Την καλύτερη τους χρήση την περίοδο της κρίσης κατέγραψαν οι εισηγμένες επιχειρήσεις το 2017 καθώς ο κύκλος εργασιών τους αυξήθηκε κατά 8,6% σε σχέση με μια χρονιά πριν, ενώ τα κέρδη τους μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας αυξήθηκαν κατά 151,9%, σύμφωνα με ανάλυση της ΒΕΤΑ Χρηματιστηριακή.
Η χρηματιστηριακή σημειώνει πως το 2017 ήταν η καλύτερη χρήση των εισηγμένων εταιρειών μετά το 2009 και κάνει λόγο για ουσιώδεις βελτιώσεις σε όλα τα μέτωπα, επισημαίνοντας πως:
- το λειτουργικό περιθώριο διαμορφώθηκε στα προ κρίσης επίπεδα, με την εικόνα να είναι καλύτερη χωρίς τα διυλιστήρια
- Καταγράφεται εσωστρέφεια στα τραπεζικά αποτελέσματα - προτεραιότητα στόχοι SSM, IFRS 9 και τεστ αντοχής
- 28 Εταιρίες κατέγραψαν ρεκόρ κερδοφορίας όλων των εποχών, ενώ τα μερίσματα είναι αυξημένα κατά 9%.
Ειδικότερα, με βάση τους ισολογισμούς που δημοσιοποίησαν 180 εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών εταιρείες, τους οποίους επεξεργάστηκε το τμήμα ανάλυσης της BETA, ο κύκλος εργασιών έφτασε στα 66,42 δισ. ευρώ (ενισχυμένος όπως προαναφέρθηκε κατά 8,6%), με τα λειτουργικά κέρδη να ενισχύονται κατά 7,7% στα 9 δισ. ευρώ. Τα κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας έφτασαν στα 2,87 δισ. ευρώ (με άνοδο 151,9%), ενώ η καθαρή θέση των εταιρειών εμφανίζεται ενισχυμένη κατά 1,9%.
Από το σύνολο των 180 εισηγμένων που δημοσίευσαν ισολογισμούς, οι 106 ήταν κερδοφόρες. Συγκεκριμένα, οι 57 κατέγραψαν αύξηση των κερδών τους, 29 μείωση, ενώ 20 επέστρεψαν σε κέρδη. Από τις υπόλοιπες 74 που κατέστησαν ζημιογόνες οι 25 εμφάνισαν ενίσχυση των ζημιών, 38 μείωση, ενώ 11 επέστρεψαν σε ζημιές.
Όπως υπογραμμίζει ο υπεύθυνος Τμήματος Ανάλυσης της BETA Χρηματιστηριακή, Μάνος Χατζηδάκης, το 2017 ήταν μια ουσιαστική θετική χρήση για τις εισηγμένες εταιρίες. Παρά τις δυσκολίες της εσωτερικής αγοράς (ρευστότητα, ζήτηση, ανταγωνισμός) η τελική γραμμή διαμορφώθηκε στα 2,87 δισ. ευρώ αυξημένη κατά 152%. Αν εξαιρεθούν οι τράπεζες, οι οποίες έχουν την ισχυρή επίδραση των κερδών της Τράπεζας της Ελλάδος που αποτελεί από μόνη της μια ειδική περίπτωση, η τελική γραμμή διαμορφώνεται στα 2,43 δις ευρώ, 28,5% υψηλότερα σε σχέση με το 2016. Από τα 2,4 δισ ευρώ οι εισηγμένες εταιρίες μοιράζουν 1,37 δισ ευρώ (+9% σε σχέση με το 2016) στους μετόχους τους με την μορφή μερισμάτων και επιστροφών κεφαλαίου, κάτι παραπάνω από τα μισά κέρδη του συνόλου.
Η επίδοση των εισηγμένων υποστηρίχθηκε από την αύξηση του ΑΕΠ, όπως μεταφράστηκε στην εγχώρια ζήτηση, τα εξαιρετικά αποτελέσματα του κλάδου διύλισης, την εξωστρέφεια των εξαγωγικών εταιριών και την δουλειά που είχε γίνει στο πρόσφατο παρελθόν σε θέματα αναδιάρθρωσης και αναδιοργάνωσης κόστους που φαίνεται να αποδίδουν καρπούς. Ο τουρισμός είχε ευρεία συμμετοχή στο αποτέλεσμα επηρεάζοντας έμμεσα ή άμεσα το οικονομικό σύστημα φέρνοντας καλύτερα περιθώρια και ρευστότητα στους ισολογισμούς των εταιριών.
Ο τζίρος των εισηγμένων εταιριών στο σύνολο της χρήσης διαμορφώθηκε σε 66,4 δισ. ευρώ (+8,6%) με τον κλάδο διύλισης και τα πρατήρια να συνεχίζουν να έχουν δεσπόζουσα θέση πραγματοποιώντας το 27% του συνολικού τζίρου. Το β’ εξάμηνο της χρονιάς διαμορφώθηκε στα 32,04 δις ευρώ,παρουσίασε μείωση κατά1,9% ή σε απόλυτα νούμερα 626 εκατ. ευρώ. Βασικοί αρωγοί στην αύξηση της επίδοσης της δραστηριότητας ήταν ο κλάδος διύλισης (+20%), κλάδοι που βοηθήθηκαν από τον τουρισμό (Ενοικιάσεις μεταφορικών μέσων +28%), Ξενοδοχεία (+25%), Μεταφορές (+9%) ενώ θετική ήταν και η εικόνα των εταιριών διαχείρισης περιουσίας (+17%) κυρίως λόγω της αύξησης των θέσεων σε ακίνητα με εισόδημα.Στον αντίποδα μειώσεις στην δραστηριότητα παρατηρούνται στις εταιρίες του κλάδου πληροφορικής (-8%), Ιχθυοτροφεία (-3%),Ηλεκτρικής ενέργειας (-1%) και στις τηλεπικοινωνίες (-2%).Στα αξιοσημείωτα η αύξηση της δραστηριότητας του κλάδου ενδυμασίας (+10%) και η σταθερότητα της δραστηριότητας του κλάδου κατασκευών (+1%), κλάδοι ιδιαίτερα ταλαιπωρημένοι τα τελευταία χρόνια από τον ανταγωνισμό και την χρηματοοικονομική εικόνα των ισολογισμών τους.
Λειτουργικά αποτελέσματα
Σε επίπεδο λειτουργικών αποτελεσμάτων οι εισηγμένες μετά από ένα άνευρο πρώτο εξάμηνο (1%) πάτησαν γκάζι αυξάνοντας σε επίπεδο χρήσης τα κέρδη τους κατά 7,7%. Συνολικά οι 180 εισηγμένες έσπασαν οριακά το φράγμα των 9 δις ευρώ με την διύλιση να έχει εδώ τον πρώτο λόγο καθώς συνεισφέρει το 16% του συνόλου. Χωρίς την συνεισφορά των εταιριών του κλάδου η αύξηση στα λειτουργικά αποτελέσματα θα ήταν 8,6% το οποίο δείχνει ότι οι εταιρίες ανέκαμψαν ισχυρότερα στο δεύτερο μισό της χρήσης υποστηρίζοντας μαζικότερα το τελικό αποτέλεσμα. Ο κλάδος ακινήτων βρίσκεται στις κορυφαίες θέσεις των επιδόσεων βοηθούμενος και από την επίδραση των θετικών επανεκτιμήσεων των ακινήτων (+68%), ο κλάδος συμμετοχών ακολουθεί (στο +26%) με μικρότερη δυναμική από το α’ εξάμηνο (+38%) και με βασικούς εκφραστές λόγω ειδικού βάρους τον όμιλο Μυτιληναίου (+37%) και την Βιοχάλκο (+31%).
Το λειτουργικό περιθώριο μειώθηκε κατά 12 μονάδες βάσης στο ικανοποιητικό 13,59% ενώ εάν εξαιρεθεί από τα λειτουργικά αποτελέσματα ο κλάδος διύλισης το περιθώριο αυξάνεται κατά 53 μονάδες βάσης στο 15,54% έναντι του προσαρμοσμένου 15,01% επίδοση που πηγαίνει τις εισηγμένες στα προ κρίσης λειτουργικά περιθώρια κέρδους.
Κατεβαίνοντας στην τελική γραμμή η εικόνα βελτιώνεται καθώς από τα 1,14 δισ. ευρώ περίπου του 2016 η καθαρή κερδοφορία διαμορφώνεται στα 2,87 δισ ευρώ. Οι χρηματοοικονομικές εταιρίες είχαν θετική συνεισφορά στο σύνολο (437,79 εκατ. ευρώ) μετά από πολλές περιόδους διακυμάνσεων. Εξαιρουμένων των σχετικών κλάδων (Τράπεζες, Επενδυτικές, Ασφάλειες) η αύξηση της κερδοφορίας των εμποροβιομηχανικών εταιριών βρίσκεται στο +28,5% (όσο και στο εξάμηνο) ή στα 2,44 δισ ευρώ. Το καθαρό περιθώριο κέρδους έχει βελτιωθεί κατά 57 μονάδες βάσης στο 3,67% έναντι 3,10%το 2016 και ακόμα περισσότερο χωρίς των κλάδο διυλιστηρίων (80 μονάδες βάσης στο2,82% έναντι 3,62%). Η εξήγηση πίσω από αυτή την ασύμμετρη εικόνα λειτουργικού και καθαρού περιθωρίου έχει να κάνει και με την επίδραση έκτακτων θετικών αποτελεσμάτων που σχετίζονται με τις αναδιαρθρώσεις (διαγραφές) δανείων του 2016 και του 2017, την πώληση συμμετοχών και την μείωση του χρηματοοικονομικού κόστους έναντι κυρίως αυξημένων επισφαλών προβλέψεων που σχετίζονται με την υπόθεση της Μαρινόπουλος και οι οποίες είχαν καταχωρηθεί στις περισσότερες εισηγμένες στο α’ εξάμηνο του 2016.
Τράπεζες
Για τις ελληνικές τράπεζες η κερδοφορία δεν ήταν προτεραιότητα στην περυσινή χρήση. Το δύσκολο σύστημα με τους πολλούς αγνώστους και την μία και μοναδική λύση περνάει μέσα από την μείωση των επισφαλών ανοιγμάτων (NPEs) στα οποία οι τράπεζες ξεκινούν κάθε νέο τρίμηνο με στόχο να πιάσουν τον… στόχο του επόπτη (SSM). Επομένως, ναι μεν οι ελληνικές τράπεζες δεν εμφανίζουν –ακόμα- τα κέρδη που έχουν υποσχεθεί, προστατεύουν ωστόσο τα κεφάλαια τους όσο οι διαγραφές δανείων επιτρέπουν να επιτυγχάνονται οι τριμηνιαίοι εποπτικοί στόχοι των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων. Επιπλέον στο τέλος της περυσινής χρονιάς οι τράπεζες έπρεπε να κινηθούν προληπτικά: Να ανεβάσουν τις προβλέψεις τους ενόψει της εφαρμογής του ΔΠΧΠ 9 και των τεστ αντοχής και να πουλήσουν ότι είναι δυνατό σε καλές τιμές ώστε να εγγράψουν νέο κόστος εθελούσιας εξόδου στην χρήση του 2017. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πορεία στο από εδώ και πέρα καθώς οι τράπεζες αναμένεται να κινηθούν σε αντίστοιχο μοτίβο και το 2018.
Ξεκινώντας επομένως από την γραμμή των εσόδων από τόκους η μείωση που επιταχύνθηκε στο τέλος του 2017 (Q4:17 -6%) αναμένεται να συνεχιστεί. Πειραιώς, Eurobank και Εθνική Τράπεζα αναμένουν μικρές μονοψήφιες ποσοστιαίες μειώσεις στην γραμμή των εσόδων από τόκους ενώ η Alpha Bank αιφνιδίασε δίνοντας κατεύθυνση για υψηλή μονοψήφια ποσοστιαία μείωση. δεδομένης και της υψηλότερης μόχλευσης που έχει σε σχέση με τον ανταγωνισμό (124%). Το γεγονός αυτό αποδίδεται στην απομόχλευση των ισολογισμών από ενήμερα δάνεια (με αντίστοιχη μείωση του ELA) αλλά και την μείωση των αποδόσεων άλλων εντόκων στοιχείων του ενεργητικού (έντοκα γραμμάτια, ομόλογα κλπ). Επισημαίνεται πάντως ότι παρά την μείωση των εσόδων από τόκους ως ποσοστό επί του ενεργητικού, το επιτοκιακό περιθώριο διευρύνθηκε κατά 3 μονάδες βάσης στο 2,54% σε σχέση με το γ’ τρίμηνο του 2016 καθιστώντας την επίδοση αυτή ως την καλύτερη από το α’ τρίμηνο του 2012 (2,73%).
Από την άλλη πλευρά τα έσοδα από προμήθειες αναμένεται να διατηρηθούν στα ίδια επίπεδα υποστηριζόμενα από προμήθειες διαχείρισης (λόγω και MifidII) πιστωτικές κάρτες και ασφαλιστικά προϊόντα. Στο δ’ τρίμηνο οι προμήθειες στο σύνολο σταθεροποιήθηκαν πάνω από τα 300 εκατ. ευρώ και ήταν ίσως η πιο ενθαρρυντική επίδοση των προ-προβλέψεων αποτελεσμάτων παρουσιάζοντας αύξηση 12% σε σχέση με το Q3:17 και +19% σε σχέση με το Q4:16. Το οργανικό κόστος υποχώρησε μεν (1,6%) ωστόσο το σχετικό μέγεθος περιείχε τις προβλέψεις της Alpha bank και της Τράπεζας Πειραιώς για εθελούσια αποχώρηση υπαλλήλων μέσα στο 2018. Η αίσθηση πάντως είναι κοινή για μείωση του οργανικού κόστους κατά μέσο όρο 5% στο σύνολο. Βάζοντας όλα τα παραπάνω στην εξίσωση των προ προβλέψεων αποτελεσμάτων, το οργανικό αποτέλεσμα θα πρέπει να αναμένεται στα ίδια επίπεδα με τα περυσινά.
Οι τράπεζες είδαν τις προβλέψεις τους να εκτοξεύονται και το κόστος απομείωσης επί των μικτών δανείων να απογειώνεται στο 3,51% (σε μέσο επίπεδο) μετά από επτά τρίμηνα παραμονής κάτω από τις 200 μονάδες βάσης (2%). Την "ζημιά" την έχει κάνει κυρίως η Τράπεζα Πειραιώς η οποία είδε το κόστος απομείωσης να φθάνει το 7,8% παίρνοντας απομειώσεις ύψους 1,2 δις ευρώ. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της πρόβλεψης, η Τράπεζα Πειραιώς το 2015 στην άσκηση "επιβίωσης" είχε καταγράψει κόστος απομείωσης 9,6% κινήθηκε δηλαδή προληπτικά ανεβάζοντας αισθητά την κάλυψη των δανείων σε καθυστέρηση στο 75% (από 70% στο Q3:17) και 47,3% στα NPEs. Η πρόβλεψη αυτή αντισταθμίστηκε με την εμφάνιση αναβαλόμενης φορολογίας (αρνητικός φόρος) ο οποίο προστέθηκε στα κεφάλαια της τράπεζας. Από εδώ και πέρα οι τράπεζες βλέπουν το κόστος απομείωσης δανείων να κινείται μεταξύ 150 και 200 μονάδων βάσης μια εκτίμηση κανονικότητας που συνόδευσε τα αποτελέσματα για επτά συνεχή τρίμηνα. Μεταφράζοντας το σε κόστος το μέγεθος κινείται μεταξύ 850 και 900 εκατ. ευρώ στο τρίμηνο.