Ταχύτερα του αναμενομένου αναπτύχθηκε η κινεζική οικονομία στο δεύτερο τρίμηνο, καθώς αποδείχθηκε ανθεκτική απέναντι στον εμπορικό πόλεμο του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Την ίδια στιγμή όμως, αναλυτές προειδοποιούν ότι χρειάζεται περισσότερη δουλειά για να αντιμετωπιστεί η υποτονική καταναλωτική ζήτηση.
Το ΑΕΠ της Κίνας αυξήθηκε κατά 5,2% τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, χαμηλότερα ωστόσο από το 5,4% του πρώτου τριμήνου, αν και πάνω από τις προσδοκίες των αναλυτών για αύξηση 5,1%.
Τα στοιχεία προσφέρουν μια σπάνια θετική είδηση για την ηγεσία της χώρας, καθώς δίνει μια πολυμέτωπη μάχη για τονώσει τον ρυθμό ανάπτυξης - μια πρόκληση που έγινε ακόμη πιο δύσκολη από τον «πόλεμο» δασμών του Ντόναλντ Τραμπ.
- Διαβάστε ακόμα - Τραμπ – Πούτιν: Το τέλος μίας αμφιλεγόμενης σχέσης ή διπλωματικό «κρεσέντο»; - Οι επόμενες κινήσεις της Ουάσιγκτον
Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη έχει μέχρι στιγμής αποφύγει μια απότομη επιβράδυνση, εν μέρει λόγω των τεράστιων μέτρων στήριξης του Πεκίνου, αλλά και επειδή οι μεταποιητικές μονάδες εκμεταλλεύτηκαν την εμπορική εκεχειρία ΗΠΑ-Κίνας για να πραγματοποιήσουν αποστολές πριν από ένα πιθανό νέο γύρο δασμών.
Μειώνεται η αγοραστική δύναμη
Ωστόσο, οι επιπτώσεις της εμπορικής αναταραχής στο εξωτερικό και η επίμονη υποτονική κατανάλωση σημαίνουν ότι η κινεζική οικονομία θα μπορούσε να επιβραδυνθεί στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, προειδοποίησαν οι αναλυτές, οι οποίοι βλέπουν τις εξαγωγές να χάνουν τη δυναμική τους το επόμενο διάστημα και τις τιμές να συνεχίζουν να μειώνονται.
Η εκ νέου πτώση στις τιμές κατοικιών και η εξασθένηση του αντίκτυπου των επιδοτήσεων θέτουν επίσης υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα της ανάκαμψης της κατανάλωσης.

Αυτό σημαίνει ότι τα σταθερά στοιχεία για το ΑΕΠ δεν είχαν μεγάλη επιρροή για τα περισσότερα νοικοκυριά, τα οποία είδαν τους μισθούς και τα εισοδήματά τους να μειώνονται. Πολλοί Κινέζοι δεν τολμούν να αγοράσουν διαμέρισμα, μειώνουν τα έξοδα, την ώρα που το κόστος διαβίωσης εξακολουθεί να είναι αρκετά υψηλό, όπως επισημαίνει η Guardian.
H κατανάλωση των κινεζικών νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώθηκε στο 52% του ΑΕΠ στη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου συγκριτικά με το άνω του 60% την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Κίνας αντιμετωπίζουν ένα δύσκολο έργο να επιτύχουν τον ετήσιο στόχο ανάπτυξης γύρω από το 5% - ένα στόχο που πολλοί αναλυτές θεωρούν φιλόδοξο δεδομένου του εδραιωμένου αποπληθωρισμού και της ασθενούς ζήτησης στην εγχώρια αγορά.
Ο Γουέι Γιάο, οικονομολόγος της Société Générale, δήλωσε στη Guardian ότι «παρά το δυνατό πρώτο εξάμηνο, οι προοπτικές αναμένεται να επιδεινωθούν στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς η προκαταβολική χρηματοδότηση των εξαγωγών εξασθενεί και ο αντίκτυπος των αμερικανικών δασμών γίνεται πιο ορατός.
«Τα στοιχεία πιθανότατα εξακολουθούν να υπερεκτιμούν τη δύναμη της ανάπτυξης», δήλωσε σε σημείωμά του στο Bloomberg ο Ζιτσούν Χουάνγκ, oικονομολόγος για την Κίνα στην Capital Economics.
Με τις εξαγωγές να αναμένεται να επιβραδυνθούν και τον ούριο άνεμο από τη δημοσιονομική στήριξη να οδεύει προς εξασθένηση, η ανάπτυξη είναι πιθανό να επιβραδυνθεί περαιτέρω κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, πρόσθεσε ο Χουάνγκ.
Οι λιανικές πωλήσεις στην Κίνα αυξήθηκαν κατά 4,8% σε ετήσια βάση, χαμηλότερα από την πρόβλεψη οικονομολόγων σε έρευνα του Bloomberg, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι προσπάθειες για την τόνωση της κατανάλωσης έχουν μείνει στάσιμες.
Οι αδύναμες μετρήσεις λαμβάνουν χώρα παρά τις προσπάθειες του Πεκίνου να στραφεί προς ένα μοντέλο ανάπτυξης που ωθείται περισσότερο από την εγχώρια ζήτηση παρά από τους παραδοσιακούς βασικούς παράγοντες των επενδύσεων σε υποδομές, της μεταποίησης και των εξαγωγών.
Σε «τεντωμένο σχοινί» η εκεχειρία με ΗΠΑ
Τον περασμένο μήνα, οι ΗΠΑ και η Κίνα παρέτειναν την εκεχειρία μετά από δύο ημέρες συνομιλιών στο Λονδίνο που οδήγησαν σε μια «συμφωνία-πλαίσιο» σχετικά με τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και ημιαγωγών.
Η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο έχουν προθεσμία έως τις 12 Αυγούστου για να ανανεώσουν τη συμφωνία ή να αντιμετωπίσουν την επιστροφή στους άκρως υψηλούς διμερείς δασμούς που ουσιαστικά ισοδυναμούν με εμπάργκο στο εμπόριο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Η οικονομία της Κίνας εξαρτάται τα μέγιστα από τις εξαγωγές και οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αγορά της. Τα τελευταία χρόνια, οι εταιρείες έχουν μεταφέρει τις αλυσίδες εφοδιασμού τους εκτός Κίνας σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τους δασμούς, και οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν επίσης αναπτύξει δραστηριότητες σε αγορές εκτός ΗΠΑ. Αλλά καμία χώρα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την αγοραστική δύναμη των Αμερικανών καταναλωτών.

Ο εμπορικός πόλεμος έχει εξαπλωθεί σε μη δασμολογικά μέτρα, όπως οι περιορισμοί στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, προκαλώντας επιβράδυνση της παραγωγής για τις δυτικές αυτοκινητοβιομηχανίες.
Επιπλέον, εξακολουθούν να υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον, παρά τη συμφωνία-πλαίσιο που επιτεύχθηκε τον περασμένο μήνα.
Ο Τραμπ ανέβασε τον πήχη τη Δευτέρα, προειδοποιώντας τους εμπορικούς εταίρους της Ρωσίας ότι θα επιβάλει «πολύ αυστηρούς» δευτερογενείς δασμούς που θα φτάνουν το 100% εάν η Μόσχα δεν τερματίσει τον πόλεμό της στην Ουκρανία εντός 50 ημερών. Οι δευτερογενείς δασμοί σημαίνει ότι θα πληγούν και όσες χώρες έχουν εμπορικές σχέσεις με τη Μόσχα, όπως η Κίνα.
Οι δυτικές χώρες έχουν επανειλημμένα προτρέψει την Κίνα - βασικό εμπορικό σύμμαχο της Ρωσίας - να ασκήσει την επιρροή της και να πείσει τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν να σταματήσει τον τριετή πόλεμό του με την Ουκρανία.
Περισσότερος αποπληθωρισμός
Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι οι ισχυρές εξαγωγές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποπληθωριστικές πιέσεις και να μετριάσουν περαιτέρω την ήδη υποτονική καταναλωτική ζήτηση.
«Πρόσφατες προσπάθειες για την ενίσχυση των δαπανών, όπως η διεύρυνση του συστήματος εμπορίας καταναλωτικών αγαθών στις αρχές του έτους, αύξησαν προσωρινά τις λιανικές πωλήσεις», δήλωσε στο RTE η Σάραχ Ταν, οικονομολόγος της Moody's Analytics.
«Ωστόσο, αυτή η στήριξη αποδείχθηκε μη βιώσιμη, με τη χρηματοδότηση να στερεύει σε αρκετές επαρχίες. Οι περιορισμοί του συστήματος υπογραμμίζουν την ανάγκη οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να αντιμετωπίσουν τις βαθύτερες διαρθρωτικές προκλήσεις πίσω από την προσοχή των καταναλωτών», πρόσθεσε.
Τα στοιχεία της περασμένης εβδομάδας έδειξαν ότι οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν τον Ιούνιο, ξεπερνώντας οριακά την τετράμηνη αποπληθωριστική τάση, όμως οι τιμές των εργοστασίων μειώθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων σχεδόν δύο ετών.
«Η οικονομία κατέγραψε ένα σταθερό πρώτο εξάμηνο, υποστηριζόμενη από ανθεκτικές εξαγωγές, όμως αυτή η δυναμική συμβάλλει στην επιδείνωση των αποπληθωριστικών τάσεων», δήλωσε επίσης στο RTE η Λουίζ Λου, οικονομολόγος στην Oxford Economics.
«Το κόστος των ισχυρών εξαγωγών είναι περισσότερος αποπληθωρισμός», είπε.