Αίτηση στο Innovation Fund, για την εξασφάλιση χρηματοδότησης ύψους 160 εκατ. ευρώ, έχει υποβάλει ο ΔΕΣΦΑ για το πρότζεκτ «Apollo CO2». Το πρότζεκτ προβλέπει τη δημιουργία ενός δικτύου αγωγών για τη μεταφορά CO2 μέχρι τη Ρεβυθούσα, ώστε εκεί να υγροποιούνται για να διακινηθούν ακτοπλοϊκώς στη συνέχεια για μόνιμη αποθήκευση – τόσο στην αποθήκη που θα αναπτυχθεί στον Πρίνο από την Energean («Prinos CO2 Storage»), όσο και σε ανάλογες υποδομές εκτός συνόρων.
Έτσι, αποτελεί κρίσιμο κρίκο στη δημιουργία εγχώριας αλυσίδας αξίας στο CCS (δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα), η οποία θα επιτρέψει να «πρασινίσουν» εγχώριες ενεργοβόρες βιομηχανίες. Το «Apollo CO2» έχει συνολικό προϋπολογισμό 600 εκατ. ευρώ, κάτι που σημαίνει πως αν «κλειδώσουν» τα ευρωπαϊκά κεφάλαια, τότε θα έχει γίνει το κρίσιμο βήμα για την υλοποίησή του.
Η αξιολόγηση των προτάσεων που έχουν υποβληθεί στον συγκεκριμένο «γύρο» χρηματοδότησης του χρηματοδοτικού εργαλείου θα ανακοινωθεί τον Σεπτέμβριο. Εκφράζεται αισιοδοξία για αίσια έκβαση, με δεδομένο ότι είναι ήδη ενταγμένο στην ευρωπαϊκή πλατφόρμα «Strategic Technologies for Europe Platform – STEP». Στόχος της πλατφόρμας είναι η ενίσχυση μέσω χρηματοδοτικής στήριξης κρίσιμων στρατηγικών τεχνολογιών στους τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας, των τεχνολογιών μηδενικού ισοζυγίου και της βιοτεχνολογίας.
Διεθνής καινοτομία
Αν επιβεβαιωθούν οι αισιόδοξες εκτιμήσεις, τότε οι υποδομές αναμένεται να είναι έτοιμες για λειτουργία προς το 2029. Όπως έχει γράψει το Insider, το «Apollo CO2» διαθέτει μία σημαντική καινοτομία, χάρις στη χωροθέτηση της μονάδας υγροποίησης στη Ρεβυθούσα – όπου βρίσκεται εγκατεστημένο το τέρμιναλ «υποδοχής» υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Η ιδιαιτερότητα αυτά δίνει ένα σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη μονάδα, καθώς το κόστος λειτουργίας της θα είναι 8 φορές μικρότερο από οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση υγροποίησης.
Ο λόγος είναι πως για τη διαδικασία υγροποίησης του CO2 θα αξιοποιείται η ψύξη του LNG – το υγροποιημένο φυσικό αέριο καταφθάνει στη Ρεβυθούσα σε θερμοκρασία -160 βαθμούς Κελσίου και για να επαναεριοποιηθεί θερμαίνεται σε θερμοκρασία 10-20 βαθμών Κελσίου.
Παράλληλα με τη διαδικασία χρηματοδοτικής «ωρίμανσης», ο Διαχειριστής προχωρά και σε επαφές με υποψήφιους χρήστες των υποδομών – δηλαδή ενεργοβόρες βιομηχανίες που σχεδιάζουν να αξιοποιήσουν τις τεχνολογίες CCS, για να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα. Από τις επαφές αυτές, έντονο ενδιαφέρον έχει ήδη επιδείξει η τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ, η οποία δρομολογεί πρότζεκτ δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα στις εγκαταστάσεις της στο Καμάρι Βοιωτίας.
«Ζεστοί» και ηλεκτροπαραγωγοί
Το ίδιο ισχύει και με τις συζητήσεις που διεξάγονται με τη Helleniq Energy. Υπενθυμίζεται ότι η ενεργειακός Όμιλος εξετάζει την εγκατάσταση συστήματος CCS στο διυλιστήριο της Ελευσίνας. Την ίδια στιγμή, «ζεστοί» στην προοπτική αξιοποίησης των υποδομών του «Apollo CO2» είναι και κάτοχοι μονάδων φυσικού αερίου σε περιφέρειες πέριξ της Αττικής. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΔΕΣΦΑ έχει προχωρήσει σε Επιστολή Προθέσεων (Letter of Intent) με τρεις εταιρείες του κλάδου.
Το ενδιαφέρον των ηλεκτροπαραγωγών είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι, για το «πρασίνισμα» των μονάδων αερίου, η πιο οικονομική λύση είναι η δέσμευση των εκπομπών τους. Αυτό δείχνουν μελέτες για το θερμοηλεκτρικό δυναμικό ισχύος περί τα 4.000 MW, το οποίο περιλαμβάνει τις μονάδες αερίου που προστέθηκαν πρόσφατα, όσο και τους σταθμούς που δρομολογούνται.
Έτσι, για την εφαρμογή τεχνολογιών CCS που θα εξάλειφε το ανθρακικό τους αποτύπωμα, υπολογίζεται πως θα χρειάζονταν κεφάλαια συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ προκειμένου η προαναφερόμενη ηλεκτροπαραγωγή να ευθυγραμμιστεί με το net-zero. Η αξιοποίηση αποκλειστικά βιομεθανίου σαν καύσιμο, θα «μεταφραζόταν» σε ένα κόστος της τάξης των 4 δισ. ευρώ, ενώ ο συνδυασμός βιομεθανίου και CCS σε 4,5 δισ. και η πρόσμιξη υδρογόνου (70%) - φυσικού αερίου (30%) σε 5,5 δισ.
Πρώτος προορισμός ο Πρίνος
Η πιο δαπανηρή λύση, σύμφωνα με τις ίδιες μελέτες, θα ήταν η χρησιμοποίηση αποκλειστικά ανανεώσιμων καυσίμων, με τις απαιτούμενες επενδύσεις να εκτινάσσονται στα 12,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπολογισμοί έγιναν για 3.200 ώρες λειτουργίας του «στόλου» των 4.000 MW, δηλαδή για τον μέσο ετήσιο όρο χρήσης των μονάδων αερίου στο εγχώριο ηλεκτρικό σύστημα τα τελευταία 20 χρόνια.
Όπως προαναφέρθηκε, ο πρώτος προορισμός των πλοίων με το υγροποιημένο διοξείδιο του άνθρακα, από τη Ρεβυθούσα, θα είναι η υπόγεια αποθήκη στη Ρεβυθούσα. Η αποθήκη αναπτύσσεται από την EnEarth (100% της Energean) με στόχο σε πρώτη φάση την αποθήκευση 1 εκατ. τόνων CO2 ετησίως και, σε πλήρη ανάπτυξη, 3 εκατ. τόνων. Ωστόσο, οι ανάγκες των εγχώριων emitters ξεπερνούν αυτή τη δυναμικότητα.
Είναι ενδεικτικό ότι μόνο οι ενεργοβόρες βιομηχανίες, που έχουν λάβει χρηματοδότηση για να εφαρμόσουν τεχνολογίες CCS, ξεπερνούν σε εκπομπές τους 4 εκατ. τόνους. Η πιο άμεση λύση είναι η αξιοποίηση της αποθήκης που αναπτύσσεται ήδη στη Ραβένα της Ιταλίας.