδοτώντας την εγχώρια επιστημονική κοινότητα και αντιστρέφοντας το brain drain.