Σχεδόν ένας χρόνος πέρασε από την εισαγωγή των μετοχών της Τράπεζας Κύπρου στο Χρηματιστήριο Αθηνών, γεγονός που οδήγησε σε ποιοτική αναβάθμιση του μείγματος των επενδυτών, αποεπένδυση ενός μπλοκ πωλητών και ενίσχυση της εμπορευσιμότητας.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών λειτούργησε ως «βαλβίδας αποσυμπίεσης» ώστε να διοχετευθεί στην αγορά πάνω από το 19% του μετοχικού κεφαλαίου της Bank of Cyprus Holdings, με long only funds, όπως Wellington και Capital να λαμβάνουν σημαντικές θέσεις στην κυπριακή τράπεζα.
Με δείκτη CET1 στο 20,6% στο εξάμηνο και υψηλότερη των 300 μονάδων βάσης οργανική παραγωγή κεφαλαίου, με δείκτη ROTE (διαμορφώθηκε στο 18,4% - στο 26% για 15% CET1), προς το υψηλό άκρο του εύρους του «mid teens», η Κύπρου μπορεί να καλύψει υψηλότερο payout, από το 2025 και έπειτα - έναντι του 70% που καθοδηγεί για φέτος - και να εξετάσει επιλογές στο μέτωπο των εξαγορών.
Να σημειωθεί πως με βάση τον δείκτη CET1, η Κύπρου διαθέτει κεφαλαιακό πλεόνασμα 924 μονάδων βάσης, ή 952 εκατ. ευρώ (αν ανοίξει το όριο ως προς τον δείκτη CET1 στο 11,4% με βάση το μέγιστο διανεμητέο ποσό MDA).
Η διοίκηση της τράπεζας έχει στραμμένο το βλέμμα της στο κλάδο των ασφαλειών (πεδίο που μπορούν να προκύψουν συνέργειες σε βάση κόστους, με πρόσβαση και σε άλλα πελατολόγια όπως συμβαίνει με την Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου) και της τεχνολογίας, χωρίς να παραλείπει ωστόσο, το κομμάτι του asset management (κυρίως σε Ελλάδα, καθώς στην Κύπρο δεν προκύπτουν εύλογα μεγέθη και ανάπτυξη).
Ως προς τα μη επιτοκιακά έσοδα η διοίκηση της Κύπρου τόνισε πως αποτελούν ένα πεδίο στο οποίο μπορεί να προκύψει ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη, τόσο οργανικά όσο και ανόργανα. Άλλωστε, στρατηγική επιλογή της τράπεζας είναι να δίνει μεγαλύτερο βάρος στα μη επιτοκιακά έσοδα (καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του λειτουργικού κόστους), γιαυτό άλλωστε έχει και από τα υψηλότερα ποσοστά προς το μέσο ενεργητικό, μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Η τράπεζα ποντάρει στην ανάπτυξη του χαρτοφυλακίου διεθνών εταιρικών χορηγήσεων, καθοδηγώντας για 1,5 δισ. ευρώ δάνεια περίπου σε μεσοπρόθεσμη βάση, από 0,96 δισ. ευρώ το 2024, καταγράφοντας ήδη τάση υπέρβασης του στόχου, που πιθανότατα να αναθεωρηθεί με το business plan που θα παρουσιαστεί τον Φεβρουάριο. Από τα τέλη Δεκεμβρίου 2024, το χαρτοφυλάκιο ενήμερων διεθνών δανείων έχει ενισχυθεί κατά 16% φτάνοντας πλέον στα 1,1 δισ. ευρώ, με τα συνολικά ενήμερα στα 10,66 δισ. ευρώ (αυξημένα κατά 5% από αρχές έτους). Τα κοινοπρακτικά διαμορφώνονται στα 300 εκατ. ευρώ - η τράπεζα έχει πωλήσει συμμετοχές της σε κοινοπρακτικα του κλάδου ενέργειας - τα δάνεια σε shipping στα 300 εκατ. και λοιπές χορηγήσεις στα 500 εκατ. ευρώ.
Η Κύπρου κινείται αρκετά επιλεκτικά, στοχεύοντας κυρίως σε δάνεια προς εταιρείες με ισχυρούς και «υγιείς» ισολογισμούς των κλάδων υποδομών, τουρισμού, μεταφορών, τεχνολογίας και ενέργειας ενώ να συμμετέχει σε μικρές ομάδες διεθνών κοινοπρακτικών δανείων.