Αντίθετος στην θέση πως οι κεντρικές τράπεζες δεν θα πρέπει να καταφεύγουν σε «μη συμβατικά εργαλεία» όταν επιδιώκουν να επηρεάσουν την οικονομία και μέσω πολιτικών επί του ισολογισμού τους (balance sheet policies), δήλωσε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης, Τζον Γουίλιαμς.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο Γουίλιαμς, σε ομιλία του στο Άμστερνταμ, δήλωσε ότι η νομισματική πολιτική συνήθως γίνεται αντιληπτή μέσα από το «υπερβολικά στενό πρίσμα» του καθορισμού των επιτοκίων βραχυπρόθεσμα.
«Κατά συνέπεια, άλλες «μέθοδοι» που έχουν χρησιμοποιηθεί, όπως η αλλαγή guidance και οι αλλαγές στις πολιτικές επί του ισολογισμού, θεωρούνται «μη συμβατικές» και, ως εκ τούτου, κάπως ύποπτες», είπε.
Οι δηλώσεις αυτές έρχονται σε μια περίοδο που η Fed έχει δεχτεί κριτική για τη χρήση αγορών περιουσιακών στοιχείων και το συνολικό μέγεθος του ισολογισμού της, ο οποίος ανέρχεται σήμερα σε περίπου 6,6 τρισ. δολάρια.
Σημειώνεται ότι, ως πολιτικές επί του ισολογισμού ορίζονται οι μέθοδοι και οι αρχές που χρησιμοποιεί ένα ίδρυμα (π.χ. μια εταιρεία ή κεντρική τράπεζα) για την καταχώριση, αποτίμηση και παρουσίαση των στοιχείων του ισολογισμού της, καθορίζοντας πώς αποτυπώνονται τα περιουσιακά στοιχεία, οι υποχρεώσεις και η καθαρή θέση στην οικονομική κατάσταση του ισολογισμού.
Σε πρόσφατο άρθρο του, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ ανέφερε ότι η χρήση από τη Fed «μεγάλης κλίμακας αγορών περιουσιακών στοιχείων ως εργαλείου νομισματικής πολιτικής» μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-08, όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια ήταν κοντά στο μηδέν, δημιούργησε στρεβλώσεις στην αγορά και «διαταράξε» την ανεξαρτησία της Fed.
Ο Γουίλιαμς αναφέρθηκε επίσης σε οικονομική έρευνα που περιγράφει πώς πολιτικές όπως οι αγορές περιουσιακών στοιχείων μπορούν να είναι αποτελεσματικές ακόμη και όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια είναι πολύ χαμηλά.
«Δεν πρόκειται για πολιτικές «έκτακτης ανάγκης» ή «κρίσης», αλλά για πολιτικές που εντάσσονται πλήρως στη μακρά παράδοση της νομισματικής θεωρίας και πρακτικής», υπογράμμισε ο Γουίλιαμς.
«Φυσικά, το πώς και πότε θα εφαρμοστούν οι πολιτικές εξαρτάται από τις περιστάσεις και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής», πρόσθεσε. «Αλλά αυτό είναι θέμα τακτικής και εφαρμογής, όχι αρχής ή στρατηγικής», κατέληξε.