Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τον αριθμό διοικητικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν το 2024 για παραβάσεις της Ευρωπαϊκής Οδηγίας MiFID II, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA). Συνολικά, οι ελληνικές αρχές επέβαλαν 84 διοικητικές κυρώσεις, εκ των οποίων 67 πρόστιμα και τρεις ανακλήσεις αδειών λειτουργίας, περισσότερα από οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ.
Συνολικότερα, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες για τις κεφαλαιαγορές, η Ελλάδα κατατάσσεται δεύτερη στην Ευρώπη έχοντας επιβάλει 93 διοικητικές κυρώσεις και μέτρα, πίσω μόνο από την Ουγγαρία, η οποία επέβαλε 182 κυρώσεις.
Η κατάταξη της Ελλάδας δεν αντικατοπτρίζει απλώς τον αυξημένο ρυθμό παρεμβάσεων των ελληνικών αρχών, αλλά κυρίως το γεγονός ότι, σχεδόν οκτώ χρόνια μετά την υιοθέτηση των Οδηγιών MiFID II και MiFIR, η ελληνική αγορά δείχνει ότι εξακολουθεί να δυσκολεύεται να προσαρμοστεί πλήρως στα ευρωπαϊκά πρότυπα διαφάνειας, οργάνωσης και προστασίας των επενδυτών. Ο αριθμός των παραβάσεων, για μια αγορά αυτού του μεγέθους, καταδεικνύει ότι τα ζητήματα εταιρικής συμμόρφωσης και εσωτερικών ελέγχων παραμένουν ανοιχτά στην ελληνική αγορά.
Τι είναι οι MiFID II και MiFIR
Η Οδηγία MiFID II μαζί με τον κανονισμό MiFIR αποτελούν τον θεμέλιο λίθο του ευρωπαϊκού πλαισίου για τις επενδυτικές υπηρεσίες και τις κεφαλαιαγορές. Η MiFID II (Markets in Financial Instruments Directive) είναι η οδηγία που καθορίζει τους κανόνες λειτουργίας των επενδυτικών εταιρειών και διαμεσολαβητών, ενώ ο MiFIR (Markets in Financial Instruments Regulation) είναι ο κανονισμός που εφαρμόζεται στα κράτη-μέλη και συμπληρώνει την οδηγία.
Σκοπός τους είναι να προστατεύουν τους επενδυτές, να εξασφαλίζουν τη διαφάνεια στις αγορές και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ. Οι κανόνες αυτοί καλύπτουν όλο το φάσμα της επενδυτικής δραστηριότητας, από την παροχή επενδυτικών συμβουλών και τη διαχείριση χαρτοφυλακίων, έως την εκτέλεση εντολών, τη διαφύλαξη των χρημάτων των πελατών, την αποτροπή συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και τις υποχρεώσεις ενημέρωσης προς τους επενδυτές.
Η «ακτινογραφία» των κυρώσεων
Από τις 84 διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που επιβλήθηκαν από τις ελληνικές αρχές για παραβάσεις της MiFID II, οι 67 ήταν διοικητικά πρόστιμα, τρεις αφορούσαν ανακλήσεις αδειών λειτουργίας και 14 χαρακτηρίζονται ως λοιπά μέτρα επιβολής. Το συνολικό ποσό των προστίμων που επιβλήθηκαν ανήλθε σε 555.500 ευρώ.
Οι κυρώσεις αφορούν 18 διαφορετικές διατάξεις της Οδηγίας MiFID II. Στο μεγαλύτερο μέρος τους, τόσο σε αριθμό κυρώσεων όσο και ως προς το ύψος των προστίμων, οι κυρώσεις αφορούσαν παραβάσεις του άρθρου 16 (35 κυρώσεις και ισάριθμα πρόστιμα συνολικού ύψους 421.100 ευρώ) και του άρθρου 24 (26 κυρώσεις και ισάριθμα πρόστιμα συνολικού ύψους 70.200 ευρώ).
Το άρθρο 16 αφορά, μεταξύ άλλων, τις οργανωτικές απαιτήσεις για τη λειτουργία των εταιρειών επενδύσεων, μεταξύ των οποίων διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, αποτελεσματικές διαδικασίες εκτίμησης των κινδύνων και μηχανισμούς ελέγχου και ασφάλειας των συστημάτων ηλεκτρονικής επεξεργασίας δεδομένων. Ενώ το άρθρο 24 αφορά την προστασία των επενδυτών και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις γενικές αρχές για διαφανή πληροφόρηση προς τους πελάτες, σε επίπεδο παροχής επενδυτικών συμβουλών, χρεώσεων κλπ.
Πιο αναλυτικά, οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν το 2024 επιβλήθηκαν είχαν ως εξής:

Πέραν του πλαισίου της MiFID II/ MiFIR, οι ελληνικές αρχές επέβαλαν το 2024 εννέα ακόμη διοικητικές κυρώσεις βάσει άλλων ευρωπαϊκών νομοθεσιών για τις κεφαλαιαγορές, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό στις 93. Συγκεκριμένα, 6 κυρώσεις επιβλήθηκαν βάσει του Κανονισμού MAR (Market Abuse Regulation – Κανονισμός ΕΕ 596/2014), ο οποίος καλύπτει τις διατάξεις για κατάχρηση αγοράς και εσωτερική πληροφόρηση. Για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις επιβλήθηκαν ισάριθμα πρόστιμα συνολικού ύψους 285.000 ευρώ.
Μία κύρωση επιβλήθηκε επίσης στο πλαίσιο του Κανονισμού CSDR (Central Securities Depositories Regulation), που αφορά τις υποχρεώσεις των Κεντρικών Αποθετηρίων Τίτλων. Μάλιστα, η Ελλάδα ήταν μία από τις μόλις δύο χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση (μαζί με την Ουγγαρία) που επέβαλαν κυρώσεις βάσει του CSDR. Μία ακόμη κύρωση επιβλήθηκε βάσει της Οδηγίας AIFMD (Alternative Investment Fund Managers Directive) που αφορά τις υποχρεώσεις διαχειριστών εναλλακτικών επενδυτικών κεφαλαίων, ενώ μία ακόμη κύρωση, η μοναδική σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, επιβλήθηκε στο πλαίσιο του Κανονισμού ECSPR (European Crowdfunding Service Providers Regulation) που ρυθμίζει τη λειτουργία και τις υποχρεώσεις παρόχων υπηρεσιών χρηματοδότησης τύπου crowdfunding.
Συνολικά λοιπόν, οι ελληνικές αρχές το 2024 επέβαλαν 93 κυρώσεις και μέτρα, εκ των οποίων 73 συνοδεύτηκαν από πρόστιμα συνολικού ύψους 840.500 ευρώ (555.500 ευρώ βάσει MiFID II/ MiFIR και 285.000 ευρώ βάσει MAR).
Η εικόνα στην υπόλοιπη Ευρώπη
Τα στοιχεία της ESMA δείχνουν ότι στο σύνολο της ΕΕ ο αριθμός των διοικητικών κυρώσεων παρέμεινε σταθερός σε σύγκριση με το 2023. Από τις 975 διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που επιβλήθηκαν το 2024, περισσότερο από το 60% ήταν διοικητικά πρόστιμα.
Το υψηλότερο συνολικό ποσό διοικητικών προστίμων για το 2024 επιβλήθηκε από τη Γαλλία (29,4 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 20,6 εκατ. ευρώ υπό το MAR), ακολούθησε η Γερμανία (16 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 14 εκατ. ευρώ σχετικά με τις MiFID II και MiFIR), ενώ η Ουγγαρία επέβαλε τον μεγαλύτερο αριθμό κυρώσεων (182), ακολουθούμενη από την Ελλάδα (93) και την Ιταλία (84).
Η Γερμανία επέβαλε το υψηλότερο μεμονωμένο διοικητικό πρόστιμο (12,97 εκατ. ευρώ) το 2024, μέσω διαδικασίας διακανονισμού, για παράβαση του MiFID II και MiFIR.
Η ESMA τονίζει επίσης ότι το 2024 ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία εκδόθηκε διοικητικό μέτρο (η περίπτωση που προαναφέρθηκε, στην Ελλάδα) υπό τον Κανονισμό ECSPR.
Συνολικά, όπως συμπεραίνει η ESMA, τα δεδομένα δείχνουν αποκλίσεις στη χρήση εξουσιών επιβολής κυρώσεων μεταξύ των κρατών-μελών, για παράδειγμα ως προς τα ποσά των προστίμων, τον αριθμό και τους τύπους κυρώσεων και μέτρων, καθώς και τη χρήση διακανονισμών.