Η εγχώρια τραπεζική αγορά διανύει ίσως τη σημαντικότερη φάση μετάβασης των τελευταίων δεκαετιών. Οι τράπεζες, που για δεκαετίες κρατούσαν αποκλειστικά τα «κλειδιά» της λιανικής τραπεζικής, καλούνται πλέον να αντιμετωπίσουν την ταχύτατη άνοδο των fintechs, οι οποίες επαναπροσδιορίζουν την καθημερινή τραπεζική εμπειρία.
Δεν πρόκειται απλώς για μια αλλαγή εργαλείων, αλλά για μια «σύγκρουση» δύο διαφορετικών μοντέλων. Από τη μια, τα τραπεζικά ιδρύματα, με ισχυρή κεφαλαιακή θέση και βαρύ κανονιστικό πλαίσιο, από την άλλη, ευέλικτες καινοτόμες πλατφόρμες που κερδίζουν το κοινό, χάρη στην απλότητα και την ταχύτητά τους.
Η δυναμική ανάπτυξη των fintechs στην Ελλάδα είναι πλέον αδιαμφισβήτητη. Η Revolut, που ξεκίνησε ως μια εναλλακτική λύση για ταξιδιώτες, ξεπέρασε το 2024 το 1 εκατ. πελάτες στην Ελλάδα, σημειώνοντας αύξηση χρήσης 212% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Παράλληλα, η Viva Wallet, που αποτελεί μια ελληνική fintech που κατάφερε να σταθεί στον πυρήνα του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού - παρουσία σε 23 χώρες - δείχνει πως η αγορά δεν είναι απλώς δέκτης διεθνών τάσεων, αλλά και δημιουργός νέων μοντέλων.
Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός πως ο μέσος Έλληνας χρήστης δεν περιορίζεται σε μικροπληρωμές, αλλά διατηρεί επενδυτικό χαρτοφυλάκιο ύψους περίπου 4.010 ευρώ - ποσό αυξημένο κατά σχεδόν 68% σε σύγκριση με το 2023. Τα στοιχεία αυτά καταρρίπτουν τον μύθο ότι οι fintechs απευθύνονται μόνο σε νεανικά κοινά με περιορισμένη οικονομική δραστηριότητα. Αντίθετα, δείχνουν πως αποκτούν ρόλο σε αποταμίευση και επένδυση, παραδοσιακά πεδία των τραπεζών.
Τα μεγέθη των συναλλαγών αποτυπώνουν καθαρά τη μετάβαση. Μόνο το 2024, μέσω του συστήματος πληρωμών ΔΙΑΣ, διεκπεραιώθηκαν περισσότερες από 467 εκατ. συναλλαγές, συνολικής αξίας σχεδόν 500 δισ. ευρώ. Από αυτές, πάνω από 70 εκατ. ήταν instant payments που εκτελούνται σε δευτερόλεπτα. Πρόκειται για ποσοστό άνω του 15% του συνόλου, με ετήσια ανάπτυξη που ξεπερνά το 25%. Τα νούμερα αυτά αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα αφήνει οριστικά πίσω της την εποχή των μετρητών, ενώ η δυναμική δείχνει πως τα instant payments θα κατακτήσουν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο τα επόμενα χρόνια.
Οι τράπεζες δεν μένουν αδρανείς απέναντι σε αυτές τις αλλαγές. Έχουν επενδύσει πάνω από 1 δισ. ευρώ την τελευταία τριετία σε ψηφιακό μετασχηματισμό, αναβαθμίζοντας εφαρμογές και υποδομές. Τα mobile apps των τεσσάρων συστημικών επιτρέπουν πλέον ηλεκτρονική ταυτοποίηση, άνοιγμα λογαριασμού χωρίς επίσκεψη σε κατάστημα, ηλεκτρονικές υπογραφές και αιτήσεις για δάνεια εξ αποστάσεως. Ωστόσο, ο βαρύς τεχνολογικός «σκελετός» προηγούμενων δεκαετιών και οι αυστηρές εποπτικές απαιτήσεις περιορίζουν ελαφρώς την ταχύτητα υιοθέτησης νέων εργαλείων.
Το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργεί ως καταλύτης, αλλά και ως τροχοπέδη. Η οδηγία PSD2, και το υπό συζήτηση PSD3, ενισχύουν το open banking, δίνοντας τη δυνατότητα σε τρίτους παρόχους να αποκτούν πρόσβαση στα δεδομένα των πελατών - φυσικά με τη συναίνεσή τους. Αυτό αφαιρεί από τις τράπεζες το μονοπώλιο στη σχέση με τον πελάτη και ανοίγει τον δρόμο για ολοκληρωμένες υπηρεσίες από fintechs. Παράλληλα, ο κανονισμός DORA για την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα επιβάλλει αυξημένες επενδύσεις στην κυβερνοασφάλεια, κάτι που βαραίνει κυρίως τις τράπεζες.
Η εμπειρία του πελάτη είναι το σημείο όπου οι fintechs κερδίζουν σταθερά έδαφος. Με εργαλεία budgeting και λειτουργίες που θυμίζουν social media – όπως ο διαμοιρασμός πληρωμών – προσφέρουν μια εμπειρία άμεση και απλή. Οι τραπεζικές εφαρμογές έχουν βελτιωθεί θεαματικά, ωστόσο η αίσθηση ταχύτητας και αμεσότητας που ζητούν οι νεότεροι χρήστες παραμένει το δυνατό χαρτί των fintechs. Το αποτέλεσμα είναι ο κίνδυνος του disintermediation: οι πελάτες να χρησιμοποιούν τις τράπεζες μόνο για μεγάλα προϊόντα, όπως στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, ενώ για τις καθημερινές τους συναλλαγές να στραφούν στις εναλλακτικές πλατφόρμες.
Ωστόσο, οι τράπεζες εξακολουθούν να διαθέτουν πλεονεκτήματα που δύσκολα αντιγράφονται. Η πρόσβαση σε καταθέσεις χαμηλού κόστους, η δυνατότητα χορήγησης χρηματοδότησης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, η εμπειρία στη διαχείριση ρίσκου και η ισχυρή εποπτεία αποτελούν στοιχεία που τους προσφέρουν αντοχή. Οι fintechs κυριαρχούν σε μικρές, συχνές συναλλαγές, αλλά οι τράπεζες εξακολουθούν να κρατούν τα «κλειδιά» των προϊόντων υψηλής αξίας.
Η μάχη για την «καρδιά» - και το πορτοφόλι - του Έλληνα καταναλωτή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Οι fintechs υπόσχονται ευκολία και καινοτομία, οι τράπεζες αντιπαρατάσσουν σταθερότητα και κεφάλαια. Τα επόμενα χρόνια η τραπεζική εμπειρία δεν θα θυμίζει σε τίποτα την παραδοσιακή εικόνα της συναλλαγής στο γκισέ. Και αυτό, από μόνο του, είναι μια μικρή επανάσταση.