Στις παρυφές της νομιμότητας και μακριά από τα βλέμματα των αρχών, έχει διαμορφωθεί μια παράλληλη οικονομία που εκτείνεται από τις ελληνικές αγορές πτηνών μέχρι τα διεθνή δίκτυα διακίνησης ελεφαντόδοντου, παγκολίνων και σπάνιων ερπετών.
Η INTERPOL προειδοποιεί ότι το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής έχει πλέον αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες εγκληματικές δραστηριότητες στον κόσμο, με κέρδη δισεκατομμυρίων και με μεθόδους πανομοιότυπες με εκείνες των δικτύων διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.
Την ίδια ώρα, μια νέα εκτεταμένη έρευνα του WWF Ελλάς αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα, αντί να αποτελεί απλώς χώρα διέλευσης, εξελίσσεται σε ενεργό κόμβο ενός αόρατου συστήματος εκμετάλλευσης άγριων ειδών, με ανεπαρκείς ελέγχους και ένα θεσμικό πλαίσιο που αφήνει κρίσιμα κενά.
Η Ελλάδα ως μικρογραφία ενός διεθνούς εγκλήματος
Η έρευνα του WWF τεκμηριώνει ότι η παράνομη παγίδευση και διακίνηση άγριων πτηνών παραμένει διαδεδομένη, από την Άνδρο και τη Βόρεια Ελλάδα μέχρι τα παζάρια της Αττικής. Καρδερίνες, φλώροι, λούγαρα και δεκάδες ακόμη είδη εμφανίζονται να πωλούνται σε πάγκους ή μέσα από ιδιωτικές ομάδες στο διαδίκτυο, συχνά σε κλουβιά στοιβαγμένα σε πορτ μπαγκάζ αυτοκινήτων. Το WWF καταγράφει μαρτυρίες πωλητών που παραδέχονται ανοιχτά ότι παγιδεύουν άγρια πουλιά από τον φυσικό τους χώρο λίγες ημέρες πριν τα διαθέσουν προς πώληση. Σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές επιχειρήσεις ελέγχου, θηροφύλακες εντόπισαν σχεδόν τριακόσια άγρια πτηνά στο Σχιστό, επιβεβαιώνοντας την κλίμακα του φαινομένου.
Την ίδια στιγμή, η ψηφιακή αγορά έχει εξελιχθεί σε νέο κανάλι διακίνησης. Αγγελίες εμφανίζουν άγρια είδη να προσφέρονται ως δήθεν εκτρεφόμενα, ενώ άλλες πλατφόρμες φιλοξενούν αγγελίες ερπετών που έχουν συλλεχθεί από περιοχές υψηλής οικολογικής αξίας στην Ελλάδα και μεταφέρονται στο εξωτερικό. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις σύμφωνα με την έρευνα, ζώα πωλούνταν και στο κέντρο της Αθήνας, σε σημεία με έντονη τουριστική κίνηση.
Η διεθνής διάσταση και ο ρόλος οργανωμένων κυκλωμάτων
Η INTERPOL περιγράφει το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής ως μια κερδοφόρα εγκληματική αγορά που φτάνει τα 20 δισ. δολάρια ετησίως. Στην κορυφή των δικτύων βρίσκονται ομάδες οργανωμένου εγκλήματος που χρησιμοποιούν τεχνικές μεταφοράς, πλαστά έγγραφα, διαφθορά και ξέπλυμα χρήματος για να εξασφαλίσουν την απρόσκοπτη ροή προϊόντων, από κέρατα ρινόκερων και λέπια παγκολίνων έως εξωτικά πτηνά. Οι διεθνείς επιχειρήσεις, όπως η σειρά επιχειρήσεων Thunder, αποκαλύπτουν χιλιάδες κατασχέσεις κάθε χρόνο, ενώ αποδεικνύουν ότι τα δίκτυα αυτά είναι άρτια οργανωμένα και συχνά συνδέονται με εγκληματικές δραστηριότητες άλλων κατηγοριών.
Η βία είναι επίσης μέρος της εξίσωσης. Σύμφωνα με την INTERPOL, έως και εκατό φύλακες πάρκων σκοτώνονται κάθε χρόνο από ενόπλους λαθροθήρες, γεγονός που υπογραμμίζει τις ευρύτερες ανθρωπιστικές και κοινωνικές διαστάσεις του εγκλήματος.
Η ελληνική πραγματικότητα του “χωρίς δεδομένα”
Ένα από τα πλέον ανησυχητικά στοιχεία που αναδεικνύει το WWF είναι ότι η Ελλάδα ουσιαστικά δεν γνωρίζει την πραγματική έκταση του προβλήματος. Η Ελληνική Αστυνομία δήλωσε επισήμως ότι δεν συλλέγει συστηματικά στοιχεία για το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής, ενώ οι δασικές υπηρεσίες λειτουργούν εδώ και χρόνια με σοβαρή υποστελέχωση. Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα ελέγχου με περιορισμένες δυνατότητες, σε μια χώρα που αποτελεί διάδρομο για τρία τουλάχιστον μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα πτηνών και φιλοξενεί μοναδικά ενδημικά είδη.
Παράλληλα, ο μηχανισμός προστασίας ειδών παραμένει ανεπαρκής. Ακόμη και σχεδιασμένα μέτρα, όπως ειδικά προγράμματα για την προστασία ειδών υπό εξαφάνιση, καθυστερούν ή δεν εφαρμόζονται. Το WWF τονίζει ότι χωρίς συντονισμό και διαφάνεια, η Ελλάδα κινδυνεύει να αποτελέσει μόνιμο καταφύγιο για κυκλώματα που γνωρίζουν ότι ο κίνδυνος εντοπισμού είναι μικρός.
Η απώλεια ειδών δεν είναι ένα αφηρημένο οικολογικό πρόβλημα. Η εξαφάνιση επικονιαστών, που συνεισφέρουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στη διεθνή αγροτική παραγωγή, απειλεί άμεσα την ασφάλεια τροφίμων. Τα δάση που απορροφούν τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα υποβαθμίζονται, ενώ η παράνομη εμπορία ξυλείας και φυτών αφαιρεί κρίσιμα στοιχεία των οικοσυστημάτων. Για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η βιοποικιλότητα αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα, οι απώλειες μεταφράζονται και σε οικονομικό πλήγμα.
Το WWF επισημαίνει ότι το παράνομο εμπόριο άγριας ζωής στην Ελλάδα δεν είναι μια σειρά από σποραδικές παρανομίες αλλά ένα διασυνδεδεμένο σύστημα υψηλής ζήτησης, οργανωμένης δράσης και χαμηλής επιτήρησης. Αντίστοιχα, η INTERPOL καλεί τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν σε βάθος, να ενισχύσουν τις ομάδες δίωξης και να επιβάλουν αυστηρότερους ελέγχους. Η αντιμετώπιση του φαινομένου απαιτεί πολιτική βούληση, συστηματική εφαρμογή διεθνών συμβάσεων όπως η CITES και διαρκή εκπαίδευση των ελεγκτικών αρχών.