Πτωτικά κινήθηκε η τιμή του πετρελαίου, με τις διεθνείς αγορές να αποτιμούν έναν συνδυασμό θεμελιωδών και γεωπολιτικών παραγόντων που ενισχύουν το σενάριο υπερπροσφοράς και περιορίζουν το λεγόμενο «ασφάλιστρο κινδύνου πολέμου». Οι επενδυτές εμφανίστηκαν επιφυλακτικοί, οδηγώντας το αργό σε απώλειες άνω του 1 δολαρίου το βαρέλι, καθώς μειώνονται οι φόβοι για κλιμάκωση της σύγκρουσης στην Ουκρανία και ενισχύονται οι προσδοκίες για μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία.
Το Brent υποχώρησε κατά 1,03 δολάρια ή 1,65%, κλείνοντας στα 61,21 δολάρια το βαρέλι, ενώ το αμερικανικό WTI κατέγραψε πτώση 1,05 δολαρίων ή 1,8%, στα 57,30 δολάρια. Παρότι τις τελευταίες συνεδριάσεις οι τιμές είχαν ανακάμψει ελαφρώς από τα σχεδόν πενταετή χαμηλά της 16ης Δεκεμβρίου, η γενικότερη εικόνα παραμένει αρνητική. Σε ετήσια βάση, το Brent καταγράφει απώλειες περίπου 18% και το WTI περίπου 20%, οδηγώντας το 2024 προς τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση από το 2020.
Κεντρικός παράγοντας της σημερινής πίεσης είναι η αυξανόμενη ανησυχία για παγκόσμιο πλεόνασμα προσφοράς. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA), η παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου το 2025 αναμένεται να υπερβαίνει τη ζήτηση κατά 3,84 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Η αυξημένη παραγωγή, κυρίως από χώρες εκτός ΟΠΕΚ, ενισχύει την αίσθηση ότι η αγορά θα παραμείνει καλά εφοδιασμένη, ασκώντας διαρκή καθοδική πίεση στις τιμές.
Ταυτόχρονα, οι γεωπολιτικές εξελίξεις δεν κατάφεραν να στηρίξουν ουσιαστικά την αγορά. Αν και οι εντάσεις είχαν προσφέρει πρόσκαιρη στήριξη τις προηγούμενες εβδομάδες, αναλυτές επισημαίνουν ότι δεν έχουν αλλάξει τη βασική «αφήγηση» της υπερπροσφοράς. Ιδιαίτερη προσοχή στρέφεται στις εξελίξεις γύρω από τον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς ένα ενδεχόμενο ειρηνευτικό πλαίσιο θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαλάρωση ή άρση κυρώσεων στο ρωσικό πετρέλαιο, αυξάνοντας περαιτέρω την προσφορά στην αγορά.
Στο μεταξύ, οι κινήσεις των ΗΠΑ σε άλλα γεωπολιτικά μέτωπα, όπως η αυστηρότερη επιτήρηση του πετρελαίου της Βενεζουέλας ή οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Νιγηρία, δεν θεωρούνται ικανές να επηρεάσουν άμεσα τις ροές αργού. Όπως επισημαίνουν αναλυτές, οι αγορές παραμένουν «στο περιθώριο» σε ένα περιβάλλον χαμηλής ρευστότητας, αναμένοντας πιο ξεκάθαρα σήματα για την πορεία της προσφοράς, της ζήτησης και των γεωπολιτικών εξελίξεων.